Μεταπηδήστε στο περιεχόμενο
Αρχική » Αρθρογραφία και Δράσεις » Προνοσοκομειακή Φροντίδα » Νοσηλευτική » ΕΠΙΘΕΤΙΚΟΣ ΑΣΘΕΝΗΣ ΚΑΙ Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΝΟΣΗΛΕΥΤΗ – Ο ρόλος του νοσηλευτή (Μέρος Ένατο)

ΕΠΙΘΕΤΙΚΟΣ ΑΣΘΕΝΗΣ ΚΑΙ Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΝΟΣΗΛΕΥΤΗ – Ο ρόλος του νοσηλευτή (Μέρος Ένατο)

9.1 Ο ρόλος του νοσηλευτή

Η φύση του αντικειμένου των υπηρεσιών της υγείας απαιτεί τη συμμετοχή περισσότερων του ενός επαγγελματιών υγείας. Τα μέλη της νοσηλευτικής θεραπευτικής ομάδας συνεργάζονται και συντονίζουν τις προσπάθειές τους με στόχο τη βελτίωση της κατάστασης των ασθενών.

Η Νοσηλευτική της Υγείας στηρίζεται στο θεωρητικό οικοδόμημα της Βασικής Νοσηλευτικής, που ως επιστήμη και κλινική πρακτική εστιάζει το ενδιαφέρον της στα τρία στάδια πρόληψης:

· Προαγωγή και διατήρηση της υγείας (πρωτοβάθμια)

· Παροχή φροντίδας και θεραπεία (δευτεροβάθμια)

· Αποκατάσταση (τριτοβάθμια) (Μάλαμα, 2012).

Τις τελευταίες δεκαετίες, η ταυτότητα του νοσηλευτή έχει διαφοροποιηθεί σημαντικά. Έτσι, από τον παραδοσιακό ρόλο του «φύλακα» ασθενών και απλού «εκτελεστή» των ιατρικών οδηγιών, έφθασε μέσω της εκπαίδευσης και της ειδίκευσης στην ανάληψη πιο ενεργού ρόλου στη θεραπευτική ομάδα (Μάλαμα, 2012).

Ο Αμερικανικός Σύνδεσμος Νοσηλευτών (ΑΝΑ) ορίζει Νοσηλευτή Υγείας «έναν τομέα νοσηλευτικής άσκησης, που ως επιστήμη επικεντρώνεται σε θεωρίες ανθρώπινης συμπεριφοράς και ως κλινική πρακτική στη δυναμική χρήση του εαυτού κάθε ατόμου». Πραγματοποιείται μέσω μιας διαπροσωπικής διαδικασίας, αποσκοπώντας στην προαγωγή και διατήρηση συμπεριφοράς, η οποία συμβάλλει στην ολοκλήρωση της λειτουργικότητας του ασθενή. Σύμφωνα με τους θεωρητικούς της Νοσηλευτικής Peplau, Rogers και Roy ο ρόλος του νοσηλευτή προϋποθέτει την ολιστική θεώρηση και προσέγγιση των ασθενών, ανεξάρτητα από την τρέχουσα νόσο (Μάλαμα, 2012).

Οι νοσηλευτές ειδικεύονται μέσω προγραμμάτων μεταπτυχιακών σπουδών, παρέχοντας τους τη δυνατότητα να αναπτύξουν τις δραστηριότητές τους σε ποικίλους τομείς:

1. Ο θεραπευτικός-Σημαντική είναι η παρουσία του νοσηλευτή στη θεραπεία του πάσχοντα. Η παρουσία του έχει χαρακτήρα «θεραπευτικό», καθώς μέσω της διαπροσωπικής σχέσης που αναπτύσσεται,, υποστηρίζει και ενισχύει τον άρρωστο κατά την εφαρμογή της θεραπευτικής αγωγής.

