1.Εισαγωγή
Στο παρών άρθρο θα αναλυθεί η αποτελεσματικότητα της τηλεκπαίδευσης. Ειδικότερα θα ερευνηθούν τα προτερήματα, τα μειονεκτήματα και το κατά πόσο είναι αποδοτική σε σύγκριση με την δια ζώσης εκπαίδευση. Η έρευνα αυτή γίνεται με στόχο την μελέτη και την διαπίστωση για το αν η εξ’ αποστάσεως εκπαίδευση είναι το ίδιο αποτελεσματική με την δια ζώσης εκπαίδευση.
1.2 Τι είναι η τηλεκπαίδευση και που χρησιμοποιείται
Ο όρος “τηλεκπαίδευση” συχνά ταυτίζεται με τον όρο “μάθηση από απόσταση”. Γενικότερα, όλες αυτές οι έννοιες συνήθως οριοθετούνται στα πλαίσια του όρου “ηλεκτρονική μάθηση”. Τι είναι όμως αυτό; Ηλεκτρονική μάθηση ονομάζεται κάθε διδακτική μεθοδολογία που χρησιμοποιεί τις Τεχνολογίες της Πληροφορικής και των Επικοινωνιών με ή χωρίς την ταυτόχρονη παρουσία του εκπαιδευτή και είναι δυνατόν να λάβει χώρα σε αίθουσα διδασκαλίας, στο χώρο του εκπαιδευόμενου ή ακόμα σε εικονικά περιβάλλοντα εργασίας. Από την άλλη μεριά εκπαίδευση από απόσταση δεν σημαίνει απαραίτητα ότι θα πρέπει να χρησιμοποιηθούν απαραίτητα οι τεχνολογίες της πληροφορικής και επικοινωνιών. Εφαρμογές της εκπαίδευσης από απόσταση έχουν εμφανιστεί εδώ και πολλά χρόνια στην εκπαίδευση. Σε πρώτη φάση η επικοινωνία εκπαιδευτή και εκπαιδευόμενου είναι οριακή καθώς η επικοινωνία εκπαιδευτή και εκπαιδευόμενου γινόταν με αλληλογραφία. Την σημερινή εποχή με την εμφάνιση νέων τεχνολογιών η τηλεκπαίδευση πήρε την μορφή που είναι γνωστή σε όλους με την χρήση του διαδικτύου. Η παρέμβαση του διδάσκοντα είναι όλο και πιο ενεργή στην μαθησιακή διδασκαλία.
1.3 Επίτευξη εξ’ αποστάσεως εκπαίδευσης
Λαμβάνοντας υπόψη την ταχεία εξάπλωση που επικρατεί αυτή τη στιγμή σε όλο τον κόσμο από την πανδημία του COVID-19 και έχοντας ως κριτήριο τον περιορισμό της μετάδοσης του ιού, ένας μεγάλος αριθμός ανθρώπων αναγκάστηκαν να διακόψουν την εργασία τους και κάθε είδους κοινωνικής – σωματικής δραστηριότητας, καθώς και τα δια ζώσης μαθήματά τους με αποτέλεσμα τον κατ’ οίκον εγκλεισμό τους, από όπου συνεχίζουν να διεκπεραιώνουν τις υποχρεώσεις τους. Ωστόσο, ο περιορισμός και η κοινωνική αποστασιοποίηση επηρέασε σημαντικά την οικονομία, την ψυχαγωγία και την εκπαίδευση. Με το κλείσιμο των Πανεπιστημίων και την αναστολή των σπουδών, η τριτοβάθμια εκπαίδευση πλέον παίρνει μία νέα τροπή όσον αφορά στον τρόπο της διδασκαλίας. Η ραγδαία εξέλιξη στο χώρο των Τεχνολογιών Πληροφορικής και Επικοινωνιών (ΤΠΕ), των ψηφιακών μονάδων, των δικτύων και του διαδικτύου εφάρμοσε νέες μεθόδους μέσω της ηλεκτρονικής μάθησης και πιο συγκεκριμένα με την «εξ’ αποστάσεως εκπαίδευση». Το κράτος έπρεπε να διασφαλίσει την απόδοση αλλά και την πρόοδο της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Για την επίτευξη του στόχου αυτού οι καθηγητές κλήθηκαν να συνεχίσουν τα μαθήματά τους ηλεκτρονικά χρησιμοποιώντας ειδικά διαμορφωμένες διδακτικές πλατφόρμες. (Kapasia et al., 2020)
