Μεταπηδήστε στο περιεχόμενο
Αρχική » Αρθρογραφία και Δράσεις » Υγεία » Σωματικές και ψυχικές επιπτώσεις που βιώνει ο ασθενής με καρκίνο και νοσηλευτικές παρεμβάσεις – Επιπτώσεις του καρκίνου (Μέρος Δεύτερο)

Σωματικές και ψυχικές επιπτώσεις που βιώνει ο ασθενής με καρκίνο και νοσηλευτικές παρεμβάσεις – Επιπτώσεις του καρκίνου (Μέρος Δεύτερο)

Επιπτώσεις του καρκίνου

Η ψυχική κατάσταση, από αρχαιοτάτων χρόνων είναι γνωστό ότι επηρεάζει σε σημαντικό βαθμό την σωματική υγεία. Στην ύπαρξη ψυχικών διαταραχών αποδίδονται συνήθως σοβαρές και καταληκτικές ασθένειες. «Έβγαλα καρκίνο, από την στεναχώρια μου», είναι η γνωστή λαϊκή ρήση που σίγουρα έχετε ακούσει. Η σύγχρονη επιστημονική έρευνα τεκμηρίωσε αυτές τις εμπειρικές παρατηρήσεις. Η κατάθλιψη σχετίζεται με την αύξηση των επιπέδων κορτιζόλης στον οργανισμό, που έχει σαν φυσικό επακόλουθο την εξασθενήσει της ανοσολογικής αντίδρασης σε εξωγενή και ενδογενή ερεθίσματα (Nτουράκης, 2007).

Η ύπαρξη της κατάθλιψης, σύμφωνα με μελέτες που έχουν γίνει σχετικά, επιδρά ίσως ακόμα και στον ρυθμό της καρκινογένεσης. Η εμφάνιση, καθώς επίσης η πρόγνωση χρόνιων ή καταληκτικών νόσων, σχετίζονται άμεσα με την αντιμετώπιση της κατάθλιψης και του άγχους. Εφόσον ο ασθενής πιστέψει στην αγωγή που λαμβάνει, η πρόγνωση της αρρώστιας επηρεάζεται θετικά, σύμφωνα με τις περισσότερες έρευνες για την αποτελεσματικότητα των φαρμάκων, που περιλαμβάνουν συγκρίσεις με εικονικό φάρμακο (Σαπουντζή, 2014).

Επομένως βάση όλων αυτών των δεδομένων, βγαίνει το συμπέρασμα ότι, πρέπει να μειώνεται το άγχος σε κάθε ασθενή με χρόνια και βαριά νόσο. Επίσης πρέπει να αντιμετωπίζεται η συχνά συνυπάρχουσα κατάθλιψη, σε συνδυασμό με την αύξηση του επιπέδου της ελπίδας στην θεραπεία που του προτείνεται από τον γιατρό του, για την υποκείμενη νόσο. Ο κλινικός γιατρός που παρακολουθεί τον ασθενή, οφείλει να διαγνώσει την ύπαρξη αυτών των ψυχικών νόσων του άγχους και της κατάθλιψης, παρόλο που πολλές φορές αυτό δεν είναι εύκολο.

 Η δυσκολία έγκειται στο γεγονός ότι τα συμπτώματα μπορεί να οφείλονται στην υποκείμενη χρόνια ή κακοήθη νόσο. Μερικά από αυτά τα συμπτώματα είναι, για την κατάθλιψη εύκολη κόπωση, έλλειψη ενέργειας, ανορεξία, αϋπνία, μείωση της διάθεσης και για το άγχος ανησυχία, ταχυκαρδία, ενοχλήματα από το αναπνευστικό, το γαστρεντερικό και το ουροποιητικό σύστημα (Meredil, 2016).

Ο πλέον έμπειρος, που ίσως μπορέσει να κάνει την διάγνωση με μεγαλύτερη βεβαιότητα είναι ο ειδικός ψυχίατρος, όπου και ζητείται η συμβουλή του. Επίσης για την καλύτερη αντιμετώπιση των ψυχικών διαταραχών των ασθενών αυτών, ο ψυχίατρος θα μπορέσει να συμβουλεύσει καλύτερα.