2. Ο οργανωτικός- διοικητικός. Ο νοσηλευτής με τρόπο καταλυτικό για τη λειτουργία της μονάδας, οργανώνει το χώρο και συντονίζει το χρόνο, τα μέσα και τις διαδικασίες που άπτονται της αρμοδιότητας του. Συμμετέχει στην κωδικοποίηση και εφαρμογή των αποφάσεων και των αποτελεσμάτων της ομάδας, αλλά και στην αξιολόγηση της θεραπευτικής στάσης και της γενικότερης οργάνωσης της μονάδας, τόσο ως αυτόνομου φορέα περίθαλψης, όσο και σε σχέση με άλλους φορείς.

3. Ο εκπαιδευτικός. Ο νοσηλευτής οργανώνει και πραγματοποιεί εκπαιδευτικά προγράμματα που απευθύνονται σε συναδέλφους. Κύριο μέλημα του νοσηλευτή αποτελεί η εκπαίδευση των ασθενών και των οικογενειών τους, ατομικά ή ομαδικά, σε θέματα υγείας.

4. Ο συμβουλευτικός. Ο νοσηλευτής παρέχει συμβουλευτική σε ασθενείς και στις οικογένειές τους, σε συναδέλφους – συνεργάτες και οργανισμούς.

5. Ο ερευνητικός. Ο νοσηλευτής σχεδιάζει, οργανώνει, προγραμματίζει και συμμετέχει στη διενέργεια ερευνητικών προγραμμάτων (Παπαγεωργίου, 2012).

Ο πολυδιάστατος χαρακτήρας του ρόλου του νοσηλευτή διαφαίνεται σε όλο το φάσμα των δραστηριοτήτων του, που περιλαμβάνουν:

α. Δημιουργία θεραπευτικού περιβάλλοντος.

Το έργο του είναι προσανατολισμένο στην έννοια του θεραπευτικού περιβάλλοντος με σκοπό την άσκηση θεραπευτικής επίδρασης στον άρρωστο και στην από μέρους του μεγιστοποίηση του δυναμικού της υγείας του. Δημιουργεί και συντηρεί, σε συνεργασία με τον ασθενή και τους άλλους επαγγελματίες υγείας «θεραπευτικό περιβάλλον» προσαρμοσμένο στο φυσικό.

Σε ένα τέτοιο περιβάλλον, οι νοσηλευτές:

· Διατηρούν την κατάλληλη ατμόσφαιρα, που διευκολύνει την επικοινωνία και την έκφραση συναισθημάτων από πλευράς ασθενών.

· Μεριμνούν ώστε σε όλη τη διάρκεια του θεραπευτικού χρόνου (όλο το 24ωρο) οι ασθενείς να νιώθουν ασφαλείς, να εισπράττουν αποδοχή και σεβασμό και να διασφαλίζεται η αξιοπρέπειά τους. Προϋπόθεση για την δημιουργία του θεραπευτικού περιβάλλοντος είναι η ειλικρινής διαπροσωπική επικοινωνία. Για το λόγο αυτό θεωρείται απαραίτητο η προστασία των νομικών δικαιωμάτων του, καθώς και η διασφάλιση των όρων που είναι απαραίτητοι για την χρήση πιθανών περιοριστικών μέτρων (Παπαγεωργίου, 2012).

β. Αξιοποίηση πληροφοριών – εκτίμηση- νοσηλευτική διάγνωση.

Ο νοσηλευτής συμβάλλει στην εκτίμηση του ασθενούς, συγκεντρώνει πληροφορίες για τον ίδιο και το ευρύτερο οικογενειακό-κοινωνικό περιβάλλον του, αξιοποιώντας το νοσηλευτικόθεραπευτικό συνεχές (24ωρη νοσηλευτική βάρδια). Αυτό επιτυγχάνεται μέσω της παρατήρησης της συμπεριφοράς του ασθενούς και του περιβάλλοντός του, με τη νοσηλευτική συνέντευξη και τη διαπροσωπική επικοινωνία. Ο νοσηλευτής αποτελεί, με αυτόν τον τρόπο, το συνδετικό κρίκο μεταξύ του ασθενούς και της υπόλοιπης θεραπευτικής ομάδας (Χριστοδούλου, 2012).

Η εκτίμηση του ασθενούς αφορά πολλές πλευρές, όπως:

· Τη δυνατότητα να προστατευτεί, ώστε να μην αποτελεί κίνδυνο για τον εαυτό του και τους άλλους.

