Μεταπηδήστε στο περιεχόμενο
Αρχική » Αρθρογραφία και Δράσεις » Ασφάλεια Σκηνής » Διαχείριση των Βίαιων Συμπεριφορών προς τους Επαγγελματίες Υγείας των Τμημάτων Επείγοντων Περιστατικών (Μέρος 2ο)

Διαχείριση των Βίαιων Συμπεριφορών προς τους Επαγγελματίες Υγείας των Τμημάτων Επείγοντων Περιστατικών (Μέρος 2ο)

4. ΑΡΧΙΚΗ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΗΣ ΤΑΡΑΧΩΔΟΥΣ ΚΑΙ ΔΥΝΗΤΙΚΑ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΗΣ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑΣ

Όπως είναι γνωστό, η πρώτη επαφή του ασθενούς κατά την εισαγωγή του στον χώρο των Τ.Ε.Π. του νοσοκομείου είναι η υποδοχή. Εκεί, το εξειδικευμένο προσωπικό πραγματοποιεί τη διαλογή των ασθενών (triage) αναλόγως της βαρύτητας της νόσου του και στη συνέχεια οι ασθενείς, μαζί με τους συγγενείς τους, παραμένουν στον χώρο αναμονής έως ότου φτάσει η στιγμή της εξέτασής τους. (Ασκητοπούλου, 2009)

Δεν είναι λίγες οι φορές που στους χώρους παροχής υπηρεσιών υγείας γίνεται αντιληπτό πως κάποιος ασθενής είναι εξαιρετικά ταραγμένος και πρέπει να απομακρυνθεί άμεσα από τον χώρο για την προστασία τόσο του προσωπικού του τμήματος, όσο και για την ασφάλεια του ίδιου. Ωστόσο, υπάρχουν φορές που κατά την αρχική αντιμετώπιση, η κατάσταση αυτή μπορεί να υποτιμάται, καθώς είναι κλινικά λιγότερο προφανής. (Helman, Strayer and Thompson, 2018).

Η αντιμετώπιση κάποιου συμβάντος ξεκινάει με την έγκαιρη αναγνώρισή του. Ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό των επαγγελματιών υγείας είναι η παρατηρητικότητά τους. Τόσο οι γιατροί και οι νοσηλευτές, όσο και το υπόλοιπο προσωπικό, πρέπει να είναι σε θέση να αναγνωρίζουν συμπεριφορές και προειδοποιητικά σημεία προτού εκδηλωθεί οποιαδήποτε μορφή βίας. Με τον τρόπο αυτόν είναι σε θέση να προλαμβάνουν καταστάσεις και να τις διαχειρίζονται άμεσα.

Πολλές φορές, όμως, όπως αναφέρθηκε και προηγουμένως, το υγειονομικό προσωπικό δεν διαχειρίστηκε όπως θα ήταν αναμενόμενο τις διαταραχές των συμπεριφορών των ατόμων που ήταν υπαίτιοι για τις επιθετικές συμπεριφορές, με αποτέλεσμα τα περιστατικά των βίαιων επιθέσεων να παραμένουν σε υψηλό επίπεδο έως και σήμερα.

Για τον λόγο αυτό σε αυτήν την εργασία, βάσει της διεθνούς βιβλιογραφίας, θα γίνει προσπάθεια διερεύνησης για την ορθή αντιμετώπιση των βίαιων συμπεριφορών από την πρώτη στιγμή της παροχής φροντίδας, κατά τη διάρκεια της εξέτασής τους, μέχρι και το τέλος της νοσηλείας τους.

4.1 ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΤΩΝ ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΗΤΙΚΩΝ ΣΗΜΕΙΩΝ ΤΗΣ ΤΑΡΑΧΩΔΟΥΣ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑΣ

 

 

Σύμφωνα με τους ερευνητές, ο δυνητικά βίαιος άνθρωπος παρουσιάζει μερικά ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, τα οποία είναι παρόμοια σχεδόν σε όλες τις μορφές επιθετικότητας. Το υγειονομικό προσωπικό, κατά τη διαδικασία της διαλογής των ασθενών (triage), αλλά και στα επόμενα στάδια νοσηλείας, πρέπει να είναι σε θέση να εκτιμά την κλινική κατάσταση, τόσο των ασθενών όσο και των συνοδών τους.

Η αξιολόγηση των προειδοποιητικών σημείων είναι παρόμοια με την κλινική εξέταση ενός ασθενούς. Συγκεκριμένα, περιλαμβάνει την παρατήρηση αλλαγών στο πρόσωπο, τις εκφράσεις, τη γλώσσα του σώματος, τις κινήσεις και τον τρόπο ομιλίας του. Ξεκινώντας την παρατήρηση, η αλλαγή στην όψη του προσώπου είναι πολύ χρήσιμη για την αξιολόγηση της συμπεριφοράς του δυνητικά επικίνδυνου ατόμου. Ένα συνοφρυωμένο βλέμμα, σε συνδυασμό με την έντονη ανησυχία στο πρόσωπο, είναι μερικά σημεία στα οποία οι επαγγελματίες υγείας πρέπει να εφιστούν την προσοχή τους.

Πολλοί ερευνητές έχουν επισημάνει ότι ένα χαρακτηριστικό γνώρισμα των ατόμων που εκδήλωσαν βίαιη συμπεριφορά προς το υγειονομικό προσωπικό ήταν η επίμονη παρατήρηση κατά τη διάρκεια της αναμονής τους.

Συγκεκριμένα, οι επαγγελματίες υγείας αναφέρουν ότι θυμούνται πως, κατά την διάρκεια της εργασίας τους εκείνη την ώρα, τα συγκεκριμένα πρόσωπα είχαν στραμμένα τα βλέμματά τους προς το μέρος τους, παρατηρώντας κάθε τους κίνηση. (Sands, 2007; Allen, 2009; Guthrie, 2019).

Ο τρόπος ομιλίας είναι από μόνος του ένα χαρακτηριστικό γνώρισμα για την αναγνώριση των συναισθημάτων των ανθρώπων. Ο ρυθμός, η ένταση, η ορθή σύνταξη των προτάσεων, καθώς και οι φράσεις που χρησιμοποιεί κάποιος αποτελούν σημαντικά χαρακτηριστικά με τα οποία γιατροί και νοσηλευτές πρέπει να είναι ικανοί να προλαμβάνουν καταστάσεις, καθώς θα παρατηρούν τις αλλαγές σε αυτά τα γνωρίσματα.

Σύμφωνα με την Allen (2009), η επίμονη ομιλία, η αύξηση της έντασης, οι φωνές και οι απειλές είναι μερικά από τα προειδοποιητικά σημεία του επιθετικού ασθενούς. Σημαντικό ρόλο στην παρατήρηση των αλλαγών της συμπεριφοράς, τόσο του ασθενούς όσο και των συνοδών τους, παίζει και η παρατήρηση της στάσης του σώματος καθώς και οι κινήσεις που κάνουν.

