Μεταπηδήστε στο περιεχόμενο
Αρχική » Αρθρογραφία και Δράσεις » Ασφάλεια Σκηνής » Διαχείριση των Βίαιων Συμπεριφορών προς τους Επαγγελματίες Υγείας των Τμημάτων Επείγοντων Περιστατικών (Μέρος 1ο)

Διαχείριση των Βίαιων Συμπεριφορών προς τους Επαγγελματίες Υγείας των Τμημάτων Επείγοντων Περιστατικών (Μέρος 1ο)

1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Το φαινόμενο της επιθετικής συμπεριφοράς ενός ανθρώπου έχει απασχολήσει πολλούς ερευνητές, οι οποίοι προσπαθούν να βρουν τους αιτιολογικούς παράγοντες για τους οποίους μπορεί κάποιος να γίνει επιθετικός, καθώς και να αναλύσουν τις μορφές με τις οποίες εκδηλώνουν οι άνθρωποι αυτήν την επιθετικότητα. Πολλές φορές, δεν αναγνωρίζεται εγκαίρως η επιθετική συμπεριφορά, ενώ άλλες μπορεί να υποτιμάται, αψηφώντας τις επιπτώσεις που μπορεί να δημιουργήσει η συγκεκριμένη συμπεριφορά.

Ο χώρος του νοσοκομείου, και συγκεκριμένα τα Τμήματα των Επειγόντων Περιστατικών των Γενικών Νοσοκομείων μιας περιοχής, είναι χώροι για τους οποίους τα τελευταία χρόνια γίνεται συχνότερη αναφορά σχετικά με τις συνθήκες εργασίας. Το σκεπτικό για την πραγματοποίηση της συγκεκριμένης εργασίας είναι τα ολοένα και αυξανόμενα περιστατικά των επιθέσεων που ακούγονται να συμβαίνουν τελευταία στα Γενικά Νοσοκομεία της χώρας μας. Ειδικότερα, η συμπεριφορά του υγειονομικού προσωπικού σε παρόμοιες καταστάσεις, και συγκεκριμένα σε περιπτώσεις που χρήζουν άμεσης αντιμετώπισης, ήταν το εναρκτήριο ερώτημα για την εκπόνηση της εργασίας.

Παρόλο που η υγειονομική περίθαλψη δεν κατατάσσεται στα επικίνδυνα επαγγέλματα, αρκετά συχνά γίνονται αναφορές σε περιστατικά επιθέσεων προς το υγειονομικό προσωπικό, με τις περισσότερες, δυστυχώς, να παραμένουν αδήλωτες σε επίσημες καταγραφές. Διαφορετικής αιτιολογίας κάθε φορά, με διαφορετική βαρύτητα ως προς το περιστατικό, αλλά με μία συχνότητα που αυξάνεται συνεχώς χωρίς να δίνεται η ιδιαίτερη σημασία στην ύπαρξη αυτής της πραγματικότητας.

Η βίαιη συμπεριφορά δεν αποτελεί γνώρισμα συγκεκριμένης μερίδας ανθρώπων αλλά ούτε έχει και συγκεκριμένο χώρο εκδήλωσης. Για τον λόγο αυτόν η επιστημονική κοινότητα δεν έχει αποφανθεί για τους λόγους τους οποίους κάποιος μπορεί να εκδηλώσει επιθετική συμπεριφορά, πόσο μάλλον για την έγκαιρη πρόγνωση και αντιμετώπισή της. Είναι αλήθεια ότι ο αριθμός των αναφορών για περιστατικά επιθετικής συμπεριφοράς στους χώρους Υγείας είναι αρκετά μεγάλος. Ωστόσο, παρατηρείται μία υποβάθμιση 10 ως προς τη σημαντικότητα αυτού του φαινομένου, πόσο μάλλον ως προς την αναγνώρισή του ως κάτι για το οποίο χρήζει λόγος εκπαίδευσης του υγειονομικού προσωπικού στην διαχείριση τέτοιων καταστάσεων.