· Την αξιολόγηση ουσιαστικών παραπόνων, ενοχλημάτων ή άλλων παρατηρήσεων που επισημαίνει ο ίδιος.

· Το επίπεδο λειτουργικότητας του ασθενούς, που αφορά τις δραστηριότητες της καθημερινής ζωής και τους κοινωνικούς ρόλους, συμπεριλαμβανόμενης και της δυνατότητας εργασίας.

· Τη συμμόρφωση στη φαρμακοθεραπεία και τις πιθανές ανεπιθύμητες ενέργειες

· Τις διαπροσωπικές σχέσεις και την ικανότητα επικοινωνίας.

· Την ύπαρξη και την ποιότητα των υποστηρικτικών συστημάτων (οικογενειακό, κοινωνικό, πολιτισμικό, εργασιακό).

· Το επίπεδο υγείας (άλλες σωματικές νόσοι, διατροφή).

· Τα κίνητρα και τις δυνατότητες, που μπορούν να χρησιμοποιηθούν από τον ασθενή για την προαγωγή της υγείας του.

· Τις πνευματικές ικανότητες και τις ηθικές αξίες (Μάλαμα, 2012).

Ο νοσηλευτής αξιοποιεί το υλικό εκτίμησης, επισημαίνει τα πραγματικά και προβλέπει τα πιθανά προβλήματα του ασθενούς προγραμματίζοντας τις ανάλογες παρεμβάσεις (Μάλαμα, 2012).

γ. Παρεμβάσεις.

Η μορφή των παρεμβάσεων προσαρμόζεται ανάλογα με την ηλικία του ασθενούς, τις νοητικές του δυνατότητες, το κοινωνικό-πολιτιστικό επίπεδο, την πολιτισμική ιδιαιτερότητα, την εκπαίδευση, το φύλο, το σεξουαλικό προσανατολισμό και την αξιολόγηση του υλικού εκτίμησης (Χριστοδούλου, 2012).

Στην κλινική πρακτική εφαρμόζεται ένα ευρύ φάσμα παρεμβάσεων, που περιλαμβάνει:

· Την προώθηση της αυτοφροντίδας του ασθενούς, την ενίσχυση της προσωπικής υπευθυνότητας για τις δραστηριότητες της καθημερινής ζωής, τη διατήρηση και προαγωγή της γενικής λειτουργικότητας, με στόχο την ανεξαρτητοποίηση και αποκατάστασή του.

· Τον προγραμματισμό, το συντονισμό και την υλοποίηση διαγνωστικών διαδικασιών που προτείνονται από άλλες ειδικότητες.

· Την εφαρμογή βιολογικών θεραπειών με ταυτόχρονη ενίσχυση θετικής στάσης έναντι αυτών. Επιδιώκεται η ανακούφιση από τις ανεπιθύμητες ενέργειες και η συνεχής αξιολόγηση της ανταπόκρισης στη θεραπεία.

· Την εφαρμογή ψυχολογικών, υποστηρικτικών παρεμβάσεων με στόχους:

Ø Την εγκατάσταση σχέσης εμπιστοσύνης με τον ασθενή

Ø Τη βελτίωση της αυτοεκτίμησής του

Ø Την εδραίωση της θεραπευτικής επικοινωνίας

· Την οργάνωση ενισχυτικών παρεμβάσεων με στόχο τη συνεργασία και τη συμμετοχή του αρρώστου σε δραστηριότητες επανακοινωνικοποίησης του και την αποφυγή του ιδρυματισμού στη μονάδα ή στο σπίτι.

· Την άσκηση συμβουλευτικής στον ασθενή και στην οικογένειά του, με σκοπό την ενίσχυση υγιών συμπεριφορών, την κατανόηση πλευρών της νόσου και την έγκαιρη αναγνώριση των συμπτωμάτων για τη διατήρηση της θεραπευτικής συνέχειας.

· Τη διασύνδεση του ασθενούς με άλλους χώρους θεραπευτικής, κοινωνικής και επαγγελματικής αποκατάστασης και με άλλους ιατροκοινωνικούς φορείς (Παπαγεωργίου, 2012).