Κατά τη διάρκεια της αξιολόγησης αλλά και αργότερα την ώρα της αναμονής, υπάρχουν συγκεκριμένες ενδείξεις που προοικονομούν μία επιθετική συμπεριφορά. Αξιολογώντας τη γλώσσα του σώματος, είναι εμφανές πως η άκαμπτη στάση, με τις γροθιές των χεριών σφιγμένες, δείχνει πως το άτομο νιώθει άβολα με το χώρο και μπορεί να σηματοδοτεί την αρχή δυνητικά βίαιης συμπεριφοράς. Σε αυτό συμβάλλει και ο τρόπος κίνησής του. Τα άτομα αυτά είναι πολύ πιθανό να περπατούν στον χώρο μηχανικά, με γρήγορο ρυθμό, κάνοντας αρκετά συχνά νευρικές κινήσεις. (Allen, 2009; Guthrie, 2019).

Όπως έγινε αντιληπτό, υπάρχουν συγκεκριμένα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που σηματοδοτούν μία επικείμενη επιθετική συμπεριφορά η οποία, αν δεν αναγνωριστεί και αντιμετωπιστεί εγκαίρως, μπορεί να έχει πολλές αρνητικές συνέπειες. Ωστόσο, από τη βιβλιογραφία φαίνεται πως υπάρχει διαφοροποίηση στις ολοκληρωμένες αναφορές σχετικά με τις ενδείξεις ενός δυνητικά βίαιου ασθενούς.

Συγκεκριμένα, πλήθος ερευνών που έχουν γίνει αναφέρονται αποκλειστικά στους τρόπους αναγνώρισης των προειδοποιητικών σημείων επιθετικής συμπεριφοράς των ψυχικά ασθενών. Αντίθετα, παρατηρείται μεγάλη έλλειψη μελετών στην αναγνώριση των σημείων που προοικονομούν τη βίαιη συμπεριφορά από ασθενείς ή συνοδούς στα Τ.Ε.Π. των Γενικών Νοσοκομείων.

Σε συνέχεια του βιβλιογραφικού ελλείμματος, παρατηρείται ένα επιπρόσθετο κενό σχετικά με τα κλινικά εργαλεία της πρώιμης αξιολόγησης της βίας για τους επαγγελματίες υγείας των Τ.Ε.Π. Από τις πιο οργανωμένες μελέτες σχετικά με τις κλίμακες αναγνώρισης του δυνητικά βίαιου ασθενή είναι η κλίμακα STAMP, η οποία χρησιμοποιεί τα αρχικά του ακρωνυμίου της, ως οδηγό του νοσηλευτή για την αξιολόγηση των ασθενών, των οποίων η ανήσυχη συμπεριφορά μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα την εκδήλωση της βίαιης πράξης.

4.2 ΚΛΙΜΑΚΑ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ STAMP

Θέλοντας να δημιουργήσουν ένα εργαλείο για την άμεση αξιολόγηση των δυνητικά βίαιων ασθενών στα Τ.Ε.Π., οι Luck L., Jackson D., and Usher K. (2007), πραγματοποίησαν μία μελέτη στο τμήμα επειγόντων περιστατικών ενός Γενικού Νοσοκομείου στην Αυστραλία. Έπειτα από την ανάλυση των δεδομένων, τα οποία συλλέχθηκαν από 300 ώρες παρακολούθησης των συμμετεχόντων νοσηλευτών του Τ.Ε.Π., οι ερευνητές δημιούργησαν την κλίμακα STAMP η οποία βασίζεται στην παρατήρηση της συμπεριφοράς του πιθανώς βίαιου ατόμου.

Τα αρχικά του ακρωνυμίου περιγράφουν τις 5 κύριες κατηγορίες παρατήρησης της συμπεριφοράς ενός δυνητικά επικίνδυνου ασθενή ή του συνοδού του.

  •  Staring and eye contact (=επίμονη οπτική επαφή)
  •  Tone and volume of voice (=τόνος και ένταση φωνής)
  •  Anxiety (=άγχος)
  •  Mumbling (=μουρμουρητό)
  •  Pacing (= κινητικότητα)

Ξεκινώντας από την πρώτη κατηγορία, η επίμονη οπτική επαφή του ατόμου που εκδηλώνει την επιθετική συμπεριφορά είναι ένα από τα πιο σημαντικά προειδοποιητικά γνωρίσματα, που δεν θα πρέπει να υποτιμάται από τους επαγγελματίες υγείας.

Συγκεκριμένα, στη μελέτη των Luck L., Jackson D., and Usher K. (2007), το 56% των ατόμων που κατέληξαν σε βίαιη ενέργεια, είχε παρουσιάσει αρκετά νωρίς αυτό το γνώρισμα. Η επίμονη παρακολούθηση των νοσηλευτών και των υπολοίπων επαγγελματιών υγείας καταγράφηκε κατά την διάρκεια που πραγματοποιούσαν μία κλινική πράξη. Οι ασθενείς αυτοί ήταν ιδιαίτερα προσκολλημένοι στις διαδικασίες της λειτουργίας των ΤΕΠ, παρακολουθώντας με προσοχή τον τρόπο διαχείρισης των περιστατικών και την ετοιμασία των νοσηλευτικών πράξεων.

Στην κατηγορία “staring” προστίθεται επιπλέον και η απουσία οπτικής επαφής κατά την διάρκεια της επικοινωνίας. Οι νοσηλευτές της έρευνας αναφέρουν πως, ήταν αρκετά επιφυλακτικοί με τα άτομα που δεν είχαν οπτική επαφή κατά τη διάρκεια της αλληλεπίδρασής τους. Αυτό συνέβαλε και στην αύξηση της ανησυχίας και της καχυποψίας τους σχετικά με τα άτομα αυτά. Ωστόσο, αυτό δεν πρέπει να συγχέεται με την κουλτούρα των πολιτισμών που έχουν διαφορετική αντίληψη περί της οπτικής επαφής, όπως γίνεται κυρίως σε χώρες της Ασίας.

Για να αναπτυχθεί η γνώση του επαγγελματία υγείας σχετικά με τον τρόπο διαχείρισης ασθενών από άλλες χώρες, και για την αποφυγή λανθασμένων χειρισμών, είναι σημαντική η εισαγωγή της «διαπολιτισμικής υγείας» στα πρώτα χρόνια της πανεπιστημιακής τους εκπαίδευσης.

Συνεχίζοντας με την δεύτερη κατηγορία της κλίμακας, όσον αφορά στον τρόπο ομιλίας του ασθενούς ή του συνοδού του, η κλίμακα STAMP αξιολογεί τον τόνο και την ένταση της φωνής. Το 81% των δυνητικά βίαιων ατόμων είχε παρουσιάσει αυτό το χαρακτηριστικό στη συγκεκριμένη μελέτη. Στην κατηγορία του τόνου και της έντασης της φωνής περιλαμβάνονται οι φωνές προς το υγειονομικό προσωπικό και η απότομη αύξηση της έντασης της φωνής.

Στον τρόπο ομιλίας κατατάσσονται και οι σαρκαστικές ή καυστικές απαντήσεις στις ερωτήσεις των επαγγελματιών υγείας. Ο τρόπος ομιλίας των ατόμων που εκδηλώνουν τη βίαιη συμπεριφορά χαρακτηρίζεται κυρίως από τον γρήγορο ρυθμό ομιλίας τους.

