ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4
4. ΜΗ ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΔΕΞΙΟΤΗΤΕΣ
Μη τεχνικές δεξιότητες μπορούν να οριστούν ως συμπεριφορές οι οποίες δεν σχετίζονται άμεσα με τη χρήση της ιατρικής τεχνογνωσίας, φάρμακα ή εξοπλισμό. Αφορούν στις διαπροσωπικές ικανότητες, π.χ. επικοινωνία, ομαδική εργασία, την ηγεσία, και τις γνωστικές δεξιότητες π.χ. κατάσταση εγρήγορσης και τη λήψη αποφάσεων (Cole E, 2006).
Ηγεσία μπορεί να είναι ορίζεται ως η διαδικασία επηρεασμού των δραστηριοτήτων ενός ατόμου ή μιας ομάδας στις προσπάθειές της να επιτύχει και να ολοκληρώσει ένα στόχο (Hersey P, 1979). Οι όροι θα αναλυθούν παρακάτω.
4.1 Ιστορική Αναδρομή
Η ιστορία έχει αποδείξει ότι η χειρουργική δεινότητα αποτελεί ιδιαίτερα σημαντικό εργαλείο που σε συνδυασμό με άρτιες τεχνικές δεξιότητες διασφαλίζουν μια πετυχημένη επέμβαση. Χαρακτηριστικό παράδειγμα από το παρελθόν αποτελεί η διαδικασία εκμάθησης της τεχνικής της λαπαροσκοπικής χολοκυστεκτομής.
Η πρώτη αναφερόμενη λαπαροσκοπική χολοκυστεκτομή έγινε από τον Phillipe Mouret στη Γαλλία το 1987 (Lityaski G.S 1999).
Μέσα σε πέντε χρόνια καθιερώθηκε ως εφικτή εναλλακτική λύση η ανοικτή επεμβατική μέθοδος (Cuschieri A, 1991).
Ωστόσο, αμφιβολίες σύντομα εκφράστηκαν σχετικά με τους διαπιστευτήρια ασφαλείας και τις τεχνικές δεξιότητες των ατόμων που την πραγματοποιούσαν (Berci G, 1990 και Cuschieri A, 1995).
Είχε επίσης αρχίσει να δίνεται έμφαση στην εκπαίδευση τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό χειρουργείο και να οριοθετούνται / να προσδιορίζονται οι ελάχιστες απαιτήσεις για εκείνους που εκτελούν λαπαροσκοπική χειρουργική επέμβαση (Neugebauer Ε, 1995).
Μαθήματα δεξιοτήτων εισήχθησαν για να διδάξουν τις βασικές ψυχοκινητικές ικανότητες και να καθιερωθούν από τους χειρουργούς η ικανότητα αντίληψης εικόνας δύο διαστάσεων σε μια οθόνη δύο μέτρα μακριά και με περιορισμένη απτική ανάδραση, εκμάθηση δηλαδή της λαπαροσκοπικής μεθόδου. Σταδιακά η λαπαροσκοπική χολοκυστεκτομή έγινε ασφαλέστερη και βιώσιμη εναλλακτική λύση σε σχέση με την ανοικτή τεχνική.
Ένα ερώτημα που προκύπτει είναι το εξής: είναι αρκετή η τεχνική επάρκεια για ώστε να επιτελείται με ασφάλεια η σύγχρονη χειρουργική πρακτική; Σύμφωνα με τα παραπάνω η απάντηση είναι σίγουρα ναι. Κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί ότι οι τεχνικές δεξιότητες δεν είναι σημαντικές για την επιτυχή χειρουργική πρακτική.
Όμως, υπάρχει και η αντίθετη άποψη. Το 1999, δημοσιεύθηκε έκθεση με τίτλο “To Err is Human” δηλαδή το να σφάλλει κανείς είναι ανθρώπινο (Institute of Medicine 1999 και δήλωσε ότι μεταξύ 44.000 – 18 98.000 άνθρωποι πεθαίνουν σε νοσοκομεία των ΗΠΑ κάθε χρόνο από ιατρικά λάθη που θα μπορούσαν να έχουν προληφθεί.