- Ανασκόπηση της βιβλιογραφίας
Η ανάγκη για τηλεκπαίδευση προϋπήρχε πολλά χρόνια λόγω του επιβαρυμένου εκπαιδευτικού συστήματος. Ειδικότερα, το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο διερεύνησε το 2007 ζητήματα ποιότητας στην ελληνική εκπαίδευση. Η έρευνα ανέδειξε γενικά μία μη αισιόδοξη εικόνα, αναφέροντας τον διεκπεραιωτικό χαρακτήρα της εργασίας των εκπαιδευτικών, κυρίως ως προς το γραφειοκρατικό σκέλος, που σχετίζεται παράλληλα με τον αποκλεισμό από τον σχεδιασμό του εκπαιδευτικού προγράμματος, τους οικονομικούς περιορισμούς και τις ποικίλες δυσχέρειες στην εργασία. Ακόμη, η έλλειψη επαρκούς αξιολόγησης, επιμόρφωσης και οποιοδήποτε κινήτρων, σχετίζεται με την έλλειψη ικανοποίησης από τον εργασιακό χώρο. Οι κτιριακοί χώροι χαρακτηρίστηκαν ως ανεπαρκείς, με ελλιπή συντήρηση, προσβασιμότητα ΑμεΑ, ΤΠΕ, αισθητική κ.α. (Δημητριάδου Α., 2021). Το παιδαγωγικό πλαίσιο επίσης έχει επηρεαστεί αρνητικά από τις αλλεπάλληλες μεταρρυθμίσεις, την έλλειψη συνοχής μεταξύ των εκπαιδευτικών βαθμίδων και το ασφυκτικό ωρολόγιο πρόγραμμα (Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, 2008) (Δημητριάδου Α., 2021). Όμως, τον Μάρτιο του 2020, όταν ξεκίνησε ο κατ’ οικον. περιορισμός λόγω της πανδημίας covid-19, έλαβε κυρίαρχη θέση η τηλεκπαίδευση σε όλες τις βαθμίδες εκπαίδευσης, καθώς ορίστηκε από την κυβέρνηση η πιο ασφαλής λύση για την υγεία εκπαιδευτών και εκπαιδευόμενων (Κοντίδη Ε.,2022). Στην πρώτη περίοδο του περιορισμού πού έγινε την Άνοιξη του 2020, μετά από ένα μικρό διάστημα παύσης για εύρεση στρατηγικών και λύσεων, το Υπουργείο Παιδείας έθεσε την τηλεκπαίδευση προαιρετική, με στόχο τη διατήρηση της επαφής των μαθητών με την εκπαίδευση (Κοντίδη Ε.,2022). Έγιναν προσπάθειες επιμορφώσεις των εκπαιδευτικών και αναβάθμισης του Πανελλήνιου Σχολικού Δικτύου και εισαγωγή πλατφορμών, όπως της e-me, eclass, webex, και ξεκίνησε και συνεργασία με παρόχους κινητής τηλεφωνίας ώστε να υπάρχει πρόσβαση στο internet χωρίς χρέωση (zerorating) (Σταχτέας, 2020). Στην δεύτερη περίοδο (Νοέμβριος, 2020 κι έπειτα) η τηλεκπαίδευση απέκτησε υποχρεωτικό χαρακτήρα. Κατά τον Αναστασιάδη (2020), έγινε «σχολειοποίηση» της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης, με την εφαρμογή ωρολογίου προγράμματος και την έντονη έλλειψη παιδαγωγικής βάσης και αυτό είχε ως αποτέλεσμα, σε ένα μεγάλο κομμάτι της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης, να γίνεται μια μετάδοση πληροφοριών μέσα από δασκαλοκεντρική διδασκαλία (Κοντίδη Ε.,2022).