Τα άτομα αυτά συχνά χρησιμοποιούν υπερβολικές εκφράσεις στην αφήγηση των γεγονότων και ο λόγος τους περιλαμβάνει έντονες αντιδράσεις ή δηλώσεις πως το περιστατικό τους χαρακτηρίζεται ως άμεσα επείγον. Για να το πετύχουν αυτό, αρκετά συχνά γίνεται χρήση απειλών ή προσβολών προς το υγειονομικό προσωπικό.

Στην κατηγορία του άγχους και της ανησυχίας, οι ερευνητές παρατήρησαν πως τα άτομα που εκδήλωσαν επιθετική συμπεριφορά είχαν χαρακτηριστικά αυτού του είδους. Από τη γρήγορη κλινική εκτίμηση των ατόμων αυτών, γίνεται αντιληπτό πως τα άτομα με αυξημένο άγχος παρουσιάζουν ταχύπνοια, γρήγορο ρυθμό ομιλίας και αίσθημα απώλειας των αισθήσεών τους. Επίσης, οι κόρες των οφθαλμών τους είναι διεσταλμένες και το σώμα τους δείχνει άκαμπτο. (Μαδιανός, 2004; Luck, Jackson and Usher, 2007).

Οι αιτίες της εμφάνισης του άγχους στους ασθενείς, την οικογένεια ή τους φίλους που συνοδεύουν προκύπτουν από 3 κύριους παράγοντες: α) ψυχοκοινωνικά αίτια β) προβλήματα υγείας που προκαλούν σύγχυση και αποπροσανατολισμό και γ) δυσκολία στην κατανόηση του τρόπου λειτουργίας των ΤΕΠ.

Σε πολλά περιστατικά, όπως φάνηκε από τα αποτελέσματα, παθήσεις οι οποίες έχουν ως αποτέλεσμα τον αποπροσανατολισμό φαίνεται πως επιδείνωσαν το άγχος και την ανησυχία των ατόμων που εκδήλωσαν τη βίαιη συμπεριφορά.

Ένα ακόμα αξιοπρόσεκτο σημείο είναι ότι στην κατηγορία του άγχους και της ανησυχίας πολύ σημαντικό ρόλο παίζει και η αντίληψη της λειτουργίας των δομών υγείας. Χαρακτηριστικό ήταν το γεγονός πως, τόσο οι ασθενείς όσο και οι συγγενείς των ασθενών που πήραν μέρος στην έρευνα, παρουσίαζαν αυξημένη ανησυχία σχετικά με τη διαδικασία αντιμετώπισης των περιστατικών προς τους επαγγελματίες υγείας.

Ειδικότερα, φάνηκε πως οι άνθρωποι που εκδήλωσαν επιθετική συμπεριφορά δεν ήταν σε θέση να κατανοήσουν πως η σειρά προτεραιότητας στην αντιμετώπιση των περιστατικών δεν είναι τόσο σημαντική όσο η ταξινόμηση των περιστατικών ως επείγοντα ή μη έπειτα από την κατηγοριοποίηση του triage.

Σύμφωνα με την κλίμακα STAMP, το μουρμουρητό είναι ακόμα ένα χαρακτηριστικό σημείο της εκτίμησης του δυνητικά βίαιου ασθενούς, στο οποίο θα πρέπει να δίνεται σημασία σχετικά με τους παράγοντες της δημιουργίας του.

Ανέκαθεν, το μουρμουρητό ήταν ένας τρόπος εκδήλωσης της δυσαρέσκειας των ανθρώπων σχετικά με κάτι. Αυτό, όμως, από μόνο του δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως ένα από τα κύρια σημεία που προοικονομούν μία επιθετική συμπεριφορά. Ωστόσο, σύμφωνα με τους Luck et al. το μουρμουρητό από τον ασθενή, την οικογένεια ή τους φίλους του, κατά τη διάρκεια της αντιμετώπισης του περιστατικού που καταφθάνει στον χώρο των ΤΕΠ, είναι ένα χαρακτηριστικό γνώρισμα που, σε περίπτωση έγκαιρης αξιολόγησής του, μπορεί να οδηγήσει στην αποφυγή βίαιων επιθέσεων εντός του τμήματος.

Περιγράφοντας το μουρμουρητό, οι νοσηλευτές της έρευνας ανέφεραν πως τα άτομα που εκδήλωσαν βίαιη συμπεριφορά, για αρκετή ώρα πριν το περιστατικό δυσανασχετούσαν και μουρμούριζαν, σε χαμηλή ένταση μεν, αλλά αρκετά δυνατά ώστε να ακούγονται.

Χαρακτηριστική είναι η περιγραφή των νοσηλευτών σχετικά με τον τρόπο ομιλίας των δυνητικά επιθετικών ασθενών: “μιλούν μέσα από τα δόντια τους, έχουν το βλέμμα προσηλωμένο επάνω μας, κλπ”.

Στην κατηγορία αυτή, εκτός από το μουρμουρητό προστίθεται και η ασαφής ή ασυνάρτητη ομιλία χωρίς δομή. Τα άτομα αυτά επαναλαμβάνουν δηλώσεις ή κάνουν επαναλαμβανόμενες ερωτήσεις χωρίς να αναφέρονται σε κάποιον συγκεκριμένα, καθώς επίσης και χωρίς να αναζητούν μία απάντηση. Πολλές φορές μπορεί να απευθυνθούν στον διπλανό τους περιμένοντας υποστήριξη σχετικά με τις αιτίες της δυσαρέσκειάς τους.

Στα σημεία όπου η δυσαρέσκεια αυτών αυξάνεται, το μουρμουρητό συνοδεύεται με την εμφάνιση της διέγερσης και της έντονης κινητικότητας του ατόμου εντός του χώρου. Σε συνδυασμό με τα όσα έχουν αναφερθεί έως τώρα, στην τελευταία κατηγορία της κλίμακας STAMP που χρησιμοποιείται για την αναγνώριση του δυνητικά βίαιου ασθενούς είναι η κινητικότητα και ο τρόπος με τον οποίον φέρεται εντός του χώρου του νοσοκομείου. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας των Luck L., Jackson D. and Usher K. (2007), το 56% των περιστατικών που εκδήλωσαν βίαιη συμπεριφορά, πριν την εμφάνιση του περιστατικού παρουσίαζαν έντονη κινητικότητα εντός του τμήματος των επειγόντων περιστατικών.

Ο τρόπος με τον οποίο κινείται κάποιος μπορεί να είναι ενδεικτικός για την αξιολόγηση της συμπεριφοράς του. Η αυξημένη διέγερση συχνά συνοδεύεται από νευρικό βάδισμα στους διαδρόμους και παρακολούθηση των κινήσεων των επαγγελματιών υγείας. Οι νοσηλευτές της μελέτης παρατήρησαν την ύπαρξη του συγκεκριμένου χαρακτηριστικού σχεδόν σε όλες τις περιπτώσεις βίαιης επίθεσης.

