Μεταπηδήστε στο περιεχόμενο
Αρχική » Αρθρογραφία και Δράσεις » Ψυχολογία » «ΤΟ ΣΥΝΔΡΟΜΟ ΤΗΣ ΣΤΟΚΧΟΛΜΗΣ» – ΜΕΛΕΤΕΣ ΕΡΕΥΝΩΝ ΚΑΙ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΣΘΕΝΩΝ ΜΕ ΣΥΝΔΡΟΜΟ ΣΤΟΚΧΟΛΜΗΣ (Μέρος Τρίτο)

«ΤΟ ΣΥΝΔΡΟΜΟ ΤΗΣ ΣΤΟΚΧΟΛΜΗΣ» – ΜΕΛΕΤΕΣ ΕΡΕΥΝΩΝ ΚΑΙ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΣΘΕΝΩΝ ΜΕ ΣΥΝΔΡΟΜΟ ΣΤΟΚΧΟΛΜΗΣ (Μέρος Τρίτο)

3.1 Διεθνές μελέτες ερευνών για το Σύνδρομο της Στοκχόλμης

Σύμφωνα με επιστημονικές έρευνες, το σύνδρομο της Στοκχόλμης αφορά γενικά τραυματικές εμπειρίες που δημιουργούνται από συνθήκες που προάγουν μια σχέση απόλυτης εξουσίας του θύτη και την ενστικτώδη αντίδραση επιβίωσης του θύματος (Mackenzie, 2004).

Μερικοί αλλά όχι όλοι οι ειδικοί πιστεύουν ότι ορισμένα άτομα μπορεί να είναι πιο ευαίσθητα στο σύνδρομο της Στοκχόλμης από άλλα. Οι ειδικοί δεν συμφωνούν καν για όλα τα χαρακτηριστικά του συνδρόμου. Οι περισσότεροι ειδικοί συμφωνούν σε τρία συγκεκριμένα κεντρικά χαρακτηριστικά του συνδρόμου. Το πρώτο είναι ότι οι όμηροι έχουν αρνητικά συναισθήματα για την αστυνομία ή άλλες αρχές. Δεύτερον, οι όμηροι έχουν θετικά συναισθήματα απέναντι στον κατακτητή ή τους κατακτητές τους. Τρίτον και τελευταίοι οι κατακτητές αναπτύσσουν θετικά συναισθήματα προς τους ομήρους (Mackenzie, 2004).

Άτομα που βρίσκονται σε μια σχέση εξουσιάζοντος – εξουσιαζόμενου, υπό την απειλή του φόβου, συχνά δημιουργούν συναισθηματικούς δεσμούς με το άτομο που τα κακοποιεί (σωματικά, ή ψυχικά). Αυτή η ταύτιση αποτελεί έναν μηχανισμό άμυνας, που βασίζεται (συνήθως ασυνείδητα) στην ιδέα ότι ο εγκληματίας δεν θα βλάψει τον αιχμάλωτο εάν αυτός είναι συνεργάσιμος και ακόμη περισσότερο αν τον υποστηρίζει απόλυτα. Ο αιχμάλωτος προσπαθεί να κερδίσει την εύνοια του εγκληματία με σχεδόν παιδαριώδη τρόπο. Ο όμηρος συνήθως αντιλαμβάνεται τις προσπάθειες όσων επιδιώκουν να τον σώσουν, ως ενέργειες που πιθανώς θα τον βλάψουν αντί να επιτύχουν την απελευθέρωσή του. Προσπάθειες διάσωσης μπορεί να μετατρέψουν μία ανεκτή κατάσταση σε θανατηφόρα. Εν τέλη, το συναισθηματικό δέσιμο με έναν κακοποιό είναι στην πραγματικότητα μία στρατηγική επιβίωσης για τα θύματα κακοποίησης και εκφοβισμού (Jameson, 2010).

 

Οι ψυχίατροι υποστηρίζουν πως το σύνδρομο της Στοκχόλμης μπορεί να εξηγηθεί ως μια απλή τεχνική πλύσης εγκεφάλου. Μπορεί, επίσης, να θεωρηθεί ως μια φυσική αντίδραση ή μηχανισμός άμυνας εκ μέρους των αιχμαλώτων, προκειμένου να διασφαλίσουν την επιβίωσή τους. Είναι η ίδια συναισθηματική αντίδραση που έχουν τα νεογέννητα απέναντι σε μια κυρίαρχη ενήλικη φιγούρα (Cantor, & Price, 2009).

Οι στρατιωτικοί συνήθως χρησιμοποιούν αυτή τη μορφή πλύσης εγκεφάλου για να ενισχύσουν την εμπιστοσύνη και τους δεσμούς ανάμεσα στα άτομα που είναι μέλη μιας στρατιωτικής μονάδας (Cantor, & Price, 2009).