Μια ψυχοθεραπευτική υποστηρικτική στάση του γιατρού και του περιβάλλοντος, συγγενικού ή νοσηλευτικού, σε πολλές περιπτώσεις αρκεί. Σε άλλες όμως, απαιτείται φαρμακευτική ενίσχυση με αγχολυτικά ή και αντικαταθλιπτικά φάρμακα. Μεγάλη σημασία έχει στην τελευταία περίπτωση, η επιλογή του κατάλληλου φαρμάκου. Πρέπει να έχει τις λιγότερες παρενέργειες και το μικρότερο βαθμό αλληλεπίδρασης με τα φάρμακα που ήδη λαμβάνει ο ασθενής. Για να αποφευχθούν τοξικά φαινόμενα, θα πρέπει να υπάρχει η γνώση της οδού μεταβολισμού των αντικαταθλιπτικών φαρμάκων, καθότι τα φάρμακα συνήθως μεταβολίζονται στο συκώτι (Hobgin, 2009).

1.4.1. Ανορεξία

Η ανορεξία είναι μία από τις συχνότερες παρενέργειες της χημειοθεραπείας. Επίσης, μπορεί να εμφανιστεί σε ασθενείς, που υποβάλλονται σε ακτινοθεραπεία. Σε ορισμένες περιπτώσεις, η ανορεξία συσχετίζεται με το στρες, το άγχος, την κατάθλιψη ή θεωρείται συνέπεια της νόσου. Κάθε ασθενής είναι πολύ σημαντικό να τρέφεται σωστά. Μπορεί να είναι δύσκολο να διατηρήσει την όρεξή του όταν πονάει το στόμα του και η γλώσσα του είναι ερεθισμένη ή δυσκολεύεται να καταπιεί. Οι παρενέργειες αυτές διαρκούν μόνο 3 – 8 ημέρες. Εάν η ανορεξία επιμείνει, ο ασθενής πρέπει να αναζητήσει την συμβουλή ιατρού ή διαιτολόγου (Μάλλιου, 2006).

1.4.2. Διάρροια

Η διάρροια χαρακτηρίζεται από αυξημένη κινητικότητα του εντέρου και υδαρείς κενώσεις. Μερικές φορές, οι συσπάσεις του εντέρου είναι επώδυνες. Η διάρροια μπορεί να οφείλεται στην χημειοθεραπεία, την ακτινοθεραπεία (σε ακτινοβόληση της κοιλιακής χώρας), το σύνδρομο δυσαπορρόφησης (λόγω χειρουργικής επέμβασης στο έντερο)      ή          μερικές            φορές   σε        εντερικές         φλεγμονές       ή        λοιμώξεις.

Η αποτελεσματική αντιμετώπιση της διάρροιας προϋποθέτει τον εντοπισμό του αιτίου. Ο ασθενής πρέπει να απευθυνθεί – για την αντιμετώπιση της διάρροιας – στον ιατρό, ο οποίος θα του συστήσει την κατάλληλη θεραπευτική αγωγή. Η διάρροια μπορεί να προκαλέσει αφυδάτωση (μείωση των υγρών του οργανισμού κάτω από τα φυσιολογικά επίπεδα).

Για να αντικατασταθούν τα υγρά, το σάκχαρο και το αλάτι που χάνεται, μία καλή οδηγία είναι να λαμβάνει ο ασθενής το εξής σκεύασμα: 1 λίτρο βραστό νερό, 1 κουταλιά της σούπας (5 ml) αλάτι, 1 κουταλιά της σούπας (5 ml) μαγειρική σόδα, 4 κουταλιές της σούπας (20 ml) ζάχαρη και άρωμα για γεύση.

Πριν από την λήψη του σκευάσματος, όμως, συνιστάται ο ασθενής να επικοινωνήσει με τον ιατρό, ώστε να είναι σίγουρος ότι θα το ανεχθεί ο οργανισμός του.

Η διάρροια οδηγεί και σε μειωμένα επίπεδα καλίου, οι απώλειες του οποίου πρέπει να αντικατασταθούν. Σημειώνεται ότι η αφυδάτωση και οι απώλειες ουσιών – ηλεκτρολυτών (που παρατηρούνται εξαιτίας της διάρροιας) απαιτούν την εκτίμηση ιατρού για την αντιμετώπισή τους.