Ακολούθησε έκθεση από το Ηνωμένο Βασίλειο “An Organization with a memory”, «Ένας οργανισμός με μνήμη» (Department of Health, 2000), η οποία συνόψιζεi ένα πολύ παρόμοιο πρόβλημα στο Ηνωμένο Βασίλειο. Μια αναδρομική μελέτη ανασκόπησης του Vincent και συνεργατών του διαπίστωσαν ότι το 10% των εισαγωγών (περίπου άνω των 850.000 το χρόνο) στα νοσοκομεία, οφείλονταν σε συμβάματα από ιατρικά σφάλματα ή παραλείψεις (Vincent C, 2001).
Το αντίστοιχο κόστος για την Εθνική Υπηρεσία Υγείας (NHS) ήταν κατ’ εκτίμηση £ 2 δις ετησίως για τα νοσοκομειακά έξοδα και επιπλέον £ 400 το χρόνο κατά περίπτωση σε αξιώσεις αποζημιώσεων λόγω ιατρικής αμέλειας, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη το ευρύτερο ανθρώπινο, οικονομικό και κοινωνικό κόστος. Δημοσιεύσεις όπως αυτές πυροδότησαν το παγκόσμιο ενδιαφέρον στην έρευνα και έγιναν παρεμβάσεις σχετιζόμενες με την ασφάλεια των ασθενών. Ειδικά σε θέματα χειρουργικών επεμβάσεων, υπάρχουν αυξανόμενες ενδείξεις ότι η εν λόγω βλάβη δεν οφειλόταν αποκλειστικά σε ελλιπείς τεχνικές δεξιότητες (Agha RA 2015).
Το 2010 στη Σκωτία ο αντίστοιχος οργανισμός ελέγχου σε περιστατικά από χειρουργική θνησιμότητα διαπίστωσε ότι τα τεχνικά σφάλματα κατά τη διάρκεια της χειρουργικής επέμβασης από μόνα τους αποτελούσαν μόλις το 4,3% με πολύ περισσότερα σφάλματα να απορρέουν από την κακή λήψη αποφάσεων (Scottish Audit of Surgical Mortality, Annual Report, 2010).
Περαιτέρω, πολλές μελέτες έδειξαν ότι οι ελλείψεις σε ομαδική εργασία στο χώρο του χειρουργείου αποτελούν σημαντικούς παράγοντες που οδηγούν σε ανεπιθύμητα συμβάματα και επιπλοκές (Gawande ΑΑ, 2003, Rogers SO Jr., 2006, Greenberg CC 2007, Lingard L 2004).
Λαμβάνοντας υπόψη όλα τα παραπάνω, σήμερα όλο και περισσότερο κρίνεται σκόπιμη η ανάπτυξη και εκπαίδευση των μη τεχνικών δεξιοτήτων ως ένα άρρηκτα συνδεόμενο δεδομένο με το επάγγελμα του χειρουργού αλλά και γενικότερα των επαγγελματιών υγείας.
4.2 Η σημασία των μη τεχνικών δεξιοτήτων
Το Βασιλικό Κολέγιο Χειρουργών του Εδιμβούργου (The Royal College of Surgeons of Edinburgh) ορίζει ως μη τεχνικές δεξιότητες μια έννοια που χρησιμοποιείται για να περιγράψει τις δεξιότητες και συμπεριφορές περιλαμβάνοντας την επίγνωση της κατάστασης, την εγρήγορση, τη λήψη αποφάσεων, την επικοινωνία, την ομαδική εργασία και την ηγεσία (Industrial Psychology Research Centre).
Άλλοι έχουν ορίσει αυτές τις δεξιότητες στο τρίπτυχο των διαπροσωπικών σχέσεων (π.χ. επικοινωνία, ομαδική εργασία), των γνωστικών (π.χ. λήψης αποφάσεων, η επίγνωση της κατάστασης) και των προσωπικών γνωσιακών δεξιοτήτων / γνώσεων (π.χ. την αντιμετώπιση του στρες και της κόπωσης) (Flin R 2008).