Στη βιβλιογραφία που έχουμε σχετικά με τα περιστατικά επιθετικών συμπεριφορών, συχνά γίνεται λόγος για ασθενείς με έντονη διέγερση κατά τη διάρκεια της εξέτασης στο χώρο των Τ.Ε.Π. Ωστόσο, η έντονη διέγερση, που έχει ως αποτέλεσμα τη βίαιη συμπεριφορά, εμφανίζεται τόσο κατά τη διάρκεια της εξέτασης από το υγειονομικό προσωπικό όσο και κατά τη διάρκεια της αναμονής τους. Οι νοσηλευτές πρέπει να είναι σε ετοιμότητα ώστε να μπορούν, μέσω και αυτού του γνωρίσματος, να αντιληφθούν και να προλάβουν δυσάρεστες καταστάσεις, οι οποίες θα έχουν αρνητικές συνέπειες στη συνέχεια.

Έτσι, στα γνωρίσματα των ατόμων που εκδηλώνουν επιθετική συμπεριφορά, περιλαμβάνεται εκτός των άλλων, και η αυξημένη διέγερση. Σε αυτήν την περίπτωση γίνεται λόγος για ταραγμένο (agitated) ασθενή, ο οποίος παρουσιάζει αντίσταση στις ιατρικές και νοσηλευτικές παρεμβάσεις, παρεμποδίζοντας με αυτόν τον τρόπο την αποτελεσματική περίθαλψή του.

Άλλα σημεία της επιθετικής συμπεριφοράς λόγω της διέγερσης κατά τη διάρκεια της εξέτασης είναι η έντονη κίνηση των χεριών, η πρόκληση βλάβης με τη χρήση αντικειμένων από τον χώρο εξέτασης καθώς και η επιθυμία για την απομάκρυνση του υγειονομικού προσωπικού με σκοπό την αποφυγή των ιατρο-νοσηλευτικών πράξεων.

Από τη βιβλιογραφική αναζήτηση φαίνεται ότι, πέραν της κλίμακας STAMP δεν υπάρχει άλλο τόσο αποτελεσματικό εργαλείο εκτίμησης του δυνητικά επικίνδυνου ασθενούς που να αξιολογεί τα στοιχεία της συμπεριφοράς και να προοικονομεί μια επιθετική εκδήλωση.

Παρόλο που υπάρχουν αρκετές κλίμακες αξιολόγησης της ταραχώδους συμπεριφοράς, όπως είναι η Agitated Behavior Scale, η Overt Aggression Scale και η Sedation Assessment Tool, πέραν του ότι είναι δύσκολο να χρησιμοποιηθούν στην κλινική πρακτική, η αξιολόγηση της συμπεριφοράς γίνεται αφότου το άτομο έχει εκδηλώσει την επιθετικότητα.

Αποδεικνύεται, λοιπόν, ότι τα αποτελέσματα της μελέτης των Luck L. et al (2007), παρόλο που δεν είναι δυνατόν να γενικευθούν, λόγω των περιορισμών της, δίνουν το βήμα στους ερευνητές για περαιτέρω διερεύνηση σχετικά με την αξιόπιστη και κλινικά εύχρηστη επιλογή της κλίμακας STAMP για την άμεση αξιολόγηση της συμπεριφοράς τους κατά την διαδικασία του triage.

5. ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΤΩΝ ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΩΝ ΠΑΡΑΓΟΝΤΩΝ ΠΟΥ ΠΡΟΚΑΛΟΥΝ ΤΗΝ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ

 

 

Αδιαμφισβήτητα, το Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών είναι το τμήμα που βρίσκεται στην πρώτη γραμμή αντιμετώπισης των απειλητικών για τη ζωή καταστάσεων. Συχνά χαρακτηρίζεται ως το τμήμα με τα υψηλότερα επίπεδα άγχους, λόγω της φύσης των περιστατικών που καλείται να διαχειριστεί. Οι στρεσογόνες καταστάσεις, σε συνδυασμό με την πίεση του χρόνου διαχείρισης και τις απρόσμενες δυσκολίες που μπορεί να εμφανιστούν, καθιστούν το τμήμα αυτό ανάμεσα σε αυτά που εμφανίζουν συχνότερα καταστάσεις κρίσης. Αυτά τα περιστατικά μπορεί να επηρεάσουν τόσο τη συμπεριφορά, όσο και την ικανότητα διαχείρισης των συναισθημάτων του ασθενούς και των συνοδών τους.

Στα Τ.Ε.Π. παρατηρούνται, αρκετά συχνά διαταραχές στη συμπεριφορά των ατόμων που προσέρχονται για παροχή υγειονομικής περίθαλψης. Ο πόνος, η θλίψη, η απώλεια ακόμα και ο φόβος είναι μερικές από τις αιτίες που προκαλούν συναισθηματικές διαταραχές και πολύ πιθανόν να οδηγήσουν και σε ακραίες επικίνδυνες συμπεριφορές.

Οι καταστάσεις αυτές επηρεάζουν τη σκέψη και τη συμπεριφορά των ατόμων, δυσκολεύοντας την επικοινωνία του προσωπικού υγείας μαζί τους. Υπάρχουν πολλοί λόγοι για τους οποίους κάποιος άνθρωπος μπορεί να ενεργήσει βίαια.

Σύμφωνα με τους ερευνητές, η επιθετική συμπεριφορά δεν χαρακτηρίζεται ως νόσος αλλά, αντίθετα, αρκετές φορές πυροδοτείται από διάφορους εκλυτικούς παράγοντες οι οποίοι συμβάλλουν στην εκδήλωσή της. Για τον λόγο αυτό θα μπορούσαμε να πούμε πως η επιθετικότητα είναι μία συμπεριφορά πολυ-παραγοντικής αιτιολογίας.

Οι ερευνητές, θέλοντας να παρουσιάσουν την αιτιολογία της εκδήλωσης της βίαιης συμπεριφοράς προς τους επαγγελματίες υγείας, εστιάζουν συχνά το ενδιαφέρον τους σε άτομα με ψυχικές νόσους ή σε άτομα που είναι χρήστες ουσιών/ αλκοόλ.

Ωστόσο, από τη βιβλιογραφική αναζήτηση προκύπτει ότι οι παράγοντες κινδύνου που πυροδοτούν την εκδήλωση της βίαιης συμπεριφοράς προς το υγειονομικό προσωπικό των Τ.Ε.Π. δεν είναι μόνο κλινικής αιτιολογίας. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τους ερευνητές, οι παράγοντες κινδύνου μπορούν να διαχωριστούν σε 4 κύριες κατηγορίες:

α) τις οργανικές αιτίες

β) τις περιβαλλοντικές αιτίες

γ) τις οργανωτικές αιτίες και

δ) τις κοινωνικο-οικονομικές αιτίες.

5.1 ΟΡΓΑΝΙΚΟΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ

Η αναζήτηση των οργανικών αιτιών της οξείας και συχνά αδιαφοροποίητης διέγερσης δεν είναι εύκολη, καθώς οι αιτίες μπορεί να μην είναι εμφανείς, με αποτέλεσμα η διαχείρισή τους να γίνεται ακόμα πιο δύσκολη. Οι επαγγελματίες υγείας, οι οποίοι έρχονται αντιμέτωποι με τη συμπεριφορά αυτή, πρέπει να είναι σε θέση να αξιολογήσουν τον κάθε ασθενή σωστά, δίνοντας ιδιαίτερη σημασία στην αποφυγή λανθασμένης διάγνωσης. Συγκεκριμένα, η αναγνώριση της διέγερσης που εμφανίστηκε ως βίαιη ή επιθετική συμπεριφορά, παρόλο που εξ’ αρχής χαρακτηρίστηκε ως αδιαφοροποίητη, τις περισσότερες φορές ήταν αναστρέψιμης οργανικής αιτιολογίας.