Ορισμένοι άνθρωποι γεννιούνται με δυσανεξία στην λακτόζη, ενώ άλλοι αναπτύσσουν αυτήν την διαταραχή καθώς μεγαλώνουν.

Η δυσανεξία οφείλεται σε έλλειψη της λακτάσης, που είναι το ένζυμο διάσπασης της λακτόζης του γάλακτος στο έντερο. Η διαταραχή εκδηλώνεται με κοιλιακό πόνο και διάρροια. Μερικές φορές, η έλλειψη λακτάσης εμφανίζεται μετά από χειρουργική επέμβαση στο έντερο, ακτινοθεραπεία (ακτινοβόληση της κοιλιακής χώρας) ή χημειοθεραπεία (Μυλώνας, 2008).

1.4.3. Δυσκοιλιότητα

Η δυσκοιλιότητα οφείλεται σε μειωμένη περισταλτικότητα του εντέρου και συνεπάγεται παραμονή σκληρών κοπράνων στο ορθό ή το παχύ έντερο, με αποτέλεσμα ο ασθενής να νιώθει «φουσκωμένος». Εάν η δυσκοιλιότητα παραταθεί μπορεί να προκαλέσει κοπρόσταση. Η δυσκοιλιότητα και η κοπρόσταση πρέπει να προλαμβάνονται, ώστε να μην εμφανίζεται διάταση και πόνος (Carelle, 2012).

Άλλωστε, καρδιακές, πνευμονικές ή γαστρεντερολογικές παθήσεις μπορεί να επιδεινωθούν εξαιτίας της πίεσης που προκαλεί η κοπρόσταση (Μελέκος, 2013).

1.4.4. Ναυτία και εμετός 

Η ακτινοθεραπεία και η χημειοθεραπεία προκαλούν μια σειρά παρενεργειών, λόγω της δράσης τους στα ταχέως αναπτυσσόμενα κύτταρα του οργανισμού, όπως στη γαστρεντερική οδό. Οι περισσότερες από τις παρενέργειες είναι προσωρινές, καθώς τα υγιή κύτταρα έχουν την αξιοσηµείωτη δυνατότητα να ανανεώνονται.

Η ναυτία και ο έμετος είναι οι πιο συνηθισμένες παρενέργειες της θεραπείας του καρκίνου και προκαλούν μεγάλη δυσφορία. Λόγω του ότι ο αριθμός των ασθενών που χρειάζονται τη χημειοθεραπεία αυξάνεται ολοένα και περισσότερο, γίνεται αντιληπτό ότι το πρόβλημα του έμετου και της ναυτίας καθίσταται εκ των πλέον σοβαρών μορφών τοξικότητας.

Υπολογίζεται ότι 7 έως 8 στους 10 ασθενείς που υποβάλλονται σε θεραπεία για τον καρκίνο εκδηλώνουν ναυτία και έμετο. O έμετος είναι αντανακλαστικός μηχανισμός. Είναι η βίαια αποβολή του περιεχομένου του στομάχου (ή και μέρους του εντέρου) από το στόμα.

Η αποβολή αυτή του γαστρεντερικού περιεχομένου ολοκληρώνεται σε τρεις φάσεις. Η τοξικότητα που συνδέεται με την χημειοθεραπεία προκαλεί παρενέργειες στο γαστρεντερικό σύστημα, που εμφανίζονται μετά τη θεραπεία και μπορεί να επιμένουν ως 24 ώρες μετά. O μηχανισμός με τον οποίο προκαλούν εμετό τα χημειοθεραπευτικά φάρμακα και η ακτινοθεραπεία δεν είναι πλήρως γνωστός. Ως φαίνεται όμως, τα φάρμακα επηρεάζουν την έκκριση ορισμένων ουσιών από το λεπτό έντερο, ενεργοποιώντας έτσι μια αλληλουχία μηχανισμών που οδηγούν στη ναυτία και στον εμετό (Μητρόπουλος, 2005).