Το «Σύνδρομο της Στοκχόλμης» απαντάται επίσης σε οικογενειακές καθώς και σε διαπροσωπικές σχέσεις. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι οι περιπτώσεις ενδοοικογενειακής βίας, όπου το άτομο δέχεται παθητικά απειλή και αναγκάζεται να υποστεί την οποιαδήποτε πράξη προκειμένου να επιβιώσει αλλά και να κερδίσει την εύνοια του «δράστη» λαμβάνοντας με τον τρόπο αυτό δείγματα αγάπης που θα το βοηθήσουν να συνεχίσει, αρνούμενο όμως πολλές φορές την βοήθεια των γύρω του (Carver, 2011).

Ο κακοποιός μπορεί να είναι ο σύζυγος ή η σύζυγος, ο φίλος ή η φίλη, ο πατέρας ή η μητέρα, ή οποιονδήποτε άλλο ρόλο ελέγχου ή εξουσίας κατέχει ο κακοποιός. Είναι σημαντικό να κατανοηθούν τα στοιχεία του Συνδρόμου της Στοκχόλμης καθώς σχετίζονται με σχέσεις ελέγχου και κακοποίησης. Από τη στιγμή που το σύνδρομο γίνει κατανοητό, είναι πιο εύκολο να καταλάβουμε γιατί τα θύματα υποστηρίζουν, αγαπούν, και ακόμη υπερασπίζονται τους κακοποιούς τους. Κάθε σύνδρομο διαθέτει τα συμπτώματα ή τις συμπεριφορές του και το Σύνδρομο της Στοκχόλμης δεν αποτελεί εξαίρεση (Carver, 2011).

Πολλές φορές ο δεσμός που μπορεί να αναπτυχθεί ανάμεσα σε έναν όμηρο και τον απαγωγέα μπορεί να είναι εξαιρετικά ισχυρός. Μια γυναίκα που κρατήθηκε αιχμάλωτη κατά τη διάρκεια μιας ληστείας κατέληξε να δημιουργήσει σχέση με τον απαγωγέα της και να διαλύσει τον αρραβώνα της με έναν άλλο άνδρα. Μετά τη ληστεία, συνέχισε να βρίσκεται σε επαφή με τον απαγωγέα της, ακόμα κι όταν αυτός βρισκόταν στη φυλακή (Carver, 2011).

Αν και το Σύνδρομο της Στοκχόλμης συμβαίνει συχνά κατά τη διάρκεια μιας λήψης ομήρων, διάφορες έρευνες απέδειξαν ότι ο θετικός συναισθηματικός δεσμός μεταξύ κακοποιών και ομήρων είναι συχνά πολύ ισχυρός. Μπορεί ακόμη και να επεκταθεί μετά την απελευθέρωση των ομήρων από την απαγωγή. Το σύνδρομο της Στοκχόλμης μπορεί να χρησιμεύσει ως ένας χρήσιμος μηχανισμός τόσο για τους ομήρους όσο και για τους κακοποιούς κατά τη διάρκεια της λήψης ομήρων. Δηλαδή, μπορεί να βοηθήσει τους ομήρους να επιβιώσουν και ταυτόχρονα μπορεί να βοηθήσει τον κακοποιό να χειριστεί την κατάσταση και να μειώσει την πιθανότητα σύλληψης του (Cantor, & Price, 2009).

Σύγχρονη έρευνα έδειξε ότι τα συναισθήματα θυμού και εχθρότητας εναντίον του ομήρου είναι επικίνδυνα και θα μπορούσαν έτσι να κάνουν το σύνδρομο της Στοκχόλμης μια κατάσταση διατήρησης της ζωής για το θύμα. Αν και υπάρχουν δύο μειονεκτήματα του συνδρόμου. Πρώτον, οι αρχές δεν μπορούν να εμπιστεύονται τους ομήρους ότι τους παρέχουν σωστές πληροφορίες ή ότι το θύμα θα τους βοηθήσει σε ένα σχέδιο διάσωσης. Δεύτερον, όταν λήγει ο ομηρία, ο όμηρος μπορεί να αισθάνεται ενοχή ή ντροπή, λόγω της προηγούμενης συμπεριφοράς προς τον κακοποιό (Jameson, 2010).

Ο Symonds (1980) ισχυρίστηκε ότι ένας όμηρος βιώνει τη φάση διαπραγμάτευσης μεταξύ του αποδέκτη ομήρων και τρίτων ως πολύ αγχωτικό και επικίνδυνο. Ο όμηρος ερμηνεύει τη διαπραγμάτευση σχετικά με τις απαιτήσεις της απελευθέρωσης του ως κίνδυνο του. Ο όμηρος θεωρεί ότι οι διαπραγματευτές είναι αδιάφοροι και απορρίπτονται προς αυτόν, αν δεν ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις του κακοποιού. Ο συνδυασμός της απειλητικής για τη ζωή του συμπεριφοράς αυτών που προσπαθούν να διαπραγματευτούν την απελευθέρωση των ομήρων και του κακοποιού που υπόσχεται να απελευθερώσει τον όμηρο χωρίς να του προκαλέσει βλάβη, δημιουργεί τη δυνατότητα για ένα θύμα να αναπτύξει το Σύνδρομο της Στοκχόλμης.