Σύμφωνα με τους ερευνητές, η συχνότερη εμφάνιση της οξείας διέγερσης που έχει καταγραφεί στα Τ.Ε.Π. ήταν από ασθενείς που βρισκόταν υπό την επήρεια αλκοόλ ή ναρκωτικών ουσιών ή είχαν ιστορικό ψυχιατρικής νόσου ή βρισκόταν σε κατάσταση μανίας εκείνη τη στιγμή.

Εκτός αυτών, από τη βιβλιογραφία συμπεραίνεται ότι υπάρχει μια πληθώρα οργανικών αιτιών που μπορούν να προκαλέσουν βίαιη συμπεριφορά, όπως μεταβολικές διαταραχές, νευρολογικές διαταραχές, λοιμώξεις, τραυματισμοί, τοξικώσεις καθώς και ψυχωσικά σύνδρομα. Πολλές από αυτές τις διαταραχές είναι αναστρέψιμες. Είναι σημαντικό, επομένως, η αναζήτηση από τους επαγγελματίες υγείας για τα αίτια εμφάνισης της βίας να ξεκινήσει με μία ολοκληρωμένη αξιολόγηση του περιστατικού που εκδηλώνει την επιθετική συμπεριφορά, η οποία θα περιλαμβάνει αιμοδυναμική και αναπνευστική σταθεροποίηση, μέτρηση ζωτικών σημείων και γλυκόζης του αίματος, καθώς και νευρολογική κατάσταση αυτού. (Guthrie, 2019).

Οι Rossi J., Swan M. and Isaacs E., (2010) περιγράφοντας τον βίαιο ή ταραγμένο (agitated) ασθενή στο τμήμα των επειγόντων περιστατικών, χρησιμοποίησαν για την περιγραφή των αναστρέψιμων ή δυνητικά αναστρέψιμων αιτιών που μπορεί να οφείλονται για την βίαιη συμπεριφορά, το μνημονικό ακρωνύμιο “GOΤ IVS”.

Σύμφωνα με αυτό, οι πιο κοινές αναστρέψιμες αιτίες είναι οι εξής:

Glucose: Υπογλυκαιμία – Υπεργλυκαιμία

Oxygen: Υποξία

Trauma: Τραυματισμός κεφαλής- Αιμορραγία (ή/και Temperature: Υπερθερμία- Υποθερμία)

Infection: Σήψη –Μηνιγγίτιδα

Vascular: Εγκεφαλικό (αιμορραγικό/ισχαιμικό) – Υπαραχνοειδής αιμορραγία

Seizure: Επιληψία – Status Epilepticus

Όπως φαίνεται, οι οργανικές αιτίες οι οποίες οδηγούν συχνά στη διαταραχή της συμπεριφοράς δεν περιορίζονται μόνο σε ψυχικές νόσους ή στη χρήση ναρκωτικών και αλκοόλ, αλλά μπορεί να συνυπάρχουν με κάποιο άλλο οργανικό νόσημα. Ιδιαίτερη αναφορά στις οργανικές αιτίες οι οποίες προκαλούν την ξαφνική εκδήλωση της επιθετικής συμπεριφοράς χωρίς προηγούμενο ιστορικό κάνουν και οι Fulde and Preisz σε δημοσίευση τους το 2011.

Κατηγοριοποιώντας τις κλινικές αιτίες ανάλογα με την εστία της διαταραχής τους, οι παράγοντες κινδύνου είναι:

Αναπνευστικές διαταραχές: Υποξία – Υπερκαπνία 

Τόσο η υποξία όσο και η υπερκαπνία μπορεί να αποτελούν το αίτιο της απότομης αλλαγής της συμπεριφοράς ενός ατόμου το οποίο θα προσέλθει στο Τ.Ε.Π. για την παροχή υγειονομικής περίθαλψης. Ο επαγγελματίας υγείας θα πρέπει να αναζητήσει τις παθήσεις που προκαλούν αναπνευστικές διαταραχές όπως η πνευμονία, η Χρόνια Αποφρακτική Πνευμονοπάθεια (ΧΑΠ), το άσθμα και άλλες.

Μεταβολικές διαταραχές: Υπονατριαιμία- Υπερκαλιαιμία -Υπογλυκαιμία

Από την Παθολογία είναι γνωστό πως η μείωση της τιμής του Na+ στο αίμα (φτ: 125-135mEq/L) έχει επιπτώσεις στη γνωστική λειτουργία του ασθενούς. Συγκεκριμένα, τα νευρολογικά συμπτώματα της υπονατριαιμίας ταξινομούνται αναλόγως της βαρύτητας από ήπια έως σοβαρά. Σε αυτά περιλαμβάνονται η ζάλη, η κεφαλαλγία -η οποία μπορεί να συνοδεύεται από ναυτία/ έμετο-, ο αποπροσανατολισμός και η σύγχυση και τέλος η ευερεθιστότητα που μπορεί να οδηγήσει στην επιθετική συμπεριφορά.

Στις πιο συχνές μεταβολικές αιτίες της συγχυτικής συμπεριφοράς που εμφανίζει ένα άτομο περιλαμβάνεται και η υπογλυκαιμία. Για τη διάγνωση της υπογλυκαιμίας απαραίτητη είναι, πέρα από την εύρεση της μείωσης των επιπέδων γλυκόζης στο αίμα (<50 mg/dl), και η αξιολόγηση των κλινικών συμπτωμάτων της υπογλυκαιμίας. Στις κλινικές εκδηλώσεις της μείωσης των επιπέδων γλυκόζης στο αίμα γίνονται εμφανή, εκτός των άλλων, και διαταραχές του νευρικού συστήματος όπως ζάλη, σύγχυση, υπερκινητικότητα ακόμα και σπασμοί σε εξαιρετικές περιπτώσεις, εκδηλώσεις εμφανίζονται συχνότερα στην υπογλυκαιμία “νηστείας”.

Στην ίδια κατηγορία των μεταβολικών διαταραχών που μπορεί να προκαλέσουν την οξεία επιθετική συμπεριφορά κατατάσσονται και οι ασθενείς με υπερκαλιαιμία. Παρόλο που η αύξηση των επιπέδων καλίου στο αίμα δημιουργεί κυρίως μυοσκελετικές διαταραχές, καρδιακές αρρυθμίες και κακουχία, ενώ στις συνέπειες της αύξησης του καλίου προστίθεται και η σύγχυση ή ο αποπροσανατολισμός του ατόμου, όπως φαίνεται από την διεθνή βιβλιογραφία.

