Μεταπηδήστε στο περιεχόμενο
Αρχική » Αρθρογραφία και Δράσεις » Προνοσοκομειακή Φροντίδα » Οδηγίες για Διασώστες » Βασικές Έννοιες και «Παγίδες» των Πρώτων Βοηθειών (ΑΠΟΨΕΙΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΓΚΗ ΕΠΙΜΟΡΦΩΣΗΣ ΣΕ ΘΕΜΑΤΑ ΠΡΩΤΩΝ ΒΟΗΘΕΙΩΝ) (Μέρος Πρώτο)

Βασικές Έννοιες και «Παγίδες» των Πρώτων Βοηθειών (ΑΠΟΨΕΙΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΓΚΗ ΕΠΙΜΟΡΦΩΣΗΣ ΣΕ ΘΕΜΑΤΑ ΠΡΩΤΩΝ ΒΟΗΘΕΙΩΝ) (Μέρος Πρώτο)

Εισαγωγή

Η παρούσα εργασία αποτελεί μια προσπάθεια διερεύνησης της κατάρτισης και της ετοιμότητας ή μη των εκπαιδευτικών που υπηρετούν σε σχολικές μονάδες πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης σε περιπτώσεις επειγουσών ιατρικών αναγκών των μαθητών, όπως είναι η παροχή πρώτων βοηθειών. Σκοπός της είναι να επισημάνει τη
σπουδαιότητα της επιμόρφωσης των εκπαιδευτικών πάνω στη διαχείριση τέτοιων περιστατικών.

Όπως ορίζει η κείμενη νομοθεσία (Φ.353.1/324/105657/Δ1/16-10-2002 ΦΕΚ 1340Β Υπουργική Απόφαση, αρ. 36 «Καθήκοντα και αρμοδιότητες εκπαιδευτικών διδασκόντων»), οι εκπαιδευτικοί δεν υποχρεούνται να έχουν ιατρικές ή φαρμακευτικές γνώσεις, όπως για την χορήγηση ενός φαρμάκου, υποχρεούνται όμως να παράσχουν τις απαραίτητες πρώτες βοήθειες στους μαθητές σε μια περίπτωση ανάγκης. Σε μια περίπτωση έκτακτου σοβαρού ιατρικού περιστατικού, οι δε Διευθυντές οφείλουν μόνο να καλούν το 166 και να ενημερώνουν τους γονείς του
μαθητή.

Στην κοντινή μας Κυπριακή Δημοκρατία το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού (2013) διευκρινίζει πως σε περίπτωση σοβαρού τραυματισμού μαθητή πρέπει να ακολουθηθούν τα παρακάτω βήματα:

1. Άμεση παροχή πρώτων βοηθειών στον πάσχοντα από κάποιο μέλος του διδακτικού προσωπικού.
2. Κλήση ασθενοφόρου.
3. Επικοινωνία με τον κηδεμόνα του μαθητή από τη διεύθυνση του σχολείου.
4. Ενημέρωση της προϊστάμενης αρχής.

Από τα παραπάνω προκύπτει ότι το πρώτο και κρισιμότερο βήμα στην αντιμετώπιση ενός ατυχήματος στο σχολείο είναι η σωστή και στοχευμένη παροχή πρώτων βοηθειών από τους εκπαιδευτικούς.

Εύκολα, ωστόσο, κατανοεί κανείς ότι σε έναν χώρο, όπως μια σχολική μονάδα, όπου μπορεί να συνυπάρχουν εκατοντάδες παιδιά καθημερινά, είναι πρακτικά αδύνατο να εξαλειφθεί η πιθανότητα ενός ατυχήματος. Ο κίνδυνος, ειδικά, αυξάνει όσο μικρότερη είναι η ηλικία των μαθητών. Συγκεκριμένα για την Ελλάδα, τα ατυχήματα
αποτελούν την πρώτη αιτία θανάτου για παιδιά άνω του ενός έτους (ΚΕΕΛΠΝΟ, 2013), ενώ ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας επισημαίνει ότι τα ατυχήματα ευθύνονται για το 40% των θανάτων παιδιών ηλικίας ως 18 ετών.