4.2α. Επικοινωνία και δεξιότητες σε ομαδική εργασία
Σε μια αναδρομική ανασκόπηση 258 ζητημάτων που αφορούσαν σε αποζημιώσεις λόγω αμέλειας, το 82% των περιπτώσεων σφαλμάτων οφείλονταν σε θέματα γενικότερα του συστήματος υγείας, ενώ σε ποσοστό 24% οφείλονταν σε μη άρτια επικοινωνία μεταξύ των παρόχων υγείας (Rogers SO Jr, 2006).
Οι αποτυχίες στην επικοινωνία έχουν αναφερθεί σε αρκετές μελέτες που εξετάζουν σε αιτιώδη συνάφεια επικείμενων λαθών και ενδεχόμενων επιπλοκών (Giraud Τ, 1993, Tourgeman-Bashkin Ο, 2008).
Ένα από τα βασικά σημεία στα οποία λαμβάνει χώρα η επικοινωνία είναι «μην αγγίζετε» (handoff). Σε κλινικό επίπεδο αυτό μεταφράζεται ως η “μετάθεση της επαγγελματικής ευθύνης και την υποχρέωση λογοδότησης για ορισμένες ή όλες τις πτυχές της φροντίδας για ένα ασθενή ή ομάδων ασθενών, σε άλλο πρόσωπο ή επαγγελματική ομάδα σε προσωρινή ή μόνιμη βάση» (British Medical Association, National Patient Safety Agency, NHS Modernisation Agency. Safe handover: safe patients, Guid. Clin. 2005).
Τέτοιες ανάλογες «μεταθέσεις ευθυνών» διαμέσου των συστημάτων παροχής υγειονομικής περίθαλψης συμβαίνουν σε πολλαπλά σημεία, συμπεριλαμβανομένων, τη μεταφορά των ασθενών εντός νοσοκομείων (π.χ. από το χώρο του χειρουργείου στην ανάνηψη ή και αντίστροφα, και από εκεί σε ένα θάλαμο), τη διακομιδή των ασθενών μεταξύ νοσοκομείων και προς το τμήμα επειγόντων περιστατικών. Η ανάλογη και ανάληψη ευθυνών από αρμόδιους είναι κριτικής σημασίας για την ασφάλεια των ασθενών και της συνέχειας της περίθαλψης, αλλά (Manser Τα 2011).
Κακώς νοούμενη ή προσπάθεια ευθυνών μπορεί να προκαλέσει μια σειρά από προβλήματα από τη μείωση της απόδοσης, καθυστερήσεις στην έξοδο ασθενών από το νοσοκομείο ή ακόμα και απώλεια πολύτιμου χρόνου στη διενέργεια χειρουργικής επέμβασης ή κάποιας άλλης παρέμβασης όπως τονίζεται και από τον Εθνικό Οργανισμό Ασφάλειας Ασθενών (National Patient Safety Agency):
«Η μεταβίβαση / μετάθεση της φροντίδας είναι μια από τις πιο επικίνδυνες διαδικασίες στον τομέα της ιατρικής, και όταν διεξάγεται λανθασμένα μπορεί να αποτελέσει μείζονα παράγοντα επικείμενου λάθους με επακόλουθη ζημία και βλάβη στους ασθενείς» (Weiser T.G, 2008).
Αυτή ακριβώς η ανάληψη ευθύνης και μάλιστα με τον ορθό τρόπο έχει αποτελέσει εργαλείο εκπαίδευσης σε επικοινωνιακές μεθόδους μεταξύ των ανθρώπων και των ομάδων. Αυτό αναγνωρίζεται στα πλαίσια «ορθής ιατρικής πρακτικής» (good medical practice – GMC), στην οποία οι πάροχοι υγείας οφείλουν «να ενημερώνουν κατάλληλα τους συναδέλφους όταν μοιράζονται την φροντίδα του των ασθενών (Good Medical Practice, General Medical Council, London, 2006).