Λοιμώξεις: Ουρολοιμώξεις, πνευμονία, χολοκυστίτιδα

Στους ηλικιωμένους ασθενείς η αναγνώριση μιας αλλαγής στη συμπεριφορά τους μπορεί να είναι η μόνη κλινική ένδειξη μιας ενδεχόμενης λοίμωξης. Η σύγχυση, σε συνδυασμό με τη διέγερση που παρουσιάζει ένας ηλικιωμένος που προσέρχεται μόνος ή μαζί με τον συνοδό του στο Τ.Ε.Π δεν θα πρέπει να αξιολογείται ως σύμπτωμα της μειωμένης γνωστικής του ικανότητας λόγω γήρατος ή κάποιας υποκείμενης νοητικής νόσου (άνοια). Στην πραγματικότητα, μπορεί να αποτελεί το μοναδικό κλινικό σύμπτωμα μιας λοίμωξης του ουροποιητικού ή άλλου συστήματος του οργανισμού. Σε αυτό, σημαντικό ρόλο παίζει το ιστορικό του ασθενούς και ειδικά η αναφορά των συνοδών σχετικά με την οξεία αλλαγή της συμπεριφοράς του ηλικιωμένου.

Συγκεκριμένα, τα σημεία και τα συμπτώματα μιας ενδεχόμενης πνευμονίας είναι κυρίως άτυπα στους ηλικιωμένους, Όπως φαίνεται, το 33-60% των περιπτώσεων εμφανίζουν, εκτός των άλλων, αλλαγή της πνευματικής κατάστασης/σύγχυση.

Επίσης, παρατηρείται ότι στα συμπτώματα της οξείας πυελονεφρίτιδας, η ύπαρξη πυρετού, οσφυαλγίας ή ρίγους, παρόλο που είναι αναμενόμενη, πολλές φορές απουσιάζει. Αντ’ αυτού, η αλλαγή της ψυχικής και συναισθηματικής κατάστασης του ασθενούς (συμπεριφορά, διάθεση), κυριαρχεί στην κλινική εξέταση, μαζί με τους εμέτους και την αναπνευστική δυσκολία .

Παρόμοια συμπτώματα εμφανίζονται και στις ενδοκοιλιακές λοιμώξεις, με το ποσοστό αλλαγής της πνευματικής κατάστασης/σύγχυση του ηλικιωμένου που εμφανίζει με χολοκυστίτιδα, να φτάνει στο 13%.

Εγκεφαλικές βλάβες: Εγκεφαλικό, εγκεφαλίτιδα, μηνιγγίτιδα

Οι ασθενείς οι οποίοι εμφανίζουν έκπτωση της πνευματικής τους κατάστασης πολλές φορές μπορεί να αδυνατούν να διαχειριστούν έντονες και στρεσογόνες καταστάσεις. Η έκπτωση του γνωστικού τους επιπέδου πιθανότατα να οφείλεται είτε στην αυξημένη ηλικία είτε σε κάποια βλάβη του εγκεφάλου, με αποτέλεσμα να διαταράσσεται η κριτική τους λογική.

Από την βιβλιογραφία προκύπτει ότι, οι ασθενείς που εμφανίζουν διέγερση ή συγχυτική συμπεριφορά χωρίς διέγερση, μπορεί να έχουν ιστορικό αγγειακού εγκεφαλικού επεισοδίου ή το περιστατικό βίαιης συμπεριφοράς να είναι απόρροια ενός εγκεφαλικού επεισοδίου που πραγματοποιείται εκείνη την στιγμή. Η αλλαγή της συμπεριφοράς συχνά συνδέεται κυρίως με βλάβες στον οπίσθιο βρεγματικό και προμετωπιαίο φλοιό του εγκεφάλου.

Συμπτώματα στέρησης: Αλκοόλ, οποιοειδή φάρμακα, ναρκωτικές ουσίες

Είναι γνωστό πως, τόσο το αλκοόλ όσο και οι ναρκωτικές ουσίες, παρουσιάζουν μια σειρά από διαφορετικά συμπεριφορικά αποτελέσματα στους χρήστες τους, τα οποία εξαρτώνται από τη δόση που λαμβάνεται και από τις μεταβολές της ουσίας αυτής μέσα στο αίμα. Η ευφορία, η αγχολυτική δράση καθώς και η διέγερση που προκαλούν οι ουσίες αυτές καθιστούν τη χρήση τους αναπόσπαστο κομμάτι της καθημερινότητας των ατόμων αυτών. Ωστόσο, η διακοπή της χρήσης έχει αρνητικά αποτελέσματα τα οποία αποτελούν τα συμπτώματα του συνδρόμου στέρησης. Η ανησυχία, οι διαταραχές στην κρίση και την αντίληψη (παραισθήσεις), τα συμπτώματα διέγερσης του συμπαθητικού νευρικού συστήματος, η σύγχυση ακόμα και οι επιληπτικές κρίσεις είναι μερικά από τα συμπτώματα με τα οποία παρουσιάζονται στα τμήματα των επειγόντων περιστατικών ασθενείς με σύνδρομο στέρησης, εμφανίζοντας μια ανήσυχη συμπεριφορά.

5.2 ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΟΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ

 

 

Συνεχίζοντας την αναζήτηση των αιτιών που προκαλούν την εκδήλωση της βίαιης συμπεριφοράς προς το υγειονομικό προσωπικό των Τ.Ε.Π. οι επιστήμονες έδειξαν αρκετό ενδιαφέρον για τους περιβαλλοντικούς παράγοντες οι οποίοι επηρεάζουν τη συμπεριφορά του ατόμου. Συγκεκριμένα, παράγοντες όπως η διάταξη, ο σχεδιασμός και η χωροταξία του Τ.Ε.Π., σε συνδυασμό με τους οργανικούς παράγοντες, μπορεί να είναι οι κύριες αιτίες για την εκδήλωση βίαιης συμπεριφοράς τόσο από τους ασθενείς, όσο και από τους συνοδούς τους.

Θέλοντας να επεξηγήσουν την επιρροή των περιβαλλοντικών συνθηκών εντός του χώρου του νοσοκομείου στην ανάπτυξη στρεσογόνων ερεθισμάτων, που στην συνέχεια εκδηλώνονται ως βίαιη ενέργεια, οι επιστήμονες κατέληξαν ότι οι δύο αυτές παράμετροι είναι αλληλένδετες.

Αναλυτικότερα, από τα αποτελέσματα των ερευνών που έγιναν κατά καιρούς για τη βία εντός των Τ.Ε.Π., σημαντικό ρόλο στην πρόληψη της εμφάνισης επικίνδυνης συμπεριφοράς είχε η διαμόρφωση του συγκεκριμένου τμήματος. Ξεκινώντας από τους πιο σημαντικούς περιβαλλοντικούς παράγοντες, οι επιστήμονες κατέληξαν ότι ο αυξημένος χρόνος αναμονής στα Τ.Ε.Π των γενικών νοσοκομείων είναι η κύρια αιτία δημιουργίας της έντασης, που έχει ως αποτέλεσμα τη βίαιη ενέργεια. Αυτό, σε συνδυασμό με τις πλήρεις από κόσμο αίθουσες αναμονής, ειδικά σε ημέρα κατά την οποία το νοσοκομείο εφημερεύει, συμπληρώνει τις αιτίες που οδηγούν στην επικίνδυνη συμπεριφορά.