Ο Kuleshnyk (1984) ισχυρίστηκε ότι το σύνδρομο της Στοκχόλμης είναι πιο πιθανό να συμβεί στα θύματα όταν το συμβάν ομηρίας διαρκεί περισσότερο. Ωστόσο, το επεισόδιο ομηρίας στις 23 Οκτωβρίου 2002, στο Σπίτι Πολιτισμού της Μόσχας Ντουμπρόβκα αποδείχτηκε ως διαφορετική κατάσταση. Η εκδήλωση αυτή χρειάστηκε μόνο εβδομήντα δύο ώρες, μέχρις ότου οι ρωσικές ειδικές δυνάμεις έριξαν το θέατρο και συνέλαβαν τους κακοποιούς. Ακόμη, υπήρξαν θύματα που υπέφεραν από το σύνδρομο. Περίπου 800 άτομα λήφθηκαν όμηροι. Από αυτούς τους ανθρώπους, 130 άτομα έχασαν τη ζωή τους, εκ των οποίων 5 από αυτά σκοτώθηκαν απευθείας από τους κακοποιούς. Άλλοι άνθρωποι πέθαναν εξαιτίας του αδιευκρίνιστου αερίου που χρησιμοποίησαν οι ρωσικές ειδικές δυνάμεις πριν μπουν στο θέατρο. Έντεκα από τα θύματα της εκδήλωσης συμμετείχαν σε συνέντευξη από τους Speckhard et al. (2005) και διαπίστωσαν ότι 10 από τα υποκείμενα πράγματι υπέφεραν από το σύνδρομο της Στοκχόλμης.

Οι Speckhard et al. (2005) πίστευαν ότι το σύνδρομο εμφανίστηκε σε ομήρους για δύο λόγους. Πρώτον, οι κακοποιοί δεν χρησιμοποίησαν καμία βίαιη συμπεριφορά, εκτός εάν οι όμηροι δεν τους άκουγαν. Δεύτερον, οι όμηροι και οι κακοποιοί συνομίλησαν μεταξύ τους κατά τη διάρκεια της λήψης ομήρων. Δεν πραγματοποιήθηκε μεγάλη έρευνα για το πώς ακριβώς προκύπτει το φαινόμενο.

Ωστόσο, ο Carver (2011) ανέφερε κάποιες προϋποθέσεις που θα μπορούσαν να αποτελέσουν τη βάση για την ανάπτυξη του Συνδρόμου της Στοκχόλμης. Η παρουσία μιας αντιληπτικής απειλής για τη σωματική ή ψυχολογική επιβίωση ενός ατόμου και η πεποίθηση ότι ο δράστης θα εκτελέσει την απειλή, την παρουσία της αντίληψης της μικρής καλοσύνης από τον καταχραστή στο θύμα, την απομόνωση από άλλες προοπτικές εκτός από εκείνες του καταχρηστικού και την αντιληπτή αδυναμία να ξεφύγει από την κατάσταση.

Η έρευνα των Favaro et al. (2000) έδειξε ότι η ανάπτυξη του Συνδρόμου της Στοκχόλμης θα μπορούσε να προβλεφθεί από το πόση ταπείνωση και στέρηση θα έπρεπε να υπομείνει το θύμα. Τα θύματα που υπέφεραν από το σύνδρομο της Στοκχόλμης είχαν υποστεί σημαντικά περισσότερη ταπείνωση και στέρηση από τα θύματα των ληφθέντων ομήρων που δεν υπέφεραν από αυτό.

Διαφορετικές μελέτες, οι περισσότερες από τις οποίες βασίστηκαν σε συνεντεύξεις θυμάτων, έδειξαν ότι το σύνδρομο της Στοκχόλμης ήταν περισσότερο κανόνας παρά εξαίρεση σε θύματα ομηρίας (de Fabrique, et al., 2007, Shirley, 2008, Cooper, 2008).

Ο Carver (2011) υποστήριξε ότι οι διαπραγματευτές των ομήρων στην αστυνομία βλέπουν σήμερα το φαινόμενο όχι τόσο ασυνήθιστο πια. Μια πειραματική έρευνα με την επίδραση του Συνδρόμου της Στοκχόλμης έδειξε ότι τα θύματα που είχαν θετικό δεσμό με τον ληστή ομήρων προσαρμόστηκαν καλύτερα στην κατάσταση ομηρίας.