Οι νοσηλευτές ψυχικής υγείας έχουν έναν κρίσιμο ρόλο στην παροχή φροντίδας κατά την ψυχιατρική νοσηλεία ασθενών, καθώς και στη δημιουργία ευκαιριών για την αποτελεσματική διαχείριση δυνητικά επικίνδυνων συμπεριφορών, στοχεύοντας την αποδόμηση των συνθηκών που οδηγούν στην χρήση του σωματικού περιορισμού και της απομόνωσης.

Στα πλαίσια της φροντίδας για την πρόληψη της αύξησης ανεξέλεγκτων συμπεριφορών, χρειάζεται να εξαντλούνται οι διαθέσιμες εναλλακτικές μέθοδοι, πριν ληφθεί η απόφαση για την χρήση περιοριστικών μέτρων.

Όταν οι ψυχολογικές και συμπεριφορικές προσεγγίσεις δεν έχουν αποδειχθεί αποτελεσματικές στην ελάττωση της  επιθετικής συμπεριφοράς, τότε εξετάζεται ως λύση έσχατης ανάγκης η εφαρμογή του σωματικού περιορισμού ή της απομόνωσης (Ουζούνη, 2013).

9.2 Σωματικός περιορισμός – απομόνωση και ο ρόλος του νοσηλευτή

Το προσωπικό των ψυχιατρικών μονάδων χρειάζεται να είναι επαρκές ως προς τον αριθμό και εκπαιδευμένο στην κατανόηση των κινδύνων που συνδέονται με τη χρήση περιοριστικών μέτρων, στην παρακολούθηση και στην εκτίμηση των σωματικών και ψυχολογικών αναγκών του ασθενή.

Επίσης οφείλει να είναι ειδικευμένο στην πρόληψη και στην αντιμετώπιση απρόβλεπτων και επειγόντων καταστάσεων, οι οποίες ενδεχομένως να θέσουν σε κίνδυνο την ακεραιότητα ή και τη ζωή του νοσηλευόμενου.

Αποφεύγεται οποιαδήποτε απρόβλεπτη συνέπεια λόγω της εφαρμογής του σωματικού περιορισμού, για την οποία χρειάζεται άμεση παρέμβαση. Επιπλέον είναι καθοριστική η συνεχής παραμονή μέλους του νοσηλευτικού προσωπικού κοντά στον ασθενή.

Συνεπώς για την φροντίδα αλλά και τον περιορισμό της επικινδυνότητας, προτείνεται να εξασφαλίζεται η παρακολούθηση του ασθενή που περιορίζεται σωματικά ή η στενή επίβλεψή του όταν νοσηλεύεται σε δωμάτιο απομόνωσης, για ενδεχόμενες μεταβολές στις παραμέτρους των ζωτικών του σημείων (θερμοκρασία, συχνότητα αναπνοών, καρδιακή συχνότητα, αρτηριακή πίεση) αλλά και όσον αφορά στην ψυχική του και διανοητική του κατάσταση (επίπεδο συνείδησης, εμφάνιση εξωπυραμιδικών συμπτωμάτων – δυστονίες) (Ουζούνη, 2013).

Όταν κατά την εφαρμογή του σωματικού περιορισμού χορηγηθεί φαρμακευτική αγωγή με σκοπό τη ταχεία καταστολή του διεργετικού ασθενή, κάθε πέντε με δέκα λεπτά και για μία τουλάχιστον ώρα, χρειάζεται να πραγματοποιείται εκτίμηση της κατάστασής του.

Σε περίπτωση που διαπιστωθεί ότι ο ασθενής αισθάνεται δυσφορία ή παρατηρηθούν πρόδρομα σημεία κυάνωσης, ακανόνιστη ή επιπόλαια αναπνοή αλλά και οποιεσδήποτε άλλες σοβαρές οργανικές μεταβολές, τα μέτρα περιορισμού διακόπτονται άμεσα και χορηγείται επείγουσα φροντίδα.

Είναι απαραίτητο να υπάρχει η δυνατότητα άμεσης πρόσβασης σε εξοπλισμό υποστήριξης ζωής (απινιδωτής, αναπνευστήρας) και σε επείγουσα φαρμακευτική αγωγή.