Η κουλτούρα της υγειονομικής περίθαλψης εστιάζει περισσότερο στην ασφάλεια των ασθενών, παρά στην ασφάλεια των εργαζομένων. Συνέπεια της στάσης αυτής είναι τόσο οι επαγγελματίες υγείας όσο και ο υπόλοιπος κόσμος να έχουν υιοθετήσει την άποψη ότι τα περιστατικά των βίαιων επιθέσεων είναι «μέρος της δουλειάς» του υγειονομικού προσωπικού, γεγονός το οποίο κάνει τους επαγγελματίες υγείας να είναι περισσότερο ευάλωτοι στην επαγγελματική εξουθένωση (Winstanley and Whittington, 2002; Mc Phaul and Lipscomb, 2004).

Το φαινόμενο της εργασιακής βίας εμφανίζεται συχνότερα σε συγκεκριμένου είδους επαγγέλματα. Σε αυτά ανήκουν και οι επαγγελματίες υγείας, οι οποίοι βιώνουν περιστατικά επιθετικής συμπεριφοράς αρκετά συχνά. Σύμφωνα με τα δεδομένα της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής, οι υπάλληλοι σε μονάδες υγείας διατρέχουν 16 φορές μεγαλύτερο κίνδυνο να δεχθούν περιστατικά βίαιης ή επικίνδυνης συμπεριφοράς σε σχέση με εργαζομένους διαφορετικού επαγγέλματος (Παπαδοπούλου, 2009).

Η αναφορά περιστατικών με βίαιη συμπεριφορά συνήθως οδηγεί τη σκέψη του καθενός σε άτομα με ψυχιατρικά προβλήματα, σε δομές ψυχικής υγείας, καθώς και σε ανθρώπους με παραβατική συμπεριφορά. Όντως, πολλές αναφορές έχουν υπάρξει για τα βίαια περιστατικά που έχουν λάβει χώρα στις ψυχιατρικές δομές, λόγω της φύσης των περιστατικών των οποίων καλούνται να περιθάλψουν, ενώ αξιοσημείωτος είναι και ο αριθμός των μελετών που έχουν ασχοληθεί με το κομμάτι της συμπεριφοράς των ατόμων με ψυχικό νόσημα. Ωστόσο, η βία δεν είναι μία νόσος, αλλά μία συμπεριφορά που εκδηλώνεται. Παρόλο που οι χώροι στους οποίους παρατηρούνται κυρίως οι συμπεριφορές αυτές είναι οι χώροι ψυχιατρικής φροντίδας, η βία μπορεί να εκδηλωθεί και από άτομα που δεν ανήκουν σε αυτές τις ομάδες.

Με αφορμή, λοιπόν, τα συγκεκριμένα ερωτήματα, ξεκίνησε η αναζήτηση της ύπαρξης πρωτοκόλλων σε διεθνές επίπεδο, σχετικά με την ορθή διαχείριση των συγκεκριμένων περιστατικών από το σύνολο του προσωπικού, 11 ακολουθώντας πάντα τις πολιτικές του κάθε νοσοκομείου σχετικά με την διαχείριση των βίαιων επιθέσεων. Στη συγκεκριμένη εργασία γίνεται αναφορά στους τρόπους διαχείρισης των βίαιων συμπεριφορών προς τους επαγγελματίες υγείας στο Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών των Γενικών Νοσοκομείων συγκεκριμένα, μελετώντας την εγχώρια και ξένη βιβλιογραφία, σχετικά με αυτό το φαινόμενο. 12

2. Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΒΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΠΙΘΕΤΙΚΟΤΗΤΑΣ

 

 

Ανά καιρούς, έχουν αναπτυχθεί αρκετοί ορισμοί οι οποίοι περιγράφουν την έννοια της επιθετικότητας, και ακόμα περισσότεροι που περιγράφουν την έννοια της βίας. Βιβλιογραφικά, παρόλο που οι δύο έννοιες συχνά ταυτίζονται, πολλές φορές χρησιμοποιούνται για να αποδώσουν διαφορετικά φαινόμενα η καθεμία. Ωστόσο, παρατηρείται ότι, στη δημοσιευμένη αρθρογραφία, γίνεται περισσότερος λόγος για την έννοια της βίας, τα χαρακτηριστικά της και τις μορφές με τις οποίες αυτή εκδηλώνεται. Παρακάτω θα αναφερθούν μερικοί από τους βασικούς ορισμούς που έχουν δημιουργηθεί για την περιγραφή τόσο της βίας όσο και της επιθετικότητας.