Ανάλογες μελέτες σε ειδικότητες της Ορθοπεδικής και της Γενικής Χειρουργικές διαπίστωσαν ότι η ακρίβεια και η πληρότητα των πληροφοριών που διακινούνται μεταξύ των παρόχων υγείας τόσο μεταξύ ατόμων όσο και σε επίπεδο ομάδων μπορεί να αναβαθμιστούν με κάποια μορφή τυποποίησης και βελτίωση των δεξιοτήτων επικοινωνίας (Roughton V 1996, Todkode M 2006, 2008, Nagpal K 2013, 2011).
4.2β. Ηγεσία και διαχείριση των δεξιοτήτων
Το 2012, το γενικό ιατρικό συμβούλιο δημοσίευσε σχετικά με την ηγεσία και τη διαχείριση των ασθενών για όλους τους γιατρούς, στην οποία ανέφερε: “Το να είσαι καλός γιατρός σημαίνει κάτι περισσότερο από απλά να είναι ένας καλός κλινικός ιατρός. Κάθε μέρα, οι γιατροί παρέχουν καθοδήγηση στους συναδέλφους τους, και όραμα για τους οργανισμούς στους οποίους εργάζονται και στο επάγγελμα ως σύνολο” (General Medical Council 2012).
Το 2010, η Medical Leadership Competency Framework περιέγραψε τις ηγετικές ικανότητες ενός παρόχου υγείας που απαιτούνται για να συμμετέχει πιο ενεργά στον σχεδιασμό, την υλοποίηση και μετασχηματισμό των υπηρεσιών υγείας. Σε συγχρονισμό με αυτές τις εξελίξεις είναι η έναρξη Σχολών Εκπαιδευτικής Ηγεσίας και Διοίκησης. Ηγεσία αναγνωρίζεται πλέον ως θεμελιώδους σημασίας για την επιτυχή χειρουργική πρακτική, αναγνωρισμένης από το Βασιλικό Κολέγιο Χειρουργών της Αγγλίας (Royal College of Surgeons of England).
Αυτό το ενδιαφέρον στην ηγεσία και στις διοικητικές ικανότητες αντικατοπτρίζεται στο γεγονός, όπου η ηγεσία διαθέτει μεταξύ άλλων βασικών ικανοτήτων και μη τεχνικές δεξιότητες μέσω αξιολόγησης, ανατροφοδότησης και κατ΄ επέκταση βελτίωσης (Sevdalis Ν 2008, Yule S 2008).
4.2.γ Η σημασία της ορθής επικοινωνίας
Γίνεται αντιληπτό επομένως πως οι ανθρώπινες σχέσεις προϋποθέτουν «επικοινωνία». Το κοινό σύστημα συμβόλων από τα άτομα που γίνεται με τη βοήθεια των πέντε αισθήσεων και κρίνεται αποτελεσματική είτε διατυπώνεται με λεκτικό, είτε με μη λεκτικό τρόπο.
Είναι γεγονός πως τα άτομα αφιερώνουν πολύ σημαντικό μέρος του χρόνου τους στην επικοινωνία μέσω της αμοιβαίας ανταλλαγής ιδεών, σκέψεων, συναισθημάτων, πληροφοριών. Δεν υπάρχει αμφιβολία πως η καλή επικοινωνία είναι ζωτικής σημασίας για την οργανωσιακή αποτελεσματικότητα, καθώς έχει χαρακτηριστεί ως ένα από τα κλειδιά της οργανωσιακής επάρκειας.
Η ικανότητα των μελών ενός οργανισμού να επικοινωνούν με επιτυχία αποτελεί συνεπώς βασική προϋπόθεση για την εύρυθμη λειτουργία και ενδυνάμωση του οργανισμού αυτού. Σημαντικές λειτουργίες της επικοινωνίας εντός των οργανισμών περιλαμβάνουν τον έλεγχο, την παρακίνηση, το συναίσθημα και τη διάδοση της πληροφορίας. Αυτός ο ουσιαστικός ρόλος της αποτελεσματικής επικοινωνίας έχει φυσικά αντίκτυπο και στην σωστή διαχείριση των συγκρούσεων, στην υιοθέτηση της κατάλληλης ηγετικής συμπεριφοράς και στην λήψη ποιοτικών αποφάσεων μέσα σε έναν οργανισμό. (Γιαννουλέας Μ. 1998).