Η εξ αποστάσεως εκπαίδευση έχει αναδειχθεί ως φιλοσοφία μάθησης και διαθέτει σημαντικά εργαλεία για τη βελτίωση της μάθησης, καθώς πολλές έρευνες έχουν καταδείξει ότι προσφέρει πολλά στην εκπαίδευση (Κοντίδη Ε.,2022). Το κυριότερο πλεονέκτημα της είναι η εύκολη πρόσβαση που παρέχει, καθώς ο καθένας μπορεί να έχει προσβασιμότητα στη γνώση, όπως άτομα με αναπηρίες (Δημητριάδου Α., 2021). Επιπρόσθετα, μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε περιπτώσεις που δεν είναι εφικτή η δια ζώσης εκπαίδευση, όπως σε φυσικές καταστροφές και επιδημίες. Ένα από τα πιο σημαντικά θετικά της στοιχεία είναι η ευελιξία τόπου και χρόνου που προσφέρει καθώς δεν είναι αναγκαία η παρουσία των μαθητών σε μια αίθουσα (Μόσερ Ι., 2021). Έτσι ο μαθητής μπορεί να είναι οπουδήποτε και να μελετά με το δικό του ρυθμό, αργό ή γρήγορο και να μειώνει το άγχος της μελέτης. Αυτή η ευελιξία δίνει περισσότερη αυτονομία και μπορεί να βοηθήσει να προσαρμοστεί η μάθηση ανάλογα με τις ανάγκες του εκάστοτε εκπαιδευόμενου και να δώσει τη δυνατότητα να επιλέξει το πώς θα μελετήσει, ανάλογα με το στυλ μάθησης που του ταιριάζει (Κοντίδη Ε.,2022). Υπάρχει και θετικό οικονομικό αντίκτυπο καθώς μειώνει το κόστος εκπαίδευσης, αφού μέσα από αυτήν γίνονται περισσότερες εγγραφές, μειώνοντας έτσι τα έξοδα μετακίνησης, αλλά και τα έξοδα εύρεσης χώρου, στέγασης, συντήρησης (Κοντίδη Ε.,2022).
Παρόλα αυτά, η τηλεκπαίδευση παρουσιάζει αρκετά μειονεκτήματα, τα οποία αναδείχθηκαν την περίοδο της πανδημίας, καθώς ένα μεγάλο μέρος του πλανήτη κλήθηκε να τα αντιμετωπίσει. Ένα από αυτά είναι ότι πολλοί μαθητές μπορεί να μην έχουν τη δυνατότητα πρόσβασης στο μάθημα, λόγω έλλειψης εξοπλισμού αλλά και έλλειψη ψηφιακών δεξιοτήτων των ίδιων ή των γονέων τους. Η προσωπική προσοχή είναι επίσης ένα τεράστιο ζήτημα που αντιμετωπίζει η διαδικτυακή μάθηση. Μερικές φορές ο μαθητής βρίσκει τη “τηλεκπαίδευση” βαρετή και μη ελκυστική. Οι μαθητές θέλουν αμφίδρομη αλληλεπίδραση που μερικές φορές είναι δύσκολο να υλοποιηθεί.
Η μαθησιακή διαδικασία δεν μπορεί να αξιοποιήσει πλήρως τις δυνατότητές της μέχρι οι μαθητές να εφαρμόσουν στην πράξη αυτό που μαθαίνουν. Μερικές φορές, το διαδικτυακό περιεχόμενο είναι όλο θεωρητικό και δεν αφήνει τους μαθητές να εξασκηθούν στην πράξη και να μάθουν αποτελεσματικά.