2.1. Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΕΠΙΘΕΤΙΚΟΤΗΤΑΣ

Ακούγοντας να χρησιμοποιείται ο όρος επιθετικότητα, οι επιστήμονες ασχολήθηκαν με την ερμηνεία αυτής της λέξης, δίνοντας τις περισσότερες φορές διαφορετικό νόημα σε κάθε περίπτωση. Η πιο συχνά διαδεδομένη έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτόν είναι η περιγραφή της συναισθηματικής διάθεσης που έχει κάποιος, οι πράξεις του οποίου είναι απαγορευτικές για τον κοινό τρόπο ζωής. Αυτό, βέβαια, διαφέρει από κοινωνία σε κοινωνία και από πολιτισμό σε πολιτισμό, καθώς συμπεριφορές που μπορεί να είναι απαγορευτικές για έναν λαό και χαρακτηρίζονται κατακριτέες από την κοινή γνώμη, να θεωρούνται φυσιολογικές για κάποιους άλλους. Μια άλλη ερμηνεία που δίνεται για την επιθετική συμπεριφορά είναι η επεξήγηση της ορμητικής συμπεριφοράς που μπορεί κάποιος να εκδηλώσει και η οποία εμφανίζει συγκεκριμένα κοινά χαρακτηριστικά με άλλους που έχουν πράξει κατά τον ίδιο τρόπο. (Τσαπατσάρη, 2015).

Ως επιθετικότητα ορίζεται εκείνη η συμπεριφορά κατά την οποία από πρόθεση κάποιος στοχεύει στην πρόκληση επώδυνων ερεθισμάτων στον ίδιο του τον εαυτό, σε άλλον οργανισμό, ή εκδηλώνει καταστροφική συμπεριφορά και προκαλεί ζημία σε άψυχα αντικείμενα (Χριστοδούλου, Μιχόπουλος και Λύκουρας, 2008). 13

ΜΟΡΦΕΣ ΕΠΙΘΕΤΙΚΟΤΗΤΑΣ

Υπάρχουν τρείς μορφές με τις οποίες εκδηλώνεται κυρίως η επιθετικότητα: η λεκτική, η σωματική έναντι άλλων ανθρώπων και η σωματική έναντι αντικειμένων, που σε αυτήν την περίπτωση χαρακτηρίζεται με τον όρο «καταστροφικότητα».

Αναλύοντας κάθε μορφή της επιθετικότητας ξεχωριστά, η λεκτική είναι η κυριότερη μορφή αλλά υποτιμάται ή δεν αναγνωρίζεται ως μια επιθετική συμπεριφορά. Σε αυτή τη μορφή επιθετικότητας περιλαμβάνονται οι φραστικές επιθέσεις που έχουν ως στόχο την ψυχολογική υποβίβαση του θύματος και την ανάπτυξη του αισθήματος ανωτερότητας του θύτη. Σύμφωνα με τον Garnham (2001) «όσον αφορά στην σωματική επιθετική συμπεριφορά, μπορούν να ενταχθούν σε αυτή οι βάναυσες πράξεις, ο ξυλοδαρμός και η πρόκληση σωματικών ζημιών από ένα άτομο σε κάποιο άλλο από πρόθεση», όπως έχει επισημανθεί ανωτέρω.

Σε συνδυασμό με όσα έχουν ειπωθεί, «η ταξινόμηση της επιθετικότητας», όπως έχει επισημάνει και ο Γιωτάκος (2013), «γίνεται βάσει τριών αξόνων: το στόχο, τη μορφή με την οποία εκτελείται και την αιτία της εκδήλωσης επιθετικής συμπεριφοράς. »

Η επιθετικότητα, ανάλογα με το στόχο που έχει, χωρίζεται στην επιθετικότητα προς τον ίδιο τον εαυτό, προς τους άλλους, και προς τα αντικείμενα. Επιπλέον, βάση του τρόπου με τον οποίον εκδηλώνεται, χαρακτηρίζεται σε σωματική, λεκτική, και ψυχολογική. Ακόμη, ταξινομώντας την επιθετικότητα με άξονα τους αιτιολογικούς παράγοντες για τους οποίους κάποιος εκδηλώνει αυτή τη συμπεριφορά, παρατηρούνται τόσο κοινωνικοί, πολιτισμικοί και οικονομικοί λόγοι, όσο και ψυχολογικά ή ακόμα και βιολογικά αίτια». 14

2.2. Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΒΙΑΣ

 