1.4.5.Διατροφικές διαταραχές 

Η διατροφή κατέχει σημαντικό ρόλο στην ημερήσια φροντίδα ενός καρκινοπαθούς ασθενή, ο οποίος ακολουθεί μια αγωγή ή ακόμη και αν έχει περάσει πρόσφατα μέσα από αυτή. Το ημερήσιο διατροφικό πλάνο μπορεί να χρησιμοποιείται στα πλαίσια μιας υγιεινής διατροφής του ασθενή, καθώς μπορεί επίσης να καλύπτει και τεχνητά θρεπτική διατροφική υποστήριξη του ατόμου. Σκοπός της δημιουργίας ενός ισορροπημένου θρεπτικού πλάνου είναι η τρέχουσα κάλυψη σε θρεπτικά στοιχεία, η αντιμετώπιση θρεπτικών προβλημάτων καθώς και η μείωση πιθανών μελλοντικών προβλημάτων στη διατροφή. Η διαδικασία της θεραπείας, στην οποία υποβάλλονται οι ασθενείς (χημειοθεραπεία, ακτινοθεραπεία) συχνά προκαλεί:

  • Διαταραχές στην πρόσληψη θρεπτικών στοιχείων από τις τροφές
  • Διαταραχές στους ηλεκτρολύτες
  • Απώλεια της όρεξης
  • Ναυτία
  • Έμετο
  • Διάρροια (Μητρόπουλος, 2005).

Όλες αυτές οι επιπτώσεις οδηγούν σε διατροφικές διαταραχές, που οδηγούν στην κακή διατροφή άρα κατά συνέπεια, στην κακή ποιότητα ζωήςΣε έρευνα που έγινε από τα τμήματα Διατροφής και Ογκολογίας του Πανεπιστημίου της Alberta το 2006, εξετάστηκαν 66 άτομα ασθενείς οι οποίοι ακολουθούσαν θεραπεία χημειοθεραπείας, σε θέματα διατροφής κατά τη διάρκεια της θεραπείας τους.

Τα αποτελέσματα έδειξαν πως το 86% των ασθενών παρουσίασαν δυσλειτουργία στην οσμή και τη γεύση. Αυτή η κατάσταση που ονομάζεται χημείο-αισθητηριακή δυσλειτουργία, διαρκεί και μετά το τέλος της χημειοθεραπείας ή της ακτινοθεραπείας. Τα άτοµα που έχουν καρκίνο µπορεί να χάσουν την όρεξή τους λόγω της ασθένειας, της θεραπείας, της κόπωσης, της αλλαγής στην γεύση, του πόνου, της θλίψης, της ναυτίας ή του έμετου. Η απώλεια κιλών είναι συνέπεια αυτών των διαταραχών (Παπανουδάκη, 2012).

1.4.6.Διαταραχές συνείδησης

Με την έννοια διαταραχές συνείδησης ορίζονται τα προβλήματα σε νοητικές λειτουργίες του εγκεφάλου όπως η σκέψηη αντίληψη, η μνήμηη συγκέντρωση και η συμπεριφοράΟι διαταραχές αυτές μπορεί να επηρεάσουν πολλές πτυχές της καθημερινής ζωής όπως την ικανότητα για εργασία και την αποπεράτωση καθημερινών απλών διαδικασιών (Luker, 2016).

Ορισμένες μέθοδοι παρέμβασης και θεραπείας σε ασθενείς με καρκίνο μπορούν να προκαλέσουν διαταραχές συνείδησης. Το να βιώνεις διαταραχές στη μνήμη, στην αυτοσυγκέντρωση και την αντίληψη είναι ιδιαίτερα στρεσσογόνο και επώδυνο. Είναι ξαφνικές αλλαγές στη καθημερινότητα που οι ασθενείς είναι απροετοίμαστοι να δεχτούν. Τις περισσότερες φορές τα προβλήματα αυτά, που σχετίζονται με τον καρκίνο, είναι παροδικά και αναστρέψιμα ενώ κάποια από αυτά επιμένουν αλλά αντιμετωπίζονται με την φροντίδα των ειδικών και ανακουφίζουν τον ασθενή (Houts, 2011).

Οι διαταραχές αυτού του είδους μπορεί να εμφανιστούν σε όλους τους ασθενείς με καρκίνο που ακολουθούν χημειοθεραπεία και ακτινοθεραπεία. Οι πιο επιρρεπείς στην ανάπτυξη των διαταραχών συνείδησης είναι οι ασθενείς που παρουσίασαν καρκίνο σχετικό με το Κεντρικό Νευρικό Σύστημα (ΚΝΣ) και ακολούθησαν θεραπεία επικεντρωμένη σε αυτό (εγκέφαλος, σπονδυλική στήλη, νωτιαίος μυελός κτλ). Οι διαταραχές συνείδησης μπορούν να συνδεθούν επίσης, με υψηλές δόσεις χημειοθεραπείας, με χειρουργική αφαίρεση όγκου σε σημεία του εγκεφάλου (Hill, 2003).