Το μέτριο περιεχόμενο των μαθημάτων είναι επίσης ένα σημαντικό ζήτημα. Οι μαθητές αισθάνονται ότι η έλλειψη κοινότητας, τα τεχνικά προβλήματα και οι δυσκολίες στην κατανόηση διδακτικών στόχων είναι τα σημαντικότερα εμπόδια για τη διαδικτυακή μάθηση στην περίπτωση της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης.
Επιπλέον λόγω της έλλειψης επικοινωνίας πρόσωπο με πρόσωπο μπορεί να δημιουργηθούν κοινωνικά και συναισθηματικά εμπόδια στην ολόπλευρη ανάπτυξη του μαθητή. Αυτό μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα να υπάρχει έλλειψη συγκέντρωσης και προσοχής, πνευματική και ψυχολογική κούραση με τη μαθησιακή διαδικασία και να επιφέρει έλλειμμα στην αμφίδρομη επικοινωνία και αλληλεπίδραση. Το αντίκτυπο είναι έντονο και στην φυσική υγεία των μαθητών, λόγω της πολύωρης έκθεσής τους σε μια οθόνη υπολογιστή (Δημητριάδου Α., 2021).
Επιπροσθέτως, η συχνή χρήση της ψηφιακής τεχνολογίας στο σπίτι, η πολύωρη έκθεση στην οθόνη του υπολογιστή καθώς η καθιστική ζωή σε συνδυασμό με την κακή στάση του σώματος οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια σε πληθώρα προβλημάτων υγείας αλλά και ψυχολογικών επιδράσεων που επηρεάζουν τους μαθητές και τους καθηγητές τείνοντας στο άγχος και το στρες. Οι ψυχολογικές πιέσεις οδηγούν στην εμφάνιση των λεγόμενων ψυχοσωματικών προβλημάτων, κυρίως με την κεφαλαλγία και το κοιλιακό άλγος. Η μη σωστή εργονομία των εργαλείων γενικότερα (κακή τοποθέτηση της οθόνης του υπολογιστή, του πληκτρολογίου, του ποντικιού, η ακατάλληλη επιλογή καρέκλας και του γραφείου), έχει ως αποτέλεσμα στους φοιτητές να μην ακουμπάνε τα πόδια τους στο πάτωμα με απώτερο σκοπό τον σχηματισμό ισχιαλγίας και την έκθεσή τους σε σωματικές καταπονήσεις προκαλώντας την εμφάνιση ορισμένων μυοσκελετικών παθήσεων στην σπονδυλική στήλη, τα άνω και κάτω άκρα, παρουσιάζοντας αυχεναλγίες, πόνο στην πλάτη, σκολίωση, κύφωση, πρόκληση τενοντίτιδας και σύνδρομο καρπιαίου σωλήνα. Από τα πιο συνήθη λάθη, που επιδεινώνουν τα προβλήματα, είναι η έλλειψη διαλειμμάτων επιβαρύνοντας τα μάτια τους. Σημαντικό ρόλο στην εκδήλωση των προβλημάτων αυτών έχουν και τα φυσικά χαρακτηριστικά του ατόμου, δηλαδή το φύλο, η ηλικία και ο δείκτης μάζας σώματός (ΔΜΣ) του. Είναι πρωτόγνωρο το ποσοστό των νέων ανθρώπων που παρουσιάζουν προβλήματα που οφείλονται στην καραντίνα και στις πολλές ώρες που περνούν μέσα στον προσωπικό τους χώρο (Leirós-Rodríguez et al., 2020).
- Η μεθοδολογία της έρευνας
Από τα παραπάνω παρατηρείται ότι χρησιμοποιείται η βιβλιογραφική έρευνα.