Η έννοια της βίας διαφέρει από αυτήν της επιθετικότητας και αυτό είναι κάτι που αξίζει να επισημανθεί. Μία ερμηνεία της βίας είναι η σωματική επιθετικότητα έναντι άλλων ανθρώπων. Ως εκ τούτου, μπορεί να εννοηθεί ότι η βία αποτελεί μια «υποομάδα» της επιθετικότητας. Ωστόσο, όπως η ερμηνεία της επιθετικότητας ήταν ένα θέμα που απασχολούσε κατά καιρούς την επιστημονική κοινότητα, έτσι και η ερμηνεία της βίας απασχόλησε για πολύ τους ερευνητές, αναζητώντας την αιτία εμφάνισής της, τα χαρακτηριστικά της εκδήλωσής της και τους τρόπους αντιμετώπισης αυτής.

Η κύρια αιτία για την οποία η επιστημονική κοινότητα δεν έχει καταλήξει σε έναν ακριβή ορισμό που να περιγράφει την έννοια της βίας είναι η ασυμφωνία σχετικά με το τι περιλαμβάνει μία βίαιη συμπεριφορά. Αυτό συμβαίνει λόγω της διαφορετικής κατανόησης της βίαιης συμπεριφοράς από άτομο σε άτομο και της διαφορετικής κοινωνικής και πολιτισμικής κουλτούρας που αντιπροσωπεύουν. Συνεπώς, διαφορετική θα είναι και η επίδραση της βίας στον καθένα ξεχωριστά (Stathopoulou, 2007).

Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ), «η βία περιλαμβάνει φυσική επίθεση, προφορική κακομεταχείριση, ψυχολογική πίεση, εξαναγκασμό, σεξουαλική παρενόχληση και φυλετική διάκριση, ακόμα και ανθρωποκτονία». (WHO, 2001)

Διαχωρίζοντας τις έννοιες της βίας και της βίας στον εργασιακό χώρο, έχουν δοθεί ποικίλοι ορισμοί που μπορούν να επεξηγήσουν ως ένα βαθμό τις δύο αυτές έννοιες. Στη συγκεκριμένη εργασία γίνεται λόγος για τη διαχείριση του βίαιου ατόμου από τους επαγγελματίες υγείας στο χώρο των Τ.Ε.Π. Για τον λόγο αυτόν, εκτενέστερη αναφορά θα γίνει για την βία στον χώρο εργασίας.

Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) θέλοντας να ερμηνεύσει την έννοια της βίας στον εργασιακό χώρο αναφέρει ότι «η βία στον εργασιακό χώρο περιλαμβάνει συμβάντα στα οποία οι εργαζόμενοι γίνονται δέκτες σωματικής ή λεκτικής επίθεσης, απειλής καθώς και προσβλητικής συμπεριφοράς, σε συνθήκες που σχετίζονται με την εργασία τους». (ILO-ICN-WHO-PSI, 2002). 15

Επιπλέον, το Εθνικό Ινστιτούτο για την Ασφάλεια και την Υγεία στην Εργασία (NIOSH) ορίζει τη βία στον χώρο εργασίας ως «τις βίαιες πράξεις στις οποίες συμπεριλαμβάνονται οι σωματικές επιθέσεις και οι απειλές για επίθεση και απευθύνονται σε άτομα που εκτελούν το έργο τους ή βρίσκονται στον χώρο εργασίας τους». (Kwok et al., 2006).

ΜΟΡΦΕΣ ΒΙΑΣ

Η βία μπορεί να εκφραστεί με πολλούς διαφορετικούς τρόπους. Οι κύριες μορφές με τις οποίες εκδηλώνεται είναι οι εξής:

• Σωματική (ή φυσική) βία: Με τον όρο σωματική βία, αναφερόμαστε στην επίθεση ενός ατόμου εναντίον ενός άλλου, προσβάλλοντας τη σωματική ακεραιότητα του δεύτερου και η οποία έχει σαν αποτέλεσμα τη σωματική του βλάβη και την πρόκληση του συναισθήματος του φόβου από βλάβη. Σε αυτού του είδους τη βία περιλαμβάνεται το χτύπημα, το σπρώξιμο, το σκούντημα και καθετί που προκαλεί πόνο εκουσίως, καθώς και η επίθεση με οποιοδήποτε αντικείμενο το οποίο μπορεί να προξενήσει ελαφρύ έως σοβαρό τραυματισμό.