1.4.7. Ερεθισμός στοματικής κοιλότητας

Όλες οι ογκολογικές θεραπείες μπορεί να έχουν επιπτώσεις στο στόμα, τόσο κατά τη διάρκεια όσο και μετά τη θεραπεία. Οι επιπλοκές μπορεί να είναι οξείες (κατά τη διάρκεια) και χρόνιες (μετά το πέρας της θεραπείας). Η ακτινοθεραπεία στο κεφάλι και στο λαιμό και η χημειοθεραπεία προκαλούν απ’ ευθείας βλάβες στο στόμα, τους σιαλογόνους αδένες και τις γνάθους (Cassilesh, 2011). 

Επιπλέον, η χημειοθεραπεία εξασθενίζει το ανοσοποιητικό σύστημα και διευκολύνει, ακόμη, την ανάπτυξη λοιμώξεων. Οι επιπλοκές, που μπορεί να παρουσιαστούν, από τη χημειοθεραπεία και την ακτινοθεραπεία στην περιοχή της κεφαλής και του λαιμού είναι παρόμοιες. Οι κυριότερες από τις επιπλοκές αυτές είναι:

  • Η βλεννογονίτιδα
  • Οι λοιμώξεις του βλεννογόνου του στόματος
  • Ο πόνος
  • Οι ουλορραγίες
  • Οι μεταβολές στη γεύση
  • Το ξερό στόμα
  • Δυσκολία στη διατροφή, απώλεια βάρους
  • Δυσκολία στη λήψη νερού, αφυδάτωση
  • Τερηδόνες και ουλίτιδα
  • Διαταραχές στην ανάπτυξη των δοντιών στα παιδιά (Ancoli, 2006).

Όσο πιο καθαρό είναι το στόμα, τα δόντια και τα ούλα, τόσο πιο λίγες θα είναι και οι επιπτώσεις. Η προφύλαξη και ο έλεγχος των επιπλοκών στο στόμα, με τη συμβολή του Οδοντιάτρου, θα βελτιώσει την ποιότητα ζωής και την αποτελεσματικότητα της ογκολογικής θεραπείας (Anjos, 2006).

1.4.8. Κόπωση

Κούραση, ένα συνεχές αίσθημα κόπωσης και εξάντλησης, συχνό και γνωστό σε πολλούς ασθενείς. Το αίσθημα αυτό μπορεί να διαρκέσει για βραχύ χρονικό διάστημα ή για μεγάλο χρονικό διάστημα, οπότε και αναφερόμαστε στο χρόνιο αίσθημα της κούρασης, το οποίο δεν ανακουφίζεται και απλά παρουσιάζει αυξομειώσεις (Παπαδημητρίου, 1996).

Πολλοί ασθενείς με καρκίνο που έκαναν θεραπεία ή βρίσκονται κατά τη διάρκεια αυτής καλούνται να ζήσουν με το χρόνιο αίσθημα της εξάντλησης, το οποίο είναι αποτέλεσμα αυτής, αλλά και αποτέλεσμα των ψυχολογικών μεταπτώσεων εξαιτίας της ασθένειας (Παπαδημητρίου, 1996).

Όταν κάποιος είναι ασθενής, είναι λογικό να επιθυμεί να γίνει γρήγορα καλά και να επιστρέψει στην ενεργό δραστηριότητα. Προς αυτόν τον σκοπό, κάθε πτυχή του προγράμματος αποκατάστασης είναι σημαντική (ψυχολογική – κοινωνική διάσταση, διατροφή, έλεγχος του πόνου κ.α.). Οι παρενέργειες της θεραπείας περιορίζουν την ενεργητικότητα του ασθενούς και αναστέλλουν την επιθυμία του για επιστροφή στην καθημερινή ζωή. Με την υποστήριξη της ομάδας υγείας, της οικογένειας και των φίλων του, ο ασθενής μπορεί να αντιμετωπίσει τις παρενέργειες και τελικά να τις ξεπεράσει (Παπαδημητρίου, 1996).