Η βέλτιστη λειτουργία ενός οργανισμού παροχής υπηρεσιών υγείας και φροντίδας ωστόσο δεν βασίζεται μόνο στο επίπεδο επικοινωνίας, αλλά εξαρτάται σε πολύ μεγάλο βαθμό και από το βαθμό συνεργασίας των επιμέρους ειδικοτήτων υγείας οι οποίοι απασχολούνται σε αυτόν, δηλαδή από την επαγγελματική συνεργασία.
Η συνεργασία μεταξύ των ποικίλων επαγγελματιών υγείας μπορεί ενίοτε να είναι καλή ή κακή.
Η άριστη συνεργασία και η ομαδική δουλειά μεταξύ των επαγγελματιών υγείας έχει σαν αποτέλεσμα την ικανοποιητική παροχή ποιοτικής φροντίδας υγείας του ασθενή, έτσι ώστε η υγεία του να βελτιωθεί και να αποκατασταθεί το συντομότερο δυνατό.
Η συνεργασία στο χώρο της υγείας αποτελεί σημαντική συνεισφορά στην κοινωνία καθώς η επιλογή των ατόμων βασίζεται κυρίως στην αγάπη για τον πλησίον τους. Ο φόρτος εργασίας και η ψυχική φόρτιση που βιώνουν καθημερινά οι επαγγελματίες υγείας είναι ιδιαίτερα έντονες.
Απαραίτητη προϋπόθεση την αποτελεσματική λειτουργία της διεπιστημονικής ομάδας είναι η ομαλή και ισότιμη συνεργασία στον κλινικό και εργασιακό χώρο.
Ιδιαίτερη σημασία έχει η αγαστή συνεργασία των «πρωταγωνιστών» αυτής της πολυσύνθετης διασωστικής ομάδας που βρίσκονται κοντά στον ασθενή περισσότερο από κάθε άλλο επαγγελματία υγείας. Για την ύπαρξη πραγματικής συνεργασίας πρέπει να υπάρχουν κάποια σημαντικά ατομικά χαρακτηριστικά τα οποία αναφέρονται παρακάτω αναλυτικά και βοηθούν στην ομαλή συνεργασία μεταξύ των επαγγελματιών υγείας και ιδιαίτερα στην ομάδα διάσωσης. (Σαπουτζή-Κρέπια Δεσ., 2004).
4.3 Προϋποθέσεις συνεργασίας
Για να υφίσταται συνεργασία θα πρέπει να ισχύουν οι παρακάτω προϋποθέσεις και οι υποψήφιοι συνεργάτες οφείλουν να διακατέχονται από ορισμένες αρετές που περιγράφονται παρακάτω.
Αυτογνωσία και σεμνότητα
Κάθε εργαζόμενος οφείλει να διακατέχεται από αίσθημα της αυτογνωσίας δηλαδή να γνωρίζει καλά το ρόλο του, τις δυνατότητες του και τις αρμοδιότητες του καθώς και τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του. Ακόμη πρέπει να μην τον καταβάλει εγωισμός και αλαζονεία αλλά καλοσύνη και πνεύμα συναδελφικότητας.
Σεβασμός του άλλου προσώπου και αναγνώριση των προσόντων του
Η αλληλεγγύη και η συναδελφικότητα είναι αποτελέσματα της ένδειξης σεβασμού μεταξύ των εργαζομένων. Επίσης η απουσία υπεροψίας και η αναγνώριση της ισότητας μεταξύ των συναδέλφων είναι από τις βασικότερες προϋποθέσεις συνεργασίας.