Συμπέρασμα
Από τις παραπάνω πηγές καταλήγουμε ότι η τηλεκπαίδευση έχει πολλά οφέλη, κυρίως για την εύκολη πρόσβαση στις πληροφορίες και στην μάθηση. Όταν πρωτοεμφανίστηκε παρουσίασε πάρα πολλά οφέλη όπως αυτόνομη εκπαίδευση, μειωμένο κόστος εκπαίδευσης, χρήση διαδραστικών εργαλείων για την μετάδοση της γνώσης, αλλά, στην συνέχεια κατά την περίοδο της καραντίνας του 2020 εξαιτίας του κορονοϊού εμφανίστηκαν τα προβλήματα. Αυτά ήταν το κόστος απόκτησης εξοπλισμού, η αποστασιοποίηση, η ψυχική πίεση των μαθητών και εμφάνιση προβλημάτων υγείας. Επίσης κάποιοι μαθητές είχαν αποκλειστεί από την διδασκαλία καθώς δεν είχαν πρόσβαση στο διαδίκτυο.
Από τα παραπάνω, λοιπόν, βγαίνει το συμπέρασμα ότι η τηλεκπαίδευση δεν έχει μόνο θετικά στοιχεία όπως περιμέναμε, αλλά, και αρνητικά. Και στο τελικό αποτέλεσμα δεν μπορεί να διαπιστωθεί αν η τηλεκπαίδευση είναι ή όχι πιο αποδοτική από την δια ζώσης μάθηση. Το σίγουρο είναι πως μπορεί να επιτευχθεί η μέγιστη μετάδοση της γνώσης αν συνδυαστεί η τηλεκπαίδευση και τα εργαλεία της πληροφορικής με την δια ζώσης μάθηση.
Που στηρίζεται η ανάλυση περιεχομένου
Προχωρώντας το δείγμα που λάβαμε υπόψη για την έρευνα που κάναμε είναι οι διπλωματικές εργασίες και επιστημονικά άρθρα που βρήκαμε. Επιλέξαμε αυτές διότι ανταποκρίνονται στον σκοπό μας, δηλαδή, αποτελούν ολοκληρωμένες μελέτες που έχουν γίνει από φοιτητές την σχετικής ειδικότητας για την απάντηση στο ερώτημα, αν τελικά είναι ή όχι αποδοτική η τηλεργασία. Ο άλλος λόγος που επιλέξαμε αυτές τις πηγές είναι γιατί είναι ερευνητικές.
Ανάλυση Δεδομένων
Η ανάλυση δεδομένων περιλαμβάνει την οργάνωση επεξήγηση διερεύνηση των δεδομένων. Ξεκινά με τον ερευνητή να χρησιμοποιεί έναν “ευρυγώνιο φακό” για να μαζέψει τα δεδομένα του και συνεχίζει σε μια προσεκτική εξέταση, κατάταξη, ανασκόπηση και αναστοχασμό πάνω σε αυτά, με στόχο να αναδειχθούν τα κύρια χαρακτηριστικά της συγκεκριμένης κατάστασης που ερευνάται. Είναι γεγονός ότι η ανάλυση ξεκινά νωρίς, ήδη κατά τη διαδικασία συλλογής δεδομένων , συνεπώς με τον τρόπο αυτό είναι εφικτό στον ερευνητή να καταπιαστεί με την παραγωγή της θεωρίας του. Σκοπός μας σε όλη αυτήν τη διαδικασία είναι να προχωρήσουμε από τη περιγραφή στην επεξήγηση και στην παραγωγή θεωρίας (Cohen Louis, 2008). Η ίδια η ανάλυση περιεχομένου έχει οριστεί ως “ερευνητική μέθοδος” με πολλαπλούς σκοπούς που έχει αναπτυχθεί ειδικά για να διερευνήσει ένα ευρύ φάσμα προβλημάτων στη διερεύνηση των οποίων το περιεχόμενο της επικοινωνίας χρησιμεύει ως βάση για εξαγωγή συμπερασμάτων και μπορεί να εμπεριέχει από καταμέτρηση λέξεων μέχρι και κατηγοριοποίηση (Robson Colin, 2007).