Οι Crilly et al., (2004) στη μελέτη τους, επιβεβαίωσαν ότι ο μέσος όρος του χρόνου αναμονής για υγειονομική περίθαλψη, παίζει πολύ σημαντικό ρόλο στην εκδήλωση βίαιης συμπεριφοράς. Συγκεκριμένα, οι περιπτώσεις των ασθενών που εκδήλωσαν επικίνδυνη συμπεριφορά είχαν κατά μέσο όρο αναμονής τα 65 λεπτά. Επιπρόσθετα, φάνηκε από τη μελέτη ότι περίπου το 1/4 των επιθέσεων προς το προσωπικό του τμήματος (24%), προήλθε από άτομα που αδυνατούσαν να περιμένουν τον γιατρό προκειμένου να εξεταστούν, ή περίμεναν λιγότερο από 1 ώρα.

Στον αυξημένο χρόνο αναμονής της εξέτασης έρχεται να προστεθεί ένας δεύτερος επιβαρυντικός παράγοντας· ο συνωστισμός και ο συγχρωτισμός στους χώρους αυτούς. Σε μία ποιοτική μελέτη του Akerstrom (1997) που πραγματοποιήθηκε σε Σουηδική κλινική επειγόντων περιστατικών, εκτός των άλλων αποτελεσμάτων, αναπτύχθηκε και μία ακόμα ενότητα. Μελετήθηκε η εχθρότητα που επικρατεί μέσα στους χώρους αναμονής του νοσοκομείου από τους ασθενείς και τους συγγενείς τους προς τους επαγγελματίες υγείας, λόγω των πολυάριθμων περιστατικών που προηγούνται.

Αποδεικνύεται, λοιπόν, πως μερικοί από τους πιο σημαντικούς περιβαλλοντικούς παράγοντες που προάγουν την εκδήλωση της βίαιης συμπεριφοράς και έχουν άμεση σχέση με τη διαμόρφωση του τμήματος είναι οι μικρές αίθουσες αναμονής, όπου η αναλογία κόσμου είναι μεγαλύτερη από το προβλεπόμενο, καθώς και ο λανθασμένος σχεδιασμός του χώρου, με τις πολλές και διαφορετικές εισόδους και εξόδους που εμποδίζουν την εύκολη πρόσβαση.

Επιπρόσθετα, σύμφωνα με το CDC (Centers of Disease Control and Prevention), στους περιβαλλοντικούς παράγοντες που αναφέρονται σχετικά με την πρόληψη της εργασιακής βίας προς τους νοσηλευτές, είναι και ο εξαερισμός και η θέρμανση καθώς, ο κακός ή μη λειτουργικός εξαερισμός επηρεάζει τη διάθεση, προκαλεί δυσφορία τόσο κατά την ώρα της αναμονής όσο και κατά την ώρα της εξέτασης και κατά συνέπεια προετοιμάζει το έδαφος για τη διαταραχή της συμπεριφοράς.

Συμπληρωματικά, στα δεδομένα των μελετών φαίνεται επίσης πως ο ανεπαρκής φωτισμός των διαδρόμων, που δυσχεραίνει την καλή ορατότητα για το προσωπικό, σε συνδυασμό με τις πολλές εισόδους και εξόδους όπως ειπώθηκε παραπάνω, δίνει στον «δράστη» την εύκολη διαφυγή ύστερα από ένα βίαιο συμβάν. Ολοκληρώνοντας την αναφορά στους περιβαλλοντικούς παράγοντες κινδύνου, δεν γίνεται να μην αναφερθεί η σημασία της ύπαρξης των ναρκωτικών φαρμάκων εντός του τμήματος. Είναι γνωστό πως, κατά καιρούς, έχουν καταγραφεί επιθέσεις εναντίον του προσωπικού του συγκεκριμένου τμήματος από ασθενείς που εκδήλωσαν σύνδρομο στέρησης ουσιών και επιτέθηκαν προς το υγειονομικό προσωπικό για την εξεύρεσή τους. Συνεπώς, η γνώση της ύπαρξης ναρκωτικών ουσιών εντός του χώρου του τμήματος των επειγόντων περιστατικών, είναι ένας αναπόφευκτος επιβαρυντικός παράγοντας κινδύνου ανάπτυξης βίαιης συμπεριφοράς (Kuhn, 1999).

5.3. ΟΡΓΑΝΩΤΙΚΟΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ

Η συμβολή των παραγόντων κινδύνου που προκύπτουν από την οργάνωση του τμήματος είναι πολύ σημαντική για την ανάπτυξη και την εκδήλωση της βίαιης συμπεριφοράς. Στην κατηγορία αυτή, δεν δίνεται βαρύτητα στο πρόσωπο που εκδηλώνει την επικίνδυνη συμπεριφορά αλλά, αντ’ αυτού, περιγράφονται οι ελλείψεις στο διοικητικό προσωπικό του νοσοκομείου και η λανθασμένη διαχείριση από τους αρμόδιους φορείς. Επίσης, η πολιτική του νοσοκομείου και οι συνθήκες εργασίας φαίνεται να δυσχεραίνουν με τη σειρά τους την ασφαλή παροχή υγειονομικής φροντίδας από τους επαγγελματίες προς τους ασθενείς. Σύμφωνα με τους ερευνητές, τα περισσότερα ποσοστά των επιθέσεων καταγράφηκαν κατά τις απογευματινές και νυχτερινές βάρδιες, με την απογευματινή βάρδια να υπερέχει. Αυτό συμβαίνει κυρίως λόγω της ανεπάρκειας του προσωπικού στις συγκεκριμένες ώρες εργασίας, που έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση της δυσφορίας των ασθενών κατά την ώρα αναμονής (Stathopoulou, 2007; Χατζηθεοδώρου, 2013).

Όπως φαίνεται και από την μελέτη που πραγματοποίησαν οι Μαστροκώστας και συν. το 2005 στα Τ.Ε.Π. των Γενικών Νοσοκομείων της Θεσσαλονίκης, η πλειοψηφία του προσωπικού χαρακτηρίζει τα υψηλά ποσοστά των επιθέσεων κατά τις απογευματινές ώρες ως επακόλουθο της έλλειψης προσωπικού και κατά συνέπεια της αύξησης του χρόνου αναμονής για ιατρική εξέταση. Αυτό επιβεβαιώνεται και από τη διεθνή κοινότητα, με τα αποτελέσματα των ερευνών που πραγματοποιήθηκαν σε Σουηδία και Νέα Ζηλανδία να είναι παρόμοια με την παρούσα μελέτη (Παπαδοπούλου, 2009).

Επιπρόσθετα, στους οργανωτικούς παράγοντες περιλαμβάνεται μία πληθώρα από συνθήκες εργασίας, οι οποίες θέτουν το υγειονομικό προσωπικό σε αυξημένο κίνδυνο να γίνει αποδέκτης μιας βίαιης ενέργειας. Παρόλο που οι συνθήκες αυτές είναι αναπόφευκτο κομμάτι του επαγγέλματος, δεν παύουν να συμβάλουν στην ανάπτυξη επικίνδυνων συμπεριφορών. Σε αυτήν την ομάδα περιλαμβάνονται οι ιατρονοσηλευτικές παρεμβάσεις σε πολύ κοντινή φυσική επαφή με τους ασθενείς, ο απαιτητικός φόρτος εργασίας, η ύπαρξη κατά κύριο λόγο γυναικείου προσωπικού σε μεγαλύτερη αναλογία από τους 38 άνδρες, και ειδικά κατά τις νυχτερινές βάρδιες, καθώς και η αυξημένη διάρκεια συναναστροφής με τους συναισθηματικά φορτισμένους συγγενείς (Stathopoulou, 2007).