Καλή επικοινωνία, μέτρο και τιμιότητα στο λόγο
Μια ακόμη εξίσου σημαντική προϋπόθεση είναι η ύπαρξη καλής επικοινωνίας μεταξύ των εργαζομένων. Οι δύο έννοιες είναι αλληλένδετες μεταξύ τους και όσο καλή επικοινωνία υπάρχει τόσο καλύτερη συνεργασία θα επικρατήσει. Ακόμη ο λόγος του καθενός πρέπει να είναι αληθινός, καθοριστικός, σίγουρος και χωρίς υπεκφυγές. Ιδιαίτερα η μη λεκτική επικοινωνία είναι η ανταλλαγή πληροφοριών χωρίς την χρησιμοποίηση λέξεων. Περιλαμβάνει τη στάση του σώματος, τις κινήσεις με τα χέρια ή τα μάτια, τις εκφράσεις του προσώπου και βοηθά στην κατανόηση περίπλοκων νοημάτων του προφορικού λόγου.
Ευγένεια
Οι εργαζόμενοι θα πρέπει να είναι ευγενικοί μεταξύ τους και να απευθύνονται στους συναδέλφους τους με διακριτικότητα και επίδειξη σεβασμού. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να λαμβάνουν πίσω, τις περισσότερες φορές, την ανάλογη ευγένεια και να δημιουργείται ένα ευχάριστο κλίμα.
Διάκριση
Μέσα σε κάθε ομάδα υπάρχουν πάντοτε κάποια μέλη της τα οποία επιθυμούν να ξεχωρίζουν και να διακρίνονται χρησιμοποιώντας τα ιδιαίτερα καθήκοντα τους. Η διάκριση αυτή είναι ωφέλιμη διότι ανεβάζει το επίπεδο και τη λειτουργικότητα του χώρου εργασίας.
Μετριοφροσύνη
Κάθε εργαζόμενος θα πρέπει να είναι μετριόφρων, να μην έχει μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του και να μην είναι επιδειξίας ακόμη και όταν διακατέχεται από πολλά και σπάνια προσόντα. Η έλλειψη μετριοφροσύνης οδηγεί σε διακρίσεις και έτσι διαταράσσεται η ομαλή συνεργασία.
Ανωτερότητα
Η ανωτερότητα και η επίδειξη ήθους είναι από τις σπουδαιότερες αρετές που θα πρέπει να πλαισιώσουν έναν επαγγελματία υγείας. Ακόμη και στη περίπτωση μιας αντιπαράθεσης ο εργαζόμενος που διακατέχεται από πνεύμα ανωτερότητας υποχωρεί για την επίλυση της διένεξης που επιδεικνύει ήθος εφόσον φυσικά δεν θίγονται τα δίκαια συμφέροντα του. (Ραγιά Α. 2011).
Επίσης για να επιτευχθεί ο στόχος, ο οποίος ονομάζεται συνεργασία θα πρέπει ο καθένας να έχει στο νου του τα εξής:
– Να αφήνω χώρο και χρόνο στους άλλους να εκφραστούν
– Να ακούω προσεκτικά, με ανοιχτό μυαλό και με ενδιαφέρον τους άλλους
– Να έχω γνήσιο ενδιαφέρον για τους ανθρώπους
– Να μπω στη διαδικασία να τους συναισθανθώ και να τους συμμεριστώ
– Να έχω υπομονή και επιμονή
Το αποτέλεσμα που προκύπτει από αυτή τη διαδικασία είναι:
– Οικειότητα και κατανόηση
– Εμπιστοσύνη
– Δημιουργικότητα
– Αίσθηση ασφάλειας
– Σεβασμός του ενός προς το άλλον και αποδοχή της μοναδικότητάς του
– Αυτορρυθμιζόμενα όρια
«NON TECHNICALSKILLS:Ο ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΣ ΠΑΡΑΓΟΝΤΑΣ ΣΤΗΝ ΠΡΟΝΟΣΟΚΟΜΕΙΑΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΩΝ ΕΠΕΙΓΟΝΤΩΝ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΩΝ»
ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟΣ ΦΟΙΤΗΤΗΣ: ΛΕΩΝΙΔΑΣ ΓΚΑΤΣΗΣ
ΔΙΑΣΩΣΤΕΣ ΡΟΔΟΥ