Ο όρος αφορά το αίσθημα κούρασης ακόμη και μετά ένα φυσιολογικό και καλής ποιότητας ύπνο, υπνηλία κατά τη διάρκεια της ημέρας, αίσθημα ξαφνικής και έντονης κούρασης, δυσκολία στην υλοποίηση των καθημερινών δραστηριοτήτων. Ανάγκη για διακοπή κάποιας δραστηριότητας πριν αυτή τελειώσει, δυσκολία στη συγκέντρωση, ευερεθιστότητα (Παπαδημητρίου, 1996).

Αποτέλεσμα αυτών των συμπτωμάτων είναι ψυχολογικές επιπτώσεις όπως ανησυχία, κατάθλιψη, απογοήτευση και ανία, αλλά και οργανικές όπως αναιμία, δυσκολία στην αναπνοή, αλλαγές στην καρδιακή λειτουργία, διαταραχές των ορμονών, μείωση του χρόνου και της ποιότητας του ύπνου, μείωση της ανταπόκρισης του ανοσοποιητικού συστήματος (Baile, 2010).

Έρευνες έδειξαν πως 30% των ατόμων που επέζησαν του καρκίνου ένιωσαν το αίσθημα της εξάντλησης και της συνεχούς κούρασης, συναίσθημα που κράτησε για χρόνιαΔεν είναι μικρή η ταλαιπωρία που έχει υποστεί ο οργανισμός εξαιτίας του καρκίνου αλλά και της τοξικότητας της θεραπείας του (χημειοθεραπεία, ακτινοθεραπεία). Επίσης υπάρχουν φάρμακα που χρησιμοποιούνται στην θεραπεία και προκαλούν αυτό το αίσθημα εξάντλησης.

Στις περισσότερες περιπτώσεις, τα ενεργειακά αποθέματα του ατόμου επιστρέφουν σε φυσιολογικά επίπεδα μέσα στους πρώτους 6 μήνες μετά το τέλος της θεραπείας. Μπορείτε να εργαστείτε με την θεραπευτική σας ομάδα (γιατρούς, νοσηλευτές κτλ) ώστε να αντιμετωπίσετε αυτού του είδους τα συμπτώματα, κατά τη διάρκεια της συνεργασίας σας και κυρίως μετά, γιατί το αίσθημα της συνεχούς εξάντλησης μπορεί να εμφανιστεί, πιο έντονα, αφού τελειώσετε τη θεραπεία σας. Οι καρκινοπαθείς αισθάνονται εύκολα κόπωση. Πιθανώς, ο όγκος να οδηγεί τον οργανισμό σε μία υπερμεταβολική κατάσταση (κατάσταση αυξημένης λειτουργίας) ή να ανταγωνίζεται τα φυσιολογικά κύτταρα στην αναζήτηση θρεπτικών υλικών. Διάφοροι παράγοντες, που συσχετίζονται με την θεραπεία, συμβάλλουν στην εμφάνιση της κόπωσης: • Πολλοί ασθενείς αισθάνονται ιδιαίτερα κουρασμένοι κατά την εφαρμογή ακτινοθεραπείας ή χημειοθεραπείας ή και μετά την ολοκλήρωσή τους. Οι θεραπείες αυτές πιθανώς να επιφέρουν κόπωση λόγω μεταβολικών αναγκών ή σχηματισμού τοξικών ουσιών, οι οποίες απελευθερώνονται από τα καρκινικά κύτταρα που καταστρέφονται.