Σύμφωνα με τον Carver (2011), οι αστυνομικοί διαπραγματευτές ομήρων ενθαρρύνουν ακόμη και τις αντιδράσεις των θυμάτων που πάσχουν από το σύνδρομο της Στοκχόλμης σε καταστάσεις εγκλήματος, διότι θα μπορούσαν να ενισχύσουν την ευκαιρία τους να επιβιώσουν. Με όλα τα μέσα, παρά το παράδοξο που υπάρχει στη σχέση μεταξύ ομήρων και κακοποιών, το φαινόμενο του συνδρόμου της Στοκχόλμης φαίνεται να έχει οφέλη και για τα δύο μέρη σε καταστάσεις ομήρων.

Ωστόσο, δεν είναι βέβαιο ποια ακριβώς είναι τα οφέλη για το θύμα που πάσχει από σύνδρομο της Στοκχόλμης μετά τη λήξη της ομηρίας. Για παράδειγμα, η μελέτη των Speckhard et al., (2005) έδειξε ότι δέκα από τα θύματα που πάσχουν από το σύνδρομο υπέφεραν από τη διαταραχή του μετατραυματικού στρες (PTSD). Αυτός είναι ο υψηλός αριθμός επιπολασμού PTSD σε αυτό το μικρό σύνολο θεμάτων. Ως εκ τούτου, το σύνδρομο της Στοκχόλμης δεν εξασφαλίζει θετικά μακροπρόθεσμα αποτελέσματα, όπως για παράδειγμα στην διαταραχή PTSD. Η απουσία σύνδεσης μεταξύ των δύο επιβεβαιώθηκε επίσης στην έρευνα των Favaro et al. (2000). Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι δεν υπήρχε σημαντική σχέση μεταξύ του συνδρόμου της Στοκχόλμης και της διαταραχής PTSD.

Το Σύνδρομο της Στοκχόλμης δεν παρουσιάζεται σε κάθε περίπτωση ομηρίας ή κακοποίησης. Έχει εξακριβωθεί ότι τέσσερις περιπτώσεις ή καταστάσεις βοηθούν ως θεμέλιο στην ανάπτυξη του Συνδρόμου της Στοκχόλμης. Αυτές οι τέσσερις καταστάσεις δύναται να βρεθούν σε σχέσεις ομηρίας και κακοποίησης (de Fabrique, et al., 2007):

 Η παρουσία μίας αντιληπτής απειλής για την φυσική ή πνευματική επιβίωση κάποιου και η πίστη ότι ο κακοποιός είναι σε θέση να εκτελέσει την απειλή αυτή.

 Η παρουσία μίας μικρής, αλλά αντιληπτής ευγένειας από τον κακοποιό προς το θύμα.

 Απομόνωση από άλλες προοπτικές που δεν αφορούν τον κακοποιό.

 Η αντιληπτή ανικανότητα απόδρασης από την κατάσταση.

Εξετάζοντας κάθε περίπτωση μπορούμε να καταλάβουμε πως το Σύνδρομο της Στοκχόλμης αναπτύσσεται σε ρομαντικές σχέσεις αλλά και σε εγκληματικές καταστάσεις και περιπτώσεις ομηρίας.

Επιπρόσθετα, τα παιδιά είναι ιδιαίτερα ευάλωτα στην ανάπτυξη του συνδρόμου της Στοκχόλμης. Η έντονη κατάσταση διέγερσης που προκαλείται από το φόβο μπορεί να παρερμηνευθεί ως έλξη ή προσκόλληση, καθώς η αγάπη μπορεί να προσφέρει ελπίδα για διαφυγή. Σε μια μελέτη περίπτωσης μόνο ένας από τους έξι κρατούμενους ομήρους ανέπτυξε το σύνδρομο της Στοκχόλμης, αλλά αυτό το άτομο είχε τις πιο θετικές αλληλεπιδράσεις με τον κατακτητή. Το επίπεδο του συνδρόμου της Στοκχόλμης αυξάνεται με την καλύτερη ποιότητα της θεραπείας από τους θύτες και η σοβαρή κατάχρηση αποθαρρύνει την ανάπτυξη του συνδρόμου της Στοκχόλμης (Shirley, 2008).

Ένας από τους σημαντικότερους παράγοντες στο σύνδρομο της Στοκχόλμης είναι ότι οι απαγωγείς μπορεί να πραγματοποιούν μικρές πράξεις καλοσύνης προς τους αιχμαλώτους τους. Η απειλή του θανάτου εξουδετερώνεται από αυτές τις χειρονομίες του απαγωγέα, με αποτέλεσμα πολλές φορές οι απαχθέντες να ταυτίζονται ψυχικά με αυτόν, προκειμένου να επιβιώσουν. Το σύνδρομο της Στοκχόλμης χρειάζεται περίπου τέσσερις ημέρες για να δημιουργηθεί, όμως μπορεί να διαρκέσει για μεγάλο χρονικό διάστημα, αφότου τελειώσει η δοκιμασία που το προκάλεσε (Wallace, 2017).