• Λεκτική βία: Με τον όρο λεκτική βία περιγράφονται οι προφορικές επιθέσεις που πραγματοποιούνται με διάθεση απαξίωσης και εκδηλώνονται με επικριτικό τρόπο ή προσβλητικούς χαρακτηρισμούς, έχοντας ως στόχο τον υποβιβασμό του θύματος και την ανάπτυξη αισθήματος κατωτερότητας. Οι απειλές είναι η συχνότερη μορφή με την οποία εμφανίζεται αυτού του είδους η βία.

• Ψυχολογική (συναισθηματική) βία: Πρόκειται για τη μορφή βίας κατά την οποία ο εμπλεκόμενος αποσκοπεί στην διαταραχή ή πλήξη της 16 συναισθηματικής ακεραιότητας ενός ατόμου, χωρίς να χρησιμοποιεί φυσική βία. Στόχος της συναισθηματικής βίας είναι η δημιουργία «τραυματικής εμπειρίας» στο πρόσωπο-στόχο. Η πρόκληση αισθήματος αμηχανίας ή ντροπής, η δυσφορία από τα σχόλια του θύτη, αλλά και οι συγκεκαλυμμένες με χιουμοριστικό ύφος απειλές είναι μερικά παραδείγματα ψυχολογικής βίας.

• Εξαναγκασμός/ Εκφοβισμός: Πρόκειται για μια μορφή βίας που κύριο τρόπο εκδήλωσης έχει την πίεση ενός ατόμου σε κάποιο άλλο ώστε να κάνει κάτι παρά τη θέλησή του.

• Καταστροφή μη προσωπικών αντικειμένων: Αυτού του είδους η μορφή βίας έχει σαν αποτέλεσμα την πρόκληση φθοράς σε περιουσία που ανήκει σε άλλο άτομο ή οργανισμό. Στις μορφές της βίας που δεν αναπτύχθηκαν παραπάνω περιλαμβάνονται η σεξουαλική βία, η οικονομική εκμετάλλευση καθώς και η πνευματική και πολιτισμική βία. Ο διαχωρισμός προκύπτει λόγω του ότι οι συγκεκριμένες μορφές βίας δεν είναι τόσο εύκολο να αναπτυχθούν σε περιβάλλοντα “οξείας νοσηλείας”, όπως είναι τα τμήματα επειγόντων περιστατικών. (Μαστροκώστας και συν. 2005; Παπαδοπούλου, 2009; Χατζηθεοδώρου, 2013).

Όπως έγινε κατανοητό, η διεθνής βιβλιογραφία περιγράφει σαφώς ποιοι τύποι συμπεριφορών θα πρέπει να θεωρούνται βίαιοι, ασχέτως πολιτισμικής κουλτούρας. Σε αυτές τις συμπεριφορές περιλαμβάνονται πράξεις όπως απειλές και εκβιασμοί, ως μορφές λεκτικής και ψυχολογικής βίας, καθώς και περιστατικά που απειλούν τη σωματική ακεραιότητα, όπως σπρώξιμο, τραυματισμός ελαφρύς ή σοβαρός, ακόμα και απειλή με την επίδειξη μαχαιριού ή όπλου. (Μαστροκώστας και συν. 2006). 17

3. ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΒΙΑΙΩΝ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΩΝ ΠΡΟΣ ΤΟ ΥΓΕΙΟΝΟΜΙΚΟ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΤΩΝ Τ.Ε.Π.

 

 

Τα περιστατικά των βίαιων επιθέσεων προς το υγειονομικό προσωπικό δεν περιορίζονται χρονικά. Σύμφωνα με τη βιβλιογραφία, φαίνεται ότι, από τις αρχές του προηγούμενου αιώνα, οι ερευνητές είχαν ασχοληθεί με τα επιθετικά συμβάντα, προσπαθώντας να οριοθετήσουν την έκταση του φαινομένου. Ωστόσο, οι επίσημες καταγραφές ήταν κυρίως από νοσοκομεία κεντρικών περιφερειών των Η.Π.Α., δίνοντας έμφαση κυρίως στα θανατηφόρα και πολύ σοβαρά περιστατικά.