Ανάλυση Περιεχομένου
Αυτό το είδος ανάλυσης περιεχομένου επεκτάθηκε στην συνέχεια έτσι ώστε να συμπεριλάβει το ραδιόφωνο και κατόπιν την τηλεόραση. Η ανάλυση περιεχομένου απέκτησε σημασία για τις κοινωνικές επιστήμες στις αρχές του εικοστού αιώνα. Αν και το κύριο ενδιαφέρον συνεχίζει να εστιάζει στο πεδίο των μέσων μαζικής επικοινωνίας πιο πρόσφατα η ανάλυση περιεχομένου χρησιμοποιείται σε ένα ευρύτερο φάσμα επιστημονικών πεδίων. Πιο συγκεκριμένα, η προσέγγιση που συζητείται εδώ μπορεί να προσαρμοστεί χωρίς δυσκολία στην ανάλυση ποιοτικών συνεντεύξεων και στα δεδομένα από ερωτηματολόγια και στην άμεση παρατήρηση.
- Βιβλιογραφικές αναφορές
Ξενόγλωσσες
Song, L., Singleton, E. S., Hill, J. R., & Koh, M. H. (2004). Improving online learning: Student perceptions of useful and challenging characteristics. The Internet and Higher Education, 7(1), 59–70.
Parkes, M., Stein, S., & Reading, C. (2014). Student preparedness for university e-learning environments. The Internet and Higher Education, 25, 1–10. https://doi.org/10. 1016/j.iheduc.2014.10.002
Leirós-Rodríguez, R. et al. (2020) ‘Musculoskeletal Pain and Non-Classroom Teaching in Times of the COVID-19 Pandemic: Analysis of the Impact on Students from Two Spanish Universities’, Journal of Clinical Medicine, 9(12), p. 4053. doi: 10.3390/jcm9124053.
Kapasia, N. et al. (2020) ‘Impact of lockdown on learning status of undergraduate and postgraduate students during COVID-19 pandemic in West Bengal, India’, Children and Youth Services Review, 116, p. 105194. doi: 10.1016/j.childyouth.2020.105194.
Ελληνικές
Δημητριάδου Αικατερίνη (2021). Αξιολόγηση της ποιότητας της ψηφιακής εκπαίδευσης: διερεύνηση απόψεων καθηγητών στην ελληνική δευτεροβάθμια εκπαίδευση.
Κοντίδη Ευαγγελία (2022). Στάσεις κι απόψεις των γονέων παιδιών πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης σχετικά με τις επιπτώσεις της τηλεκπαίδευσης σε σχέση με τις κοινωνικοοικονομικές ανισότητες.
Ίντα Μόσερ (2021). Απόψεις εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης: ο τρόπος λειτουργίας της τηλεκπαίδευσης την περίοδο του κορονοϊού και η σχέση μεταξύ της αποτελεσματικότητάς της ως μεθόδου διδασκαλίας και των κοινωνικοοικονομικών χαρακτηριστικών των μαθητών/τριών.
Cohen Louis (2008). Μεθοδολογία εκπαιδευτικής έρευνας.
Robson Colin (2007). Η έρευνα του πραγματικού κόσμου.
Συγγραφείς: Γεώργιος Κυριακίδης, Παπαδημητρίου Ιωάννης, Μπελεγρίνος Νικόλαος, Τσουκαλοχωρίτης Ευστράτιος . Τελειόφοιτοι Πληροφορικής του ΔΙΠΑΕ ΚΑΒΑΛΑΣ.
ΔΙΑΣΩΣΤΕΣ ΡΟΔΟΥ