Με αφορμή τις απαγωγές παιδιών και το κύκλωμα πίσω από αυτές, η New

Yorker δημοσίευσε μια ενδιαφέρουσα παρατήρηση σχετικά με το Σύνδρομο της Στοκχόλμης, το οποίο όπως αναφέρει δεν αποτελεί μια αναγνωρισμένη ψυχιατρική διαταραχή. Πολλοί ειδικοί που μελετούν το θέμα αναφέρουν πως όσο σπάνια και αν θεωρείται η συγκεκριμένη διαταραχή, δεν συμπεριλαμβάνεται στο DSMV, τη Βίβλο των ψυχιατρικών διαταραχών. Μία από τις λίγες επιστημονικές μελέτες σχετικά με το σύνδρομο της Στοκχόλμης καταλήγει στο συμπέρασμα ότι δεν υπάρχει σχεδόν καμία ακαδημαϊκή έρευνα για το θέμα (Shirley, 2008).

Μερικές από τις πιο γνωστές περιπτώσεις του συνδρόμου της Στοκχόλμης (de Fabrique, et al., 2007):

Jan-Eric Olsson and Clark Olofsson (1973). Ο όρος «Σύνδρομο της Στοκχόλμης» προήλθε από το περιστατικό της ληστείας μιας τράπεζας που έλαβε χώρα στο Kreditbanken στην Στοκχόλμη της Σουηδίας, όταν δύο ένοπλοι άνδρες οι Jan-Eric Olsson και Clark Olofsson εισέβαλαν σε αυτήν (28/9/73) και κράτησαν ομήρους 4 υπαλλήλους (3 γυναίκες και 1 άνδρα) της τράπεζας για 6 ημέρες. Όταν η επιχείρηση διάσωσης ξεκίνησε την 6η ημέρα, οι όμηροι προσπάθησαν να βοηθήσουν τους απαγωγείς και να τους σώσουν. Προσπάθησαν να σώσουν τους απαγωγείς, ακόμη και όταν οι απαγωγείς είχαν πια παραδοθεί. Οι όμηροι, επίσης, προσπάθησαν να συλλέξουν χρήματα για τους απαγωγείς. Ένας από τους αιχμαλώτους, η Kristin Ehnemark έγινε φίλη του Clark Olofsson.

 

 

Εικόνα_1: Η σύλληψη του Clark Olofsson μετά την ληστεία.

Patty Hearst (1974). Η Patty Hearst μια εκατομμυριούχος κληρονόμος, απήχθη από την οργάνωση Symbionese Liberation Army. Μετά από δύο μήνες αιχμαλωσίας, η Patty Hearst έγινε ενεργό μέλος της Οργάνωσης και συμμετείχε σε μια ληστεία. Η Hearst φυλακίστηκε για τις ενέργειές της. Αργότερα, ο Πρόεδρος Jimmy Carter μετέτρεψε την ποινή της και της δόθηκε προεδρική χάρη.

 

Εικόνα_2: Η Patty Hearst ως ενεργό μέλος της Οργάνωσης.

Colleen Stan (1977). Η Colleen Stan κρατήθηκε αιχμάλωτη για επτά χρόνια σε ένα ξύλινο κουτί από τους Cameron και Janice Hooker. Αν και είχε κακοποιηθεί σεξουαλικά και βασανίστηκε, η Stan έμεινε μαζί τους και δεν απέδρασε ακόμα και όταν της δόθηκε η ευκαιρία. O Cameron ήταν τόσο σίγουρος για την υπακοή της Collen που την συνόδεψε για να επισκεφτεί μια φορά την οικογένειά της.

 

Εικόνα_3: Η Colleen Stan.

Πτήση 847 της TWA από την Αθήνα (1985). Σιίτες εξτρεμιστές του Λιβάνου κατέλαβαν την πτήση 847 της TWA και οι όμηροι κρατούνται για δυο εβδομάδες. Οι αεροπειρατές κακοποίησαν και απείλησαν κάποιους επιβάτες. Ένας δύτης του Πολεμικού Ναυτικού των ΗΠΑ σκοτώθηκε. Οι περισσότεροι από τους ομήρους δεν ανέπτυξαν το σύνδρομο της Στοκχόλμης, αλλά ορισμένοι επιβάτες έδειξε συμπάθεια προς τους αεροπειρατές.

 

Εικόνα_4: Η Πτήση 847 της TWA από την Αθήνα (1985).

Natascha Kampusch (1998). Η Νατάσσα Κάμπους ήταν ένα δεκάχρονο παιδί από την Αυστρία όταν απήχθη από τον Wolfgang Priklopil. Ξέφυγε από την αιχμαλωσία στην ηλικία των 18 ετών. Ανέπτυξε τα συμπτώματα του συνδρόμου της Στοκχόλμης μετά την αυτοκτονία του απαγωγέα της.