Η πολλές φορές μη επαρκής κατάρτιση των εκπαιδευτικών σε θέματα πρώτων βοηθειών μπορεί, λοιπόν, να αποβεί ως και μοιραία σε κάποιες περιπτώσεις. Για τον λόγο αυτό αποτελεί επιτακτική ανάγκη η επιμόρφωσή τους μέσω ημερίδων και ειδικών πρακτικών σεμιναρίων, που μπορούν να οργανωθούν από τις κατά τόπους Διευθύνσεις Εκπαίδευσης σε συνεργασία με τοπικούς φορείς Υγείας.

1. Θεωρητικό πλαίσιο

1.1. Βασικές έννοιες

Με τον όρο ατύχημα περιγράφουμε ένα γεγονός το οποίο προκαλείται από έναν εξωτερικό παράγοντα που δεν εξαρτάται από τον άνθρωπο, έχει γρήγορη δράση και προκαλεί σωματική ή διανοητική βλάβη (Τσουμάκας, 2006).

Παρότι το ατύχημα ετυμολογικά προέρχεται από τις λέξεις α-τύχημα, δηλαδή οφείλεται σε έλλειψη τύχης, μπορούμε εύκολα να συμπεράνουμε ότι τα περισσότερα από αυτά οφείλονται κυρίως στον άνθρωπο. Τα δε αίτιά τους οφείλονται κυρίως στον πολιτισμό, στο βιοτικό επίπεδο, στο περιβάλλον διαβίωσης, στην έλλειψη κυκλοφοριακής αγωγής κ.α.(Κυρίτση – Κουκουλάκη, 1995, Μαυροειδής, 2002).

Για να ανταποκριθούμε με επιτυχία σε ένα ατύχημα, πολλές φορές θα χρειαστεί να εφαρμόσουμε επιτυχημένα τεχνικές πρώτων βοηθειών.

Με τον όρο πρώτες βοήθειες αναφερόμαστε στις ενέργειες που προβαίνουμε για να βοηθήσουμε σε ένα
περιστατικό τραυματισμού ή ξαφνικής ασθένειας που απειλεί ένα άτομο, μέχρις ότου μπορέσει να του παρασχεθεί επαγγελματική ιατρική φροντίδα. Αυτό ακριβώς το χρονικό διάστημα, μέχρι δηλαδή την μεταφορά του ασθενή σε κάποια μονάδα υγείας μπορεί να είναι κρίσιμο για τη μετέπειτα ζωή του (Πορφυριάδου, 2015).

Σε καμία περίπτωση, ωστόσο, δεν υποκαθιστούν οι πρώτες βοήθειες την παροχή επαγγελματικής βοήθειας σε δημόσιες ή ιδιωτικές ιατρικές εγκαταστάσεις. Σκοπός ενός ατόμου που παρέχει πρώτες βοήθειες είναι η διατήρηση της ζωής του ασθενή, η πρόληψη τυχόν επιδείνωσής του, η ανακούφιση από τον πόνο και η βοήθεια για
ανάνηψη (Γερασιμάτος & Καραγιάννης, 2009).

Το ποσοστό των ασθενών που έχουν δεχθεί πρώτες βοήθειες κυμαίνεται μεταξύ 10,7% και 65%, ωστόσο, στο 83,7% εξ’ αυτών δόθηκαν με λανθασμένο τρόπο (TANNVIK et al., 2012).

Για να αποδειχθεί η κρισιμότητα της παροχής πρώτων βοηθειών, αρκεί να αναφέρουμε ότι το 52% των θανάτων από ατυχήματα συμβαίνει κατά το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί από την στιγμή του ατυχήματος, μέχρις ότου ο ασθενής μεταφερθεί σε κάποια μονάδα Υγείας (Søreide et al., 2007).