Από τις αρχές του 20ου αιώνα και έκτοτε, η μελέτη της συχνότητας των βίαιων περιστατικών προς τους επαγγελματίες υγείας στο χώρο εργασίας τους άρχισε να γίνεται πιο εντατική, τόσο στις Η.Π.Α. όσο και σε άλλες χώρες της Ευρώπης και της Ασίας.

Από τα αποτελέσματα των μελετών που θα αναφερθούν στη συνέχεια, γίνεται αντιληπτό ότι τα επεισόδια του φαινομένου, στις αρχές του αιώνα ήταν αρκετά, αλλά ακόμα και μέχρι τις μέρες μας δεν έχουν μειωθεί. Σε αυτό μπορεί να προστεθεί και η πεποίθηση των εργαζομένων, σύμφωνα με την οποία, η αρμόδια αρχή φαίνεται πως δεν δίνει ιδιαίτερη βαρύτητα στην εκπαίδευση του υγειονομικού προσωπικού σχετικά με την έγκαιρη πρόγνωση και διαχείριση των επιθετικών συμπεριφορών.

Ξεκινώντας από μία μελέτη που πραγματοποιήθηκε σε δύο νοσοκομεία κεντρικών περιφερειών των Η.Π.Α. το 2000, φάνηκε πως το 82% των νοσηλευτών (n=55), είχαν υποστεί σωματική επίθεση τουλάχιστον μία φορά στην καριέρα τους. Επιπλέον, μεγάλο ποσοστό του δείγματος (51%), είχε δεχτεί επίθεση τουλάχιστον 1 έως 3 φορές στα χρόνια υπηρεσίας τους, με το 56% των επιθέσεων να είναι τον τελευταίο χρόνο εργασίας. (Erickson and Williams-Evans, 2000).

Παρόμοια είναι και τα αποτελέσματα νέων μελετών που πραγματοποιήθηκαν τα επόμενα χρόνια. Το 2002, η μελέτη των May & Grubbs σε 125 νοσηλευτές των Τ.Ε.Π. και Μ.Ε.Θ., έδειξε ότι το 82% των νοσηλευτών των Τ.Ε.Π. έχει δεχτεί βίαιη σωματική επίθεση κατά τη διάρκεια της εργασίας τους τον τελευταίο χρόνο μελέτης.

Από την άλλη πλευρά όμως, σύμφωνα με τους Atawneh et al. το 2003, από την ανάλυση πολλών μελετών παγκοσμίως 18 φάνηκε ότι η πιο συχνή μορφή βίαιης συμπεριφοράς εναντίων των νοσηλευτών είναι η λεκτική βία και έπειτα οι σωματικοί τραυματισμοί.

Θέλοντας να εκτιμηθεί η συχνότητα των βίαιων συμπεριφορών προς τους επαγγελματίες υγείας, οι Camerino et al. (2008) πραγματοποίησαν μία πολυεθνική ευρωπαϊκή μελέτη σε οχτώ ευρωπαϊκές χώρες. Τα αποτελέσματά τους έδειξαν πως το 43,2% (n=660 επιθέσεις) των επιθέσεων προς τους νοσηλευτές των Τμημάτων Επειγόντων Περιστατικών έγινε από τους ασθενείς ή τους επισκέπτες σε μηνιαία, εβδομαδιαία ή ακόμα και καθημερινή βάση. Όσον αφορά στην καταγραφή των βίαιων συμπεριφορών στις χώρες της Ασίας, την ίδια χρονιά, σε μία μελέτη που πραγματοποιήθηκε στο Πανεπιστημιακό νοσοκομείο του Χονγκ-Κονγκ, υπολογίστηκε ότι το 73% (n=420) των νοσηλευτών σε Τ.Ε.Π., Ορθοπεδικά Τμήματα και Τμήματα Τραύματος, έχει δεχτεί λεκτική βία, ενώ το 18% έχει γίνει θύμα σωματικής επίθεσης. (Kwok et al., 2006).

Παρόλο που έχουν διεξαχθεί αρκετές μελέτες και σε άλλες χώρες εκτός των ΗΠΑ σχετικά με τα περιστατικά επιθέσεων, δεν υπάρχει συνολική καταγραφή αυτών τόσο οργανωμένα όσο γίνεται από την Νοσηλευτική Υπηρεσία της Αμερικής. Σύμφωνα με την Αμερικανική Ένωση Νοσηλευτών (ΕΝΑ), στην καταγραφή που έγινε το 2009-2011, έδειξε ότι το 12% των νοσηλευτών των Τ.Ε.Π. έχουν υποστεί σωματική βία.