 

 

Εικόνα_5: Η αναζήτηση της Νατάσσα Κάμπους.

Shawn Hornbeck (2002). Ο Shawn Hornbeck ήταν 11 ετών όταν απήχθη από τον Michael J. Devlin. Ο Hornbeck κρατήθηκε από τον απαγωγέα της στο Μισούρι για τέσσερα χρόνια. Χρησιμοποιώντας το «Devlin» ως το επίθετό του, δεν επιδίωξε την επέμβαση της Αστυνομίας, αν και μίλησε στην αστυνομία δύο φορές πριν από τη διάσωση του το 2007.

 

Εικόνα_6: Η αναζήτηση του Shawn Hornbeck.

Elizabeth Smart (2003). Ο Brian David και η σύζυγός του Wanda Barzee απήγαγαν την 14χρονη Elizabeth Smart από το Salt Lake. Ταξίδεψαν στην Καλιφόρνια, το Σαν Ντιέγκο και το Λας Βέγκας. Η Smart ισχυρίστηκε ότι ήταν η κόρη τους και όταν επέστρεψαν στη Γιούτα έφτασε να ισχυριστεί ότι ήταν η δεύτερη σύζυγος του Brian David και ότι οι τρεις τους διατηρούσαν μια πολυγαμική σχέση. Όταν της επιδείχθηκε η φωτογραφία της πριν από την απαγωγή, τελικά παραδέχθηκε ότι ήταν η Elizabeth Smart.

 

 

Εικόνα_7: Η Elizabeth Smart.

 

Ο συνδυασμός του Συνδρόμου της Στοκχόλμης και της γνωστικής δυσαρέσκειας παράγει ένα θύμα που πιστεύει ακράδαντα ότι η σχέση δεν είναι μόνο αποδεκτή, αλλά και απελπιστικά αναγκαία για την επιβίωση του. Το θύμα αισθάνεται ότι θα καταρρεύσει πνευματικά εάν η σχέση τερματιστεί. Σε μακροχρόνιες σχέσεις, τα θύματα έχουν επενδύσει τα πάντα επάνω στον θύτη. Η σχέση αποφασίζει τώρα το επίπεδο της αυτοεκτίμησης, της αυτοεκτίμησης και της συναισθηματικής υγείας (Jameson, 2010).

Για τους λόγους που περιγράφονται παραπάνω, το θύμα αισθάνεται ότι η οικογένεια και οι φίλοι αποτελούν απειλή για τη σχέση και τελικά για την προσωπική υγεία και ύπαρξη τους. Όσο περισσότερο η οικογένεια και οι φίλοι διαμαρτύρονται για τον έλεγχο και την καταχρηστική φύση της σχέσης, τόσο περισσότερο το θύμα αναπτύσσει γνωστική δυσαρέσκεια και γίνεται αμυντικό. Σε αυτό το σημείο, η οικογένεια και οι φίλοι γίνονται θύματα του καταχρηστικού και ελεγχόμενου ατόμου.

Είναι σημαντικό, τόσο ότι το σύνδρομο της Στοκχόλμης όσο και η γνωστική ασυμφωνία αναπτύσσονται σε ακούσια βάση. Το θύμα δεν επινοεί εσκεμμένα αυτή τη στάση. Και τα δύο αναπτύσσονται ως μια προσπάθεια να υπάρξουν και να επιβιώσουν σε ένα απειλητικό και ελεγχόμενο περιβάλλον και σχέση (Cantor, & Price, 2009).

Έρευνες έχουν δείξει ότι οι όμηροι μπορούν να διατηρούν συνεχιζόμενη επαφή με τον κακοποιό και υψηλό επίπεδο συναισθημάτων. Στην πραγματικότητα, οι εμπειρογνώμονες κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η ένταση, όχι η διάρκεια του συμβάντος, σε συνδυασμό με την έλλειψη σωματικής κακοποίησης είναι πιθανότερο να δημιουργήσει ευνοϊκές συνθήκες για την ανάπτυξη του συνδρόμου της Στοκχόλμης (Peak, et al., 2008, Vecchi, 2009, Carver, 2011).