«Παγίδες» των πρώτων βοηθειών

Όταν κάποιος εκπαιδευτεί στις πρώτες βοήθειες, διακατέχεται από μια αίσθηση σιγουριάς και δύναμης απέναντι στα αναπάντεχα και τα δυσάρεστα. Νιώθει ότι έχει τα κατάλληλα εφόδια να ανταπεξέλθει σε μια δύσκολη περίσταση. Είναι όμως πάντοτε έτσι;

Σύμφωνα με τη Βεσκούκη (1999), όχι ακριβώς.

Μια καλή εκπαίδευση ενός πολίτη συχνά τον οδηγεί στο να υπερεκτιμά τις δυνατότητές του. Στο σημείο αυτό, πρέπει να τονίσουμε ότι συνήθως ο πολίτης είναι ο πρώτος που αποκρίνεται σε ένα ατύχημα και όχι οι επίσημες μονάδες υγείας και περίθαλψης (π.χ. σε ένα τροχαίο ατύχημα θα σπεύσει ένας παρευρισκόμενος).

Ένας πολίτης πρέπει πάντοτε να θυμάται ότι δεν έχει ιατρικές γνώσεις και δεν μπορεί να δρα αντί ενός ιατρού. Πρέπει πάντα να περιορίζεται στις γνώσεις που έλαβε κατά την εκπαίδευσή του και να μην αυτοσχεδιάζει. Αυτός ο αυτοσχεδιασμός μπορεί, σε πολλές καταστάσεις, να αποβεί μέχρι και μοιραίος.

Συχνά, ακόμη, παρατηρείται ότι το άτομο που παρέχει τις πρώτες βοήθειες απορροφάται τόσο από το περιστατικό, που συχνά ξεχνά ή καθυστερεί σημαντικά να καλέσει βοήθεια από τις αρμόδιες αρχές, με ό,τι επιπτώσεις μπορεί να έχει αυτό στη σωματική ακεραιότητα του θύματος.

Η έκκληση για βοήθεια είναι ένα από τα πρώτα βήματα που οφείλει να ακολουθεί αυτός που παρέχει πρώτες βοήθειες.

Η εκπαίδευση στις πρώτες βοήθειες δεν μπορεί να είναι επιφανειακή. Πρέπει να έχει γίνει απόλυτο «κτήμα» του εκπαιδευόμενου, ώστε σε μια περίπτωση ανάγκης, όπου κάθε δευτερόλεπτο μετράει, η γνώση, η σωστή εκτίμηση της κατάστασης και του τι πρέπει να γίνει να βγαίνει πηγαία από μέσα του. Εάν αυτό δε συμβεί, υπάρχουν
μεγάλες πιθανότητες να μεσολαβήσουν εσφαλμένοι χειρισμοί και αυτοσχεδιασμοί (Βεσκούκη, 1999).

Για τον λόγο αυτό, δε μπορούμε να μιλάμε για θεωρητική κατάρτιση (μόνο) του εκπαιδευόμενου. Σαφέστατα είναι πολύ βασική και πρέπει να συνοδεύεται από αντίστοιχα εγχειρίδια υψηλού επιπέδου. Ωστόσο, δε συγκρίνεται με
τη σπουδαιότητα και την αναγκαιότητα της πρακτικής εξάσκησης. Χωρίς την πρακτική εξάσκηση δε μπορούμε να μιλάμε για βαθιά γνώση των πρώτων βοηθειών.

Στο σημείο αυτό πρέπει να αναφέρουμε ότι κατά την πρακτική εξάσκηση, οι εκπαιδευόμενοι εκπαιδεύονται πάνω σε προπλάσματα (κούκλες), καθώς δε γίνεται να αναπαραχθούν οι ίδιες συνθήκες όλων των πιθανών ατυχημάτων και δεν θα ήταν ασφαλές για τη σωματική ακεραιότητα αυτών που θα παρομοίαζαν τα θύματα
(Πονηρού, 2014)

Κατά την εξάσκηση είναι, επίσης, σημαντικό να εξοικειωθεί ο εκπαιδευόμενος με τη θέα του αίματος καθώς και την ιδέα του θανάτου, όχι τόσο με την έννοια της αποδοχής, αλλά το ακριβώς αντίθετο, ότι δηλαδή προβαίνοντας σε
ορισμένες ενέργειες μπορεί αν τον αποφύγει ή, ως ένα βαθμό, να τον αντιστρέψει (Βεσκούκη, 1999).