Συμπληρωματικά, ένας ακόμη παράγοντας που επηρεάζει τη συχνότητα των επιθέσεων προς το υγειονομικό προσωπικό δεν είναι άλλος από τη γεωγραφική θέση στην οποία βρίσκεται το νοσοκομείο. Κατά καιρούς έχει παρατηρηθεί ότι τα υψηλότερα ποσοστά των βίαιων επιθέσεων καταγράφηκαν σε νοσοκομεία τα οποία βρίσκονται σε περιοχές με αυξημένη εγκληματικότητα. Συγκεκριμένα, οι αναφορές για επιθέσεις προς το υγειονομικό προσωπικό, δείχνουν ότι αυτές προέρχονται από συγκεκριμένες μερίδες ανθρώπων και κατά κύριο λόγο με τη χρήση αιχμηρών αντικειμένων. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα την πρόκληση σωματικής βλάβης, η οποία στις περισσότερες φορές μπορεί να είναι και ιδιαίτερα επικίνδυνη για τη ζωή του επαγγελματία υγείας (Gillespie, Gates and Berry, 2013).

Σε αυτό έρχεται να προστεθεί ένας ακόμα παράγοντας κινδύνου οργανωτικού χαρακτήρα· το μειωμένο προσωπικό ασφαλείας στους χώρους του νοσοκομείου. Μεγάλο μέρος του υγειονομικού προσωπικού των Τ.Ε.Π. αναφέρει πως τα ποσοστά των επιθέσεων προς το πρόσωπό τους θα ήταν μειωμένα, αν το προσωπικό ασφαλείας ήταν επαρκές. Στην περίπτωση αυτή προστίθενται και τα αποτελέσματα της μελέτης που δείχνουν ότι μεγάλο ποσοστό του υγειονομικού προσωπικού αισθάνεται ανασφάλεια στον χώρο του νοσοκομείου λόγω της ανεπαρκούς φύλαξης, που έχει ως αποτέλεσμα την ευκολότερη ανάπτυξη βίαιων επιθέσεων από τους ασθενείς και τους συγγενείς τους (Μαστροκώστας και συν. 2005; CDC, 2013; Gillespie, Gates and Berry, 2013; ).

Σύμφωνα με τις διεθνείς αναφορές, επίσης, η απουσία των μέσων επικοινωνίας έκτακτης ανάγκης στους χώρους του νοσοκομείου -και ιδιαίτερα στο Τ.Ε.Π.- μεταξύ του ιατρονοσηλευτικού προσωπικού και του προσωπικού ασφάλειας είναι από μόνη της ένας επιβαρυντικός παράγοντας που θα έπρεπε να έχει αποφευχθεί. Ακόμη, τόσο η ανεπαρκής εκπαίδευση του υγειονομικού προσωπικού στη διαχείριση των βίαιων συμπεριφορών όσο και η απουσία πρωτοκόλλων από τους φορείς σχετικά με την πρόληψη και αντιμετώπιση βίαιων καταστάσεων αποτελούν μερικούς από τους οργανωτικούς παράγοντες κινδύνου που συμβάλουν στην εκδήλωση επικίνδυνης συμπεριφοράς (Παπαδοπούλου, 2009; OSHA, 2015).

5.4. ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ-ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ

 

Ξεκινώντας την αναφορά των κοινωνικο-οικονομικών παραγόντων, αξίζει να επισημανθεί ο σημαντικός ρόλος του φύλου του ατόμου που εκδηλώνει τη βίαιη συμπεριφορά εντός του νοσοκομειακού περιβάλλοντος, πόσο μάλλον στα τμήματα των επειγόντων περιστατικών, όπου η συναισθηματική φόρτιση είναι μεγαλύτερη και η διαχείριση των συναισθημάτων δυσκολότερη. Όπως φαίνεται και από τα αποτελέσματα της μελέτης των Μαστροκώστα και συν. (2005), οι άνδρες συνοδοί είναι αυτοί που με ποσοστό 67,01% ασκούν σε μεγαλύτερη συχνότητα λεκτική βία, τόσο προς το ανδρικό, όσο και προς το γυναικείο υγειονομικό προσωπικό.

Οι επιστήμονες επισημαίνουν τους κοινωνικο-οικονομικούς παράγοντες πρόκλησης της βίαιης συμπεριφοράς, οι οποίοι δημιουργούν ένα κλίμα στο οποίο μπορεί να αναπτυχθεί η βία, παρόλο που δεν αφορούν άμεσα στους επαγγελματίες υγείας ή στον χώρο του νοσοκομείου, προκειμένου να αποφευχθούν τέτοια περιστατικά. Η οικονομική κρίση, που επηρεάζει άμεσα την ασφαλιστική κάλυψη των πολιτών, συμβάλλει με την σειρά της στο φαινόμενο της βίας προς τους επαγγελματίες υγείας. Αυτό φαίνεται από τα περιστατικά των επιθέσεων που προκαλούνται λόγω αδυναμίας της κάλυψης της υγειονομικής περίθαλψης σε ασθενείς χωρίς ασφάλεια.

Ένας επιπλέον κοινωνικός επιβαρυντικός παράγοντας είναι το εκπαιδευτικό επίπεδο των πολιτών. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η απροθυμία και ο εγωισμός των περισσοτέρων ασθενών με μικρούς τραυματισμούς να περιμένουν στην αίθουσα αναμονής για την περίθαλψή τους περισσότερο από το προβλεπόμενο, ειδικά σε περιπτώσεις που η σειρά τους παρακάμπτεται από περιστατικά άλλων ασθενών απειλητικά για τη ζωή, που χρήζουν άμεσης διαχείρισης. Όπως έχει ήδη αναφερθεί, αρκετές από τις περιπτώσεις των βίαιων επιθέσεων πραγματοποιήθηκαν από ανθρώπους που κατατάχθηκαν στην κατηγορία 3 ή 4, σύμφωνα με την κλίμακα του triage, 40 λόγω αδυναμίας της κατανόησης της ταξινόμησης αυτής (Stathopoulou, 2007; Χατζηθεοδώρου, 2013).

Διαχείριση των Βίαιων Συμπεριφορών προς τους Επαγγελματίες Υγείας των Τμημάτων Επείγοντων Περιστατικών (Μέρος 1ο)

Διαχείριση των Βίαιων Συμπεριφορών προς τους Επαγγελματίες Υγείας των Τμημάτων Επείγοντων Περιστατικών (Μέρος 2ο)

Διαχείριση των Βίαιων Συμπεριφορών προς τους Επαγγελματίες Υγείας των Τμημάτων Επείγοντων Περιστατικών (Μέρος 3ο)

Διαχείριση των Βίαιων Συμπεριφορών προς τους Επαγγελματίες Υγείας των Τμημάτων Επείγοντων Περιστατικών (Μέρος 4ο)

ΝΟΥΒΑΚΗ ΧΡΥΣΟΥΛΑ
ΝΟΣΗΛΕΥΤΡΙΑ
ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

ΔΙΑΣΩΣΤΕΣ ΡΟΔΟΥ