  • Μερικά χημειοθεραπευτικά φάρμακα (π.χ. αλκαλοειδή της Vinca) προκαλούν κόπωση λόγω νευροτοξικότητας. Η χορήγηση αντιεμετικών και ηρεμιστικών περιπλέκουν το πρόβλημα.
  • Κατά την εφαρμογή ακτινοθεραπείας απαιτείται ενέργεια για την επιδιόρθωση των κατεστραμμένων ιστών. Πιθανώς να επιβάλλεται μία αύξηση κατά 20% των θερμίδων και των πρωτεϊνών στο διαιτολόγιο για όσο διαρκεί η θεραπεία. • Οι επιπλοκές της νόσου και οι παρενέργειες των θεραπειών (π.χ. αναιμία, λοιμώξεις, πυρετός) είναι δυνατό να αυξήσουν τόσο τις ενεργειακές απαιτήσεις που να μην είναι δυνατό να καλυφθούν χωρίς την λήψη κατάλληλων μέτρων.
  • Η κόπωση επιτείνεται από άλλες παρενέργειες ή συμπτώματα (απώλεια όρεξης, ναυτία, έμετοι, πόνος, αϋπνία, απώλεια μυϊκής δύναμης). Η μυϊκή εξασθένηση οδηγεί σε περίσσεια γαλακτικού οξέος στους μύες, το οποίο επιτείνει ακόμη περισσότερο την     κόπωση.

Ανεξάρτητα του αιτίου, η κόπωση μπορεί να καταστεί τόσο σοβαρή, ώστε να περιορίζει την ικανότητα του ασθενούς να λειτουργεί αποτελεσματικά. Επίσης, μπορεί να επηρεάσει την θεραπεία, οπότε απαιτείται περιορισμός της «επιθετικότητας» της θεραπευτικής αγωγής (Παπαδημητρίου, 1996).

1.4.9. Ψυχολογικές επιπτώσεις του καρκίνου

Ακόμα και αν κάποιος έχει καταφέρει να ξεπεράσει την ασθένεια, μπορεί να εξακολουθεί να δυσκολεύεται πολύ σε ψυχικό επίπεδο. Είναι σαφές ότι η ίδια η διάγνωση του καρκίνου μπορεί να προκαλέσει έντονα συναισθήματα θλίψης. Ωστόσο, ακόμα και αν κάποιος έχει καταφέρει να ξεπεράσει την ασθένεια, μπορεί να εξακολουθεί να δυσκολεύεται πολύ σε ψυχικό επίπεδο. Η έρευνα δείχνει ότι οι άνθρωποι που έχουν ζήσει τον καρκίνο έχουν σημαντικές πιθανότητες να βιώσουν κατάθλιψη (Harrison, 2011).

Οι επιπτώσεις της χημειοθεραπείας μπορεί να κάνουν τα άτομο να αισθάνεται ότι έχει χάσει τον έλεγχο της ζωής του, την αυτοκυριαρχία του και την αξιοπρέπειά του. Αλλά και μετά την θεραπεία, το βίωμα του καρκίνου επηρεάζει σημαντικά την ψυχική ισορροπία του ατόμου. Όπως ακριβώς η θεραπεία του καρκίνου μπορεί να επηρεάσει την σωματική υγεία, έτσι μπορεί να επηρεάσει και τον τρόπο που σκεφτόμαστε και νιώθουμε (Harrison, 2011).

Η εμπειρία του κάθε ατόμου με τον καρκίνο είναι διαφορετική. Κάποιοι αισθάνονται ότι πρέπει να είναι δυνατοί και να προστατεύσουν την οικογένεια και τους φίλους τους. Άλλοι αναζητούν βοήθεια από αγαπημένα πρόσωπα και επιζώντες τους καρκίνου, άλλοι αναζητούν βοήθεια από ειδικούς ψυχικής υγείας. Ωστόσο, υπάρχουν ορισμένα κοινά συναισθήματα (Harrison, 2011).

Ο καρκίνος συνεπάγεται μια σειρά από απώλειες, απώλεια του εαυτού και της ζωής όπως κανείς τη γνώριζε ως τώρα. Γι αυτό και μετά τη θεραπεία, το άτομο μπορεί να αισθάνεται θυμό, ένταση ή και θλίψη. Για τους περισσότερους ανθρώπους, αυτά τα συναισθήματα μειώνονται με τον καιρό. Για κάποιους ανθρώπους ωστόσο, αυτά τα συναισθήματα μπορεί να ενταθούν (Harrison, 2011).