Δυστυχώς, άλλη μια «παγίδα» των πρώτων βοηθειών είναι η αδράνεια των γνώσεων.
Γνώσεις που έχουν καιρό να χρησιμοποιηθούν, τείνουν να ξεχνιούνται. Ακόμα χειρότερα, τείνουν να μπερδεύονται μεταξύ τους, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει σε σημαντικά λάθη. Συγκεκριμένα, αυτό μπορεί να συμβεί μέσα σε μόλις ένα έτος από την απονομή της πιστοποίησης των πρώτων βοηθειών. (Βεσκούκη, 1999)

Δεν πρέπει ακόμη να ξεχνάμε ότι οι πρώτες βοήθειες βασίζονται σε αρχές της ιατρικής επιστήμης. Και η ιατρική, ως επιστήμη, τείνει να προχωρά και να εξελίσσεται καθημερινά. Αυτό σημαίνει ότι συχνά μπορεί να προκύπτουν νέες
οδηγίες για τη σωστή αντιμετώπιση μιας κατάστασης, οι οποίες να αναιρούν ή να έρχονται σε αντίθεση με τις παλιές.

Συνεπώς, ο γνώστης των πρώτων βοηθειών πρέπει πάντα να παραμένει ενήμερος για τις νέες εξελίξεις και να παρακολουθεί την πρόοδο και τις αλλαγές που σημειώνονται στον τομέα των πρώτων βοηθειών. Για τους λόγους αυτούς είναι απαραίτητη η επανεξέταση των γνώσεών του ανά κάποιο χρονικό διάστημα από τον φορέα ο οποίος του παρείχε την πιστοποίησή του, όπως συμβαίνει π.χ. στην Αμερική (Βεσκούκη, 1999).

Ένα άλλο σημαντικό σημείο που πρέπει να θυμάται ένας εθελοντής πρώτων βοηθειών είναι ότι πρέπει να ζητήσει άδεια από το θύμα ή από το οικογενειακό περιβάλλον του θύματος για το βοηθήσει, αφού δηλώσει την ιδιότητά του. Εάν αυτό είναι αδύνατο, τότε δεχόμαστε ότι προέβη ερήμην του θύματος στην παροχή πρώτων
βοηθειών για να του σώσει τη ζωή. (Βεσκούκη, 1999)

Δεν πρέπει, ακόμη, να ξεχνάμε ότι συχνά το ίδιο το άτομο που παρέχει τις πρώτες βοήθειες μπορεί να κινδυνέψει σημαντικά. Παρότι κατά την εκπαίδευση τονίζεται συχνά ότι πρέπει να γίνεται σωστή εκτίμηση της κατάστασης και ο αρωγός να αποφεύγει να επέμβει αν αυτό θέτει σε κίνδυνο τη σωματική του ακεραιότητα, εντούτοις αυτό μερικές φορές παραγκωνίζεται μπροστά στο αίσθημα του αλτρουισμού.

Ο αρωγός μπορεί να τραυματιστεί στην προσπάθειά του να βοηθήσει το θύμα, μετατρέποντας έτσι και τον εαυτό του σε θύμα και στερώντας τη βοήθειά του από άλλα άτομα που μπορεί να τη χρειάζονταν. Γι’ αυτό οι ηρωισμοί είναι κάτι που πρέπει να αποφεύγεται. Ακόμη, δεν πρέπει να ξεχνάμε και την (μικρή, έστω) πιθανότητα μόλυνσης του βοηθού από το θύμα, αν αυτό μεταφέρει κάποια ασθένεια, μέσω του αίματος που συνήθως υπάρχει σε ένα ατύχημα. Στην περίπτωση βέβαια αυτή θα πρέπει και ο βοηθός να έχει κάποια πληγή και το αίμα του θύματος να έρθει σε επαφή με το δικό του. (Βεσκούκη, 1999)