Αντίστοιχα το 2014 παρατηρείται μία έξαρση, καθώς τα ποσοστά της έρευνας της ΕΝΑ για την εκτίμηση κινδύνου για την Υγεία έδειξαν πως το 21% των νοσηλευτών έχει δεχτεί τουλάχιστον μία φορά σωματική επίθεση σε περίοδο 12 μηνών. (ENA, 2011).

Σε έρευνα που πραγματοποιήθηκε για τους νοσηλευτές της Αυστραλίας την τελευταία δεκαετία, οι Opie et al. (2010), μελέτησαν τη συχνότητα των βίαιων συμπεριφορών προς το υγειονομικό προσωπικό. Με βάση τα αποτελέσματά τους διαπίστωσαν πως η συχνότερη μορφή βίας που υπέστησαν οι νοσηλευτές εκεί ήταν κυρίως η λεκτική σε ποσοστό 80%. Ακολούθως, τα περιστατικά σωματικής βίας και σεξουαλικής παρενόχλησης ήταν και αυτά αξιοσημείωτα, σε ποσοστό 28,6% και 22,5% αντιστοίχως.

Αποδεικνύεται ότι οι σωματικές επιθέσεις στον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης δεν παρουσιάζουν καμία ύφεση. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα 19 του Αμερικανικού Γραφείου Στατιστικών Εργασίας, σε μία έρευνα πέντε ετών που πραγματοποίησαν οι Janocha και Smith (2010), διαπίστωσαν ότι ακόμα και στον ιδιωτικό τομέα, από όλους τους μη θανατηφόρους τραυματισμούς, το 59,1% (δηλαδή 9.953 περιστατικά) εμφανίστηκε στον κλάδο της Υγείας και της Κοινωνικής Πρόνοιας.

Από τις έρευνες της περιόδου 2006-2015, προκύπτει ότι τα επεισόδια των βίαιων συμπεριφορών παραμένουν στην ίδια κλίμακα. Συγκεκριμένα, έχει αποδειχθεί ότι οι μισοί επαγγελματίες υγείας θα έχουν υποστεί προσβολή κάποια στιγμή κατά τη διάρκεια της καριέρας τους.

Ειδικότερα, οι νοσηλευτές έχουν τριπλάσια πιθανότητα να δεχθούν βία, τόσο από τους ασθενείς όσο και από τους συγγενείς τους, λόγω της στενής επαφής που έχουν με αυτούς καθ’ όλη τη διάρκεια της εργασίας τους. Το μεγαλύτερο ποσοστό εμφάνισης βίας φαίνεται να πραγματοποιείται κυρίως από τους ασθενείς· ωστόσο, δεν είναι η μόνη πηγή εμφάνισης αυτών των επεισοδίων. (OSHA, 2015).

Ο Οργανισμός Υγείας και Ασφάλειας Εργασίας των Η.Π.Α. (OSHA), θέλοντας να υπολογίσει τη συχνότητα και την κύρια αιτία των βίαιων επεισοδίων προς τους επαγγελματίες υγείας δημοσίευσε τα αποτελέσματα των ερευνών του το 2015, ύστερα από καταγραφές κατά την περίοδο 2002-2013. Σύμφωνα με αυτά προκύπτει ότι το 80% των σοβαρών βίαιων περιστατικών προέρχεται από τη συναναστροφή των επαγγελματιών με τους ασθενείς. Τα υπόλοιπα περιστατικά βίαιων συμπεριφορών προκλήθηκαν από επισκέπτες, συναδέλφους ή άλλα άτομα. (OSHA, 2015).

Όπως γίνεται αντιληπτό, οι επιθέσεις προς τους επαγγελματίες υγείας είναι ένα φαινόμενο αρκετά συνηθισμένο. Ειδικά τα τελευταία χρόνια, η διερεύνηση της λεκτικής βίας προς το υγειονομικό προσωπικό, καθώς και της οριζόντιας βίας μεταξύ συναδέλφων -ή αλλιώς bulling-, έχει διεγείρει το ενδιαφέρον των ερευνητών. Διάφορες μελέτες έχουν γίνει για την ερμηνεία των μορφών της κάθε εκδήλωσης βίας ξεχωριστά.