Εάν ο ασθενής έχει περιορισθεί σωματικά σε πρηνή θέση χρειάζεται να διευκολύνεται και να ελέγχεται η αναπνοή του και γι΄αυτό το νοσηλευτικό προσωπικό φροντίζει για τη διασφάλιση της βατότητας των αεροφόρων οδών και τον έλεγχο της αναπνευστικής του επάρκειας.

Ακόμα η πρόληψη ενδεχόμενης θρόμβωσης σε ασθενείς υψηλού κινδύνου από την παρατεταμένη ακινησία λόγω του σωματικού περιορισμού, θα μπορούσε να επιτευχθεί με τη χορήγηση προληπτικά αντιπηκτικής αγωγής.

Επομένως ο νοσηλευτής είναι απαραίτητο να είναι ενημερωμένος για την ευπάθεια των νοσηλευόμενων (άσθμα, ΧΑΠ, πνευμονία, παχυσαρκία, αγγειακή νόσος, καρδιολογικές νόσοι) στους οποίους εφαρμόζονται περιοριστικές πρακτικές και για τους κινδύνους που ενέχει η χρήση αυτών των μέτρων (Νακάκης, 2013).

Οι πληροφορίες που λαμβάνονται από το νοσηλευτικό προσωπικό κατά την παρατήρηση και την περιοδική εκτίμηση του ασθενή, καθώς και οι παρεμβάσεις που χρειάστηκε να εφαρμοστούν, καταχωρούνται λεπτομερώς και αιτιολογημένα στα φύλλα νοσηλείας του. Επίσης χρειάζεται να καταγράφεται η επικοινωνιακή συνδιαλλαγή με τον ασθενή που αφορά στις αντιδράσεις του και στην ανταπόκρισή του στα μέτρα περιορισμού.

Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στην εκτίμηση της ύφεσης των συμπτωμάτων του και στη δυνατότητά του να αναφέρεται σε επιλογές που αφορούν στον έλεγχο της συμπεριφοράς του, με δεδομένο ότι οι παρεμβάσεις των νοσηλευτών αποσκοπούν στο να κατευθύνουν τον ασθενή να ανακτήσει τον αυτοέλεγχό του (Νακάκης, 2013).

Επιπλέον σημαντικός λόγος που χρειάζεται άμεσα παρακολούθηση ο ασθενής από άτομο του προσωπικού της κλινικής, είναι το γεγονός ότι υπάρχει σοβαρός κίνδυνος να αισθανθεί εγκατάλειψη, παραμέληση ή και εξευτελισμό όταν βρεθεί στη δύσκολη θέση να αναγκάζεται να φωνάζει για ό,τι χρειάζεται αναφορικά με την κάλυψη των σωματικών του αναγκών. Γ

ια το λόγο αυτό επιβάλλεται να του παρέχεται η κατάλληλη φροντίδα για τη χορήγηση υγρών και τροφής, καθώς και η δυνατότητα να χρησιμοποιήσει την τουαλέτα.

Ο νοσηλευτής που αναλαμβάνει την παρακολούθηση και τη φροντίδα του ασθενή κατά τη διάρκεια του περιορισμού δεν πρέπει να έχει εμπλακεί άμεσα στη διαδικασία εφαρμογής του σωματικού περιορισμού ή της απομόνωσης.

Σε περίπτωση που ο ασθενής είναι βίαιος και υπάρχει σοβαρό ενδεχόμενο να τεθεί υπό περιορισμό, αλλά υπάρχει και η βεβαιότητα ή η πιθανότητα να έχει μαζί του όπλο, μαχαίρι, αναπτήρα ή αντικείμενα με τα οποία μπορεί να προκαλέσει βλάβη στον εαυτό του ή σε άλλους, του προτείνεται να τα αφήσει. Αυτά θα απομακρυνθούν κατόπιν από το προσωπικό ή σε περίπτωση που δεν υπάρχει δυνατότητα συνεργασίας για την απόσπαση τους θα χρειασθεί να παρέμβει το προσωπικό ασφαλείας (Ουζούνη, 2013).