Τέλος, ένας συχνός φόβος αυτών που παρέχουν πρώτες βοήθειες είναι η περίπτωση μήνυσης εκ μέρους του θύματος ή της οικογένειάς του σε περίπτωση που κάνει κάτι λάθος ή που δεν καταφέρει να σώσει το θύμα. Σε χώρες του εξωτερικού οι άνθρωποι αυτοί προστατεύονται από κάθε νομική συνέπεια. Στην Ελλάδα όμως υπάρχει
νομοθετικό κενό σχετικά με αυτό το θέμα. Υπάρχουν κάποιοι κανόνες που αντλούνται από τον όρκο του Ιπποκράτη και τη διεθνή νομοθεσία και βιβλιογραφία.

Παρόλα αυτά ο ποινικός κώδικας της Ελλάδας, όπως θα δούμε παρακάτω, δεν διαθέτει κάποια διάταξη για την προστασία του ατόμου που παρέχει τις πρώτες βοήθειες. (Βεσκούκη, 1999)

Βασικές Έννοιες και «Παγίδες» των Πρώτων Βοηθειών (ΑΠΟΨΕΙΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΓΚΗ ΕΠΙΜΟΡΦΩΣΗΣ ΣΕ ΘΕΜΑΤΑ ΠΡΩΤΩΝ ΒΟΗΘΕΙΩΝ) (Μέρος Πρώτο)

Σχολικά ατυχήματα: Πότε είναι πιο πιθανό να συμβεί ένα ατύχημα σε ένα σχολικό χώρο; Ομάδες αυξημένου κινδύνου – Πρώτες Βοήθειες στα παιδιά (ΑΠΟΨΕΙΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΓΚΗ ΕΠΙΜΟΡΦΩΣΗΣ ΣΕ ΘΕΜΑΤΑ ΠΡΩΤΩΝ ΒΟΗΘΕΙΩΝ) (Μέρος Δεύτερο)

Επιμόρφωση στις Πρώτες Βοήθειες και Εκπαιδευτικοί (ΑΠΟΨΕΙΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΓΚΗ ΕΠΙΜΟΡΦΩΣΗΣ ΣΕ ΘΕΜΑΤΑ ΠΡΩΤΩΝ ΒΟΗΘΕΙΩΝ) (Μέρος Τρίτο)

Το νομικό πλαίσιο στην Ελλάδα σχετικά με την παροχή Πρώτων Βοηθειών από τους Εκπαιδευτικούς ΑΠΟΨΕΙΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΓΚΗ ΕΠΙΜΟΡΦΩΣΗΣ ΣΕ ΘΕΜΑΤΑ ΠΡΩΤΩΝ ΒΟΗΘΕΙΩΝ) (Μέρος Τέταρτο)

Παραδείγματα κατάρτισης εκπαιδευτικών στην παροχή πρώτων βοηθειών σύμφωνα με τις βασικές τους σπουδές (ΑΠΟΨΕΙΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΓΚΗ ΕΠΙΜΟΡΦΩΣΗΣ ΣΕ ΘΕΜΑΤΑ ΠΡΩΤΩΝ ΒΟΗΘΕΙΩΝ) (Μέρος Πέμπτο)

ΑΠΟΨΕΙΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΓΚΗ ΕΠΙΜΟΡΦΩΣΗΣ ΣΕ ΘΕΜΑΤΑ ΠΡΩΤΩΝ ΒΟΗΘΕΙΩΝ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ
της φοιτήτριας ΔΙΚΟΠΟΥΛΟΥ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗΣ Α.Μ. : 003/2016

ΔΙΑΣΩΣΤΕΣ ΡΟΔΟΥ