 Με βάση την ψυχοδυναμική του Συνδρόμου της Στοκχόλμης ένα θύμα (που δεν βλέπει έναν τρόπο να ξεφύγει από τη ζωή) αντιλαμβάνεται ότι η επιβίωση του απειλείται. Αυτό το θύμα, εάν απομονωθεί από τους ξένους και μπορεί να προσφέρει προστασία, πρέπει να κάνει τον κακοποιό να ανταποκριθεί στις ανάγκες αυτές. Αν το θύμα αντιληφθεί την καλοσύνη, όσο μικρή και είναι, από τον κακοποιό, αναπτύσσει την ελπίδα ότι ο κακοποιός θα βοηθήσει στην επιβίωση του. Για να προωθήσει αυτό το σκοπό, προσπαθεί να αξιοποιήσει στο έπακρο κάθε ευγένεια που αισθάνεται απέναντι του. Σε μια προσπάθεια να αυξήσει τα θετικά συναισθήματα που μπορεί να έχει απέναντί του, προσπαθεί να δει τον κόσμο από την προοπτική του κακοποιού, να κάνει ό, τι μπορεί για να τον κρατήσει ευτυχισμένο, βοηθώντας έτσι να εξασφαλίσει την επιβίωση του (Namnyak, et al., 2007).

Στην διαδικασία αυτή, το θύμα γίνεται υποτιμητικό στις ανάγκες του κακοποιού και αγνοεί τις δικές του ανάγκες. Τελικά βλέπει τον κόσμο από την προοπτική του κακοποιού, χάνοντας την επαφή με τη δική του προοπτική, η οποία είναι ασήμαντη ή ακόμα και αντιπαραγωγική για την επιβίωση του. Με την παρερμηνεία των δικών του συναισθημάτων υψηλής διέγερσης (που δημιουργήθηκαν από το τραύμα της απειλής της επιβίωσης ενός άτομο) ως αγάπη και όχι τρόμου, είναι σε θέση να δημιουργήσει και να διατηρήσει την ελπίδα επιβίωσης και μέλλοντος χωρίς κακοποίηση, της τρομοκρατίας και της απελπισίας, και αισθάνονται λιγότερο σαν θύμα. Έτσι ξεκινά μια διαδικασία σύνδεσης με τη θετική πλευρά του κακοποιού, αρνούμενος την πλευρά του κακοποιού που παράγει τον τρόμο. Με την άρνηση της βίαιης πλευράς του κακοποιού και συνεπώς την άρνηση του κινδύνου, το θύμα δυσκολεύεται να διαχωριστεί ψυχολογικά από τον δράστη. Άλλοι μηχανισμοί που δυσκολεύουν το θύμα να διαχωρίζεται ψυχολογικά από τον δράστη είναι ο φόβος για αντίποινα για οποιαδήποτε επίδειξη έλλειψης αφοσίωσης στον καταχρασμό

(Namnyak, et al., 2007).

Το πιο σημαντικό ψυχολογικό χαρακτηριστικό που συνδέεται με το σύνδρομο της Στοκχόλμης είναι το εύρος των γνωστικών στρεβλώσεων που συνδέονται με αυτό. Όταν υφίσταται συζήτηση για τον κακοποιό και για την κακοποίηση με μια κακοποιημένη γυναίκα που φανερώνει το σύνδρομο, αισθάνεται κανείς ανίκανος να αποτυπώσει τα γεγονότα. Η ικανότητα του να δεσμεύεται εμπλέκει την ανάπτυξη γνωστικών στρεβλώσεων που ενισχύουν και διατηρούν τον δεσμό και έτσι διατηρούν την ελπίδα (Namnyak, et al., 2007). Ο Graham (1994) πρότεινε ότι η σύνδεση με έναν κακοποιό είναι μια γνωστική παραμόρφωση που διατηρείται μόνο όταν υπάρχουν άλλες γνωστικές στρεβλώσεις όπως η άρνηση της κατάχρησης.

Διεθνή  στατιστικά στοιχεία για το Σύνδρομο της Στοκχόλμης
Το σύνδρομο της Στοκχόλμης είναι ένα ψυχολογικό φαινόμενο κατά το οποίο όμηροι εκφράζουν συμπάθεια και συμπόνια και έχουν θετικά συναισθήματα προς τους απαγωγείς τους, μερικές φορές σε σημείο που να τους υπερασπίζονται και να ταυτίζονται μαζί τους (Canter, Hughes, & Kirby, 1998). Αυτά τα συναισθήματα γενικά θεωρούνται παράλογα υπό το πρίσμα του κινδύνου ή ρίσκου που υπέστησαν τα θύματα, οι οποίοι μπερδεύουν ουσιαστικά την έλλειψη κακοποίησης από τους απαγωγείς ως μια πράξη καλοσύνης. Το Σύστημα Βάσεων Δεδομένων Ομήρων του FBI δείχνει ότι περίπου 8% των θυμάτων παρουσιάζουν ενδείξεις συνδρόμου της Στοκχόλμης (Peak, et al., 2008).