Μετά τη λήξη του σωματικού περιορισμού και της απομόνωσης χρειάζεται να παρέχονται ευκαιρίες στον ασθενή για αυτοέκφραση και λεκτικοποίηση των συναισθημάτων του 61 αναφορικά με τη βίωση του σωματικού περιορισμού, ώστε να μην εγγραφεί στη μνήμη του αρνητικά και αποτελέσει γι΄ αυτόν τραυματική εμπειρία (Ουζούνη, 2013).

9.3 Χιούμορ και νοσηλευτής

Η Maslach το 1982 θεωρεί πώς το άγχος στην δουλεία των νοσηλευτών είναι ένα αίτιο ψυχολογικής κόπωσης. Ειδικότερα όταν οι ασθενείς με τους οποίους ασχολούνται είναι σε τελικό στάδιο τους οδηγεί σε μια κούραση. Έτσι το χιούμορ και το γέλιο αποτελούν ένα δυνατό παράγοντα στην πίεση, βοηθώντας τον νοσηλευτή να χαλαρώσει και να αποδώσει καλύτερα (Αθανασιάδου, 2014).

Έχει αποδειχθεί πως δεν αντιδρούν όλοι οι άνθρωποι με τον ίδιο τρόπο στα εξωτερικά ερεθίσματα, ενώ κάποιοι άλλοι αντιμετωπίζουν καλύτερα την πίεση από τους γύρω τους. Το χιούμορ είναι ένα εργαλείο με το οποίο αντιμετωπίζει καλύτερα τα προβλήματα καθώς τα βλέπει από μια άλλη οπτική γωνία. Επίσης αποτελεί ένα είδος μηχανισμού άμυνας και αυτοπροστασίας, δημιουργεί ευεξία του σώματος, του μυαλού και του πνεύματος. Η πιθανότητα να συμμετέχει κάποιος σε συναισθήματα λύπης και ανικανότητας είναι μικρότερη όταν γελάει με αυτό που τον ενοχλεί (Αθανασιάδου, 2014).

Το χιούμορ λέγεται ότι έχει την τάση να ελαττώνει την πίεση, να αυξήσει τον αυτοσεβασμό και να μειώσει τα ψυχικά συμπτώματα που έχουν σχέση με τα άσχημα γεγονότα της ζωής. Η αίσθηση του χιούμορ συνδέεται με τα επίπεδα αυτοσεβασμού. Η υψηλότερη αίσθηση του χιούμορ έχει άμεση σχέση με τα μειωμένα επίπεδα μοναξιάς, κατάθλιψης, άγχους και αυτοσεβασμού. Τα άτομα που έχουν καλή ψυχολογία και διακατέχονται από θετικά και αισιόδοξα συναισθήματα δημιουργούν έναν ιδιαίτερο τρόπο αντιμετώπισης του στρες, όπως είναι το χιούμορ. Με τη βοήθειά του η καλή ψυχολογία του ατόμου ενισχύεται περισσότερο ενώ κάποιες φορές ο μηχανισμός αυτός δημιουργείται από μόνος του, όταν αισθανθεί άγχος και στρες (Στάθαρου και Κοτρώτσιου, 2012).

Ο Abel το 2002 θεωρεί πώς είναι απαραίτητο οι νοσηλευτές να χρησιμοποιούν το χιούμορ στην διάρκεια της εργασίας διότι με αυτό τον τρόπο βελτιώνονται οι εργασιακές σχέσεις και δημιουργείται μια ρεαλιστική αντίληψη μιας κατάστασης. Ο Freud θεωρεί ότι το αστείο μειώνει το αίσθημα της ανησυχίας και πως το γέλιο μεταβάλλει τα άσχημα συναισθήματα σε ευχάριστα. Αυτό το είδος χιούμορ ονομάζεται «χιούμορ αγχόνης». Η χρήση του συγκεκριμένου χιούμορ είναι απαραίτητο σε ανθρώπους επαγγελματίες υγείας έτσι ώστε να μπορούν να ανταπεξέλθουν στις δύσκολες καταστάσεις που αντιμετωπίζουν καθημερινά και να προστατευθούν από την πραγματικότητα (Freud, 2009).