Παρ’ όλες τις προσπάθειες των ερευνητών, όμως, για αναγνώριση και παρουσίαση του φαινομένου, η συχνότητα παραμένει σχεδόν αμετάβλητη. Η βία μπορεί να εκδηλωθεί εντός του χώρου του νοσοκομείου σε πολλά τμήματα. Ωστόσο γίνεται αντιληπτό πως, στα Γενικά Νοσοκομεία, το Τμήμα 20 Επειγόντων Περιστατικών είναι αυτό με τις περισσότερες καταγραφές περιστατικών βίαιης συμπεριφοράς. Αυτό συμβαίνει λόγω του ότι το Τ.Ε.Π. είναι το πρώτο τμήμα που έρχεται σε επαφή με τους ασθενείς που χρήζουν άμεση βοήθεια, παρέχοντας έγκαιρη και αποτελεσματική αντιμετώπιση σε οξείες και επικίνδυνες για την ζωή καταστάσεις

. Οι επιθέσεις εναντίον των νοσηλευτών αυτού του τμήματος είναι αρκετά συχνές, καθώς οι επαγγελματίες υγείας έχουν να αντιμετωπίσουν τόσο τους ασθενείς με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, όσο και τα άτομα που τους συνοδεύουν.

Ωστόσο, παρόλο που τα κρούσματα σωματικής επιθετικής συμπεριφοράς έχουν καταγραφεί πολλάκις, στη μελέτη των Kowalenko et al. το 2013, σχετικά με τη σωματική βία εναντίον των νοσηλευτών των Τμημάτων Επειγόντων Περιστατικών, φάνηκε πως ακόμα και την τελευταία επταετία οι νοσηλευτές των Τ.Ε.Π. διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο να υποστούν σωματική επίθεση σε σχέση με τους νοσηλευτές άλλων τμημάτων εντός του νοσοκομείου. Το αποτέλεσμα της μελέτης αυτής για τη σωματική βία απέδειξε πως το ποσοστό των σωματικών επιθέσεων ανά νοσηλευτή των Τ.Ε.Π. είναι 1,8 ετησίως.

Όπως ειπώθηκε προηγουμένως, το υγειονομικό προσωπικό των Τ.Ε.Π. έρχεται συχνά αντιμέτωπο με καταστάσεις που απαιτούν άμεση αντιμετώπιση σχετικά με τις διαταραχές της συμπεριφοράς των ατόμων με τα οποία συναναστρέφονται. Οι επιθετικές συμπεριφορές μπορεί να εκδηλωθούν ταχέως και, για τον λόγο αυτό, οι επαγγελματίες υγείας οφείλουν να επαγρυπνούν, προβλέποντας και προλαμβάνοντας τέτοιες καταστάσεις.

Αξίζει να σημειωθεί πως, η βίαιη συμπεριφορά έρχεται έπειτα από πολλά και διάφορα προειδοποιητικά σήματα. Προτού εκδηλώσει ο ασθενής ή ο συνοδός την επίθεση, ο επαγγελματίας υγείας θα πρέπει να έχει ήδη αναγνωρίσει τα χαρακτηριστικά σημεία κάποιου που βρίσκεται σε ταραχή, πριν αυτός εκδηλώσει τη βίαιη συμπεριφορά.

Διαχείριση των Βίαιων Συμπεριφορών προς τους Επαγγελματίες Υγείας των Τμημάτων Επείγοντων Περιστατικών (Μέρος 1ο)

Διαχείριση των Βίαιων Συμπεριφορών προς τους Επαγγελματίες Υγείας των Τμημάτων Επείγοντων Περιστατικών (Μέρος 2ο)

Διαχείριση των Βίαιων Συμπεριφορών προς τους Επαγγελματίες Υγείας των Τμημάτων Επείγοντων Περιστατικών (Μέρος 3ο)

Διαχείριση των Βίαιων Συμπεριφορών προς τους Επαγγελματίες Υγείας των Τμημάτων Επείγοντων Περιστατικών (Μέρος 4ο)

ΝΟΥΒΑΚΗ ΧΡΥΣΟΥΛΑ
ΝΟΣΗΛΕΥΤΡΙΑ
ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

ΔΙΑΣΩΣΤΕΣ ΡΟΔΟΥ