Το σύνδρομο της Στοκχόλμης δεν επηρεάζει όλους τους ομήρους ή αυτούς που βρίσκονται σε παρόμοιες καταστάσεις. Το FBI διεξήγαγε μια μελέτη πάνω από 1200 ληφθέντες ομήρους και διαπίστωσε ότι το 92% των ομήρων δεν ανέπτυξε σύνδρομο της Στοκχόλμης. Ακόμη, οι ερευνητές του FBI σε συνέντευξη που πραγματοποίησαν με τους αερομεταφορείς που είχαν ληφθεί ως όμηροι κατά τη διάρκεια αεροπειρατειών κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι τρεις παράγοντες είναι απαραίτητοι για την ανάπτυξη του συνδρόμου. Το πρώτο είναι ότι η κατάσταση κρίσης διαρκεί αρκετές ημέρες ή και περισσότερο. Δεύτερον, οι παραλήπτες ομήρων παραμένουν σε επαφή με τους ομήρους. Δηλαδή, οι όμηροι δεν τοποθετούνται σε ξεχωριστό χώρο. Τρίτον, οι ληστές ομήρων δείχνουν κάποια καλοσύνη προς τους ομήρους ή τουλάχιστον απέχουν από το να τους βλάψουν. Οι όμηροι που καταχράστηκαν από τους απαγωγείς συνήθως αισθάνονται θυμό σε σχέση με αυτούς και συνήθως δεν αναπτύσσουν το σύνδρομο. Επιπλέον, οι άνθρωποι που συχνά αισθάνονται αβοήθητοι σε άλλες αγχώδεις καταστάσεις ζωής ή είναι πρόθυμοι να κάνουν οτιδήποτε για να επιβιώσουν φαίνεται να είναι πιο επιρρεπείς στην ανάπτυξη του συνδρόμου της Στοκχόλμης εάν ληφθούν όμηροι (Ase, 2015).

Σύμφωνα με τα ευρήματα επιστημονικών μελετών, 27% των θυμάτων απαγωγής αναπτύσσουν συμπάθεια, προς τον απαγωγέα τους. Όπως στην περίπτωση της Patty Hearst, κόρης ευκατάστατης οικονομικά οικογένειας, η οποία σε ηλικία 19 ετών απήχθη από τρομοκρατική ομάδα. Μετά από δυο μήνες σε αιχμαλωσία, άλλαξε το όνομα της σε «Τάνια» και συμμετείχε σε τραπεζική ληστεία μαζί με τους απαγωγείς της. Κάποιοι λένε ότι συμπάθησε τους απαγωγείς της και ότι ερωτεύτηκε έναν από αυτούς. Σε κάποιες άλλες περιπτώσεις το θύμα δεν διανοείται να δραπετεύσει. Ένα γνωστό παράδειγμα είναι η περίπτωση της Jaycee Dugard, όπου το θύμα απήχθη στην ευαίσθητη ηλικία των 11 ετών και επί 18 χρόνια το θύμα βίωνε σεξουαλική κακοποίηση, χωρίς να προσπαθεί να διαφύγει. Ερωτήματα δημιουργεί και η περίπτωση της Natascha Kampusch, η οποία ήταν όμηρος επί οκτώ χρόνια, βιώνοντας σεξουαλική και ψυχολογική κακοποίηση. Όταν η Kampusch έμαθε ότι ο απαγωγέας της αυτοκτόνησε, ξέσπασε σε κλάματα συμπόνιας (Adorjan, et al., 2016).

Συνεχίζεται…

«ΤΟ ΣΥΝΔΡΟΜΟ ΤΗΣ ΣΤΟΚΧΟΛΜΗΣ» – Ιστορική Αναδρομή – Συμπτώματα – Στάδια εξέλιξης (Μέρος Πρώτο)

«ΤΟ ΣΥΝΔΡΟΜΟ ΤΗΣ ΣΤΟΚΧΟΛΜΗΣ» – Παράγοντες κινδύνου – Πρόληψη και Αντιμετώπιση του Συνδρόμου της Στοκχόλμης (Μέρος Δεύτερο)

«ΤΟ ΣΥΝΔΡΟΜΟ ΤΗΣ ΣΤΟΚΧΟΛΜΗΣ» – ΜΕΛΕΤΕΣ ΕΡΕΥΝΩΝ ΚΑΙ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΣΘΕΝΩΝ ΜΕ ΣΥΝΔΡΟΜΟ ΣΤΟΚΧΟΛΜΗΣ (Μέρος Τρίτο)

«ΤΟ ΣΥΝΔΡΟΜΟ ΤΗΣ ΣΤΟΚΧΟΛΜΗΣ» – Θυματοποίηση (Μέρος Τέταρτο)

 

ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ: «ΤΟ ΣΥΝΔΡΟΜΟ ΤΗΣ ΣΤΟΚΧΟΛΜΗΣ»

ΣΠΟΥΔΑΣΤΡΙΕΣ:

ΑΝΑΣΤΑΣΟΠΟΥΛΟΥ ΧΡΥΣΑΝΘΗ

ΓΚΑΓΚΑ ΙΓΝΑΤΙΑ 

ΔΙΑΣΩΣΤΕΣ ΡΟΔΟΥ