Τα επώδυνα συναισθήματα δεν βελτιώνονται και εμποδίζουν την καθημερινή λειτουργικότητα του ατόμου. Όλη αυτή η διαδικασία του πένθους μετά από μια τόσο σοβαρή ασθένεια ενέχει φυσιολογική θλίψη. Από εκεί και έπειτα υπάρχουν διάφοροι παράγοντες που μπορεί να αυξήσουν την πιθανότητα ανάπτυξης κατάθλιψης σε ένα ασθενή με καρκίνο. Τέτοιοι παράγοντες μπορεί να είναι ένα ιστορικό κατάθλιψης του ίδιου ή της οικογένειάς του, παρουσία χρόνιας ασθένειας, στρεσογόνα γεγονότα ζωής, οι επιπτώσεις της χημειοθεραπείας, η έλλειψη υποστήριξης από την οικογένεια, η χρήση αλκοόλ ή ναρκωτικών ουσιών, ο ανεπίλυτος θρήνος (από απώλεια ή από κάποια χρόνια ασθένεια) (Harrison, 2011).

Η διαδικασία της θεραπείας από μόνη της μπορεί να είναι ιδιαίτερα επιβαρυντική. Οι ασθενείς που λαμβάνουν χημειοθεραπεία μπορεί να βιώσουν συμπτώματα όπως είναι η αλλαγή στη διάθεση, το μειωμένο ενδιαφέρον για δραστηριότητες, την ευερεθιστότητα, την εξάντληση, τις αλλαγές στον ύπνο, τις αλλαγές στην όρεξη, δυσκολία στην συγκέντρωση, αίσθημα ενοχής ή τιμωρίας, αίσθημα ανικανοποίητου. Το βίωμα του καρκίνου αναμφισβήτητα μπορεί να προκαλέσει ψυχικές διαταραχές και με τον τρόπο αυτό να επιβαρυνθεί σημαντικά η ψυχική υγεία του ατόμου. Η εμπειρία του κάθε ατόμου με τον καρκίνο είναι διαφορετική. Κάποιοι αισθάνονται ότι πρέπει να είναι δυνατοί και να προστατεύσουν την οικογένεια και τους φίλους τους. Άλλοι αναζητούν βοήθεια από αγαπημένα πρόσωπα και επιζώντες τους καρκίνου, άλλοι αναζητούν βοήθεια από ειδικούς ψυχικής υγείας. Ωστόσο, υπάρχουν ορισμένα κοινά συναισθήματα (Harrison, 2011).

Το σημαντικό είναι να αποδεχθεί κανείς ότι το βίωμα του καρκίνου θα φέρει πολλά και δύσκολα συναισθήματα. Αποδεχόμενοι τη δυσκολία μπορούμε να πάμε ένα βήμα παρακάτω και να επιτρέψουμε στο πένθος για όσα χάσαμε να κάνει τον κύκλο του. Ταυτόχρονα, έτσι μπορεί κανείς να αντιληφθεί και το βαθμό που η θλίψη γίνεται κατάθλιψη. Σε κάθε περίπτωση, η αποδοχή, η επικοινωνία αυτών των συναισθημάτων με το περιβάλλον, και η αναζήτηση βοήθειας από ειδικό, αλλά και από υποστηρικτικές ομάδες είναι το πέρασμα προς την ανάκτηση της ψυχικής ισορροπίας μετά το βίωμα του καρκίνου (Harrison, 2011).

Συνεχίζεται…

Σωματικές και ψυχικές επιπτώσεις που βιώνει ο ασθενής με καρκίνο και νοσηλευτικές παρεμβάσεις – Ιστορική Αναδρομή – Γενικά Για Τον Καρκίνο (Μέρος Πρώτο)

Σωματικές και ψυχικές επιπτώσεις που βιώνει ο ασθενής με καρκίνο και νοσηλευτικές παρεμβάσεις – Επιπτώσεις του καρκίνου (Μέρος Δεύτερο)

Σωματικές και ψυχικές επιπτώσεις που βιώνει ο ασθενής με καρκίνο και νοσηλευτικές παρεμβάσεις – ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΕΣ ΔΙΕΡΓΑΣΙΕΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΤΟΥ ΚΑΡΚΙΝΟΥ (Μέρος Τρίτο)

ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

Σωματικές και ψυχικές επιπτώσεις που βιώνει ο ασθενής με καρκίνο και νοσηλευτικές παρεμβάσεις

των Γεωργίου Παπαθανάκος (α.μ: 16446)

Ιωάννη Παπαστεργίου (α.μ: 15299 )

ΔΙΑΣΩΣΤΕΣ ΡΟΔΟΥ