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 10

10.1 Συμπέρασμα και επίλογος

Ολοκληρώνοντας την εργασία αυτή καταλήγουμε στο συμπέρασμα πως η επιθετική συμπεριφορά είναι συνήθεις σε ένα γενικό νοσοκομείο. Αν και αποτελεί κυρίαρχο σύμπτωμα της ψυχοπαθολογίας είναι πιθανό να εμφανιστεί σε ασθενείς οι οποίοι δεν πάσχουν από κάποιο ψυχικό νόσημα. Η βία είναι μια συμπεριφορά και όχι μια νόσος. Η διάγνωση, η αντιμετώπιση και η ασφάλεια είναι βασικός κανόνας σε αυτές περιπτώσεις.

Η αντιμετώπισή της χρειάζεται εξειδικευμένο νοσηλευτικό προσωπικό και ορισμένες φορές την κατάλληλη υποδομή καθώς επίσης και την συνεργασία πολλών ειδικών. Θα πρέπει να δημιουργηθεί ένα θεραπευτικό περιβάλλον όπου με την κατάλληλη συνεργασία ψυχολόγων, ψυχιάτρων και οικογενειακού περιβάλλοντος θα μπορέσει να διατηρηθεί μια φυσιολογική επικοινωνία με τον ασθενή, εκφράζοντας τα συναισθήματά του και μεταφέροντάς του σεβασμό, αποδοχή, αξιοπρέπεια

10.2 Προτάσεις για μελλοντικές έρευνες

Οι ασθενείς οι οποίοι είναι χρήστες εξαρτισιογόννων ουσιών ή αλκοόλ ή ήταν κατά το παρελθόν θα μπορούσαν κατόπιν συνεννόησης της ιατρικής ομάδας που τον παρακολουθεί και της οικογένειάς του να γίνει μέλος σε κάποιο κέντρο θεραπείας όπως είναι το Κ.Ε.Θ.Ε.Α και το Ο.Κ.Α.Ν.Α. Τα προγράμματα αυτά θα τους βοηθήσουν έχοντας στόχο την απεξάρτηση και την επανένταξή τους στην κοινωνία.

Μέσα από τέτοιου είδους ενέργειες τα άτομα αυτά κάνουν μια σημαντική προσπάθεια βελτίωσης της ψυχικής και σωματικής τους ακεραιότητας. Όπως αναφέραμε η βία είναι ένα σύμπτωμα και όχι μια νόσος. Υπάρχουν αρκετά άτομα τα οποία ασκώντας βία με κάθε τρόπο και μορφή επιλύουν τα προβλήματά τους. Τα άτομα αυτά με την βοήθεια ειδικού θα μπορούσαν να παρακολουθήσουν μαθήματα αυτοσυγκράτησης του θυμού και της οργής για την αποφυγή των συγκρούσεων με βίαιο τρόπο ή μαθήματα προώθησης της ψυχικής υγείας.

Με αυτόν τον τρόπο θα υπάρξει μια σταδιακή βελτίωση των επιπέδων του θυμού προσφέροντας σημαντικά οφέλη σε αυτά τα άτομα καθώς επίσης ενδυνάμωση της αυτοπεποίθησης του ατόμου ώστε να μπορεί να οργανώνει και να συντονίζει τη ζωή του σε δύσκολες καταστάσεις.

Τέλος το οικογενειακό περιβάλλον θα μπορούσε μέσα από κάποιο πρόγραμμα να ενημερωθεί για τον τρόπο που πρέπει να φροντίζει τον ασθενή σύμφωνα με τις ανάγκες και τα προβλήματά του. Μέσα από αυτή την ενημέρωση το οικογενειακό περιβάλλον θα μάθει ποικίλους τρόπους μετάδοσης του μηνύματος αυτοφροντίδας, προώθησης καλής σωματικής υγιεινής καθώς επίσης και για την παροχή βοήθειας σε καθημερινές λειτουργιές.

ΤΕΛΟΣ

ΕΠΙΘΕΤΙΚΟΣ ΑΣΘΕΝΗΣ ΚΑΙ Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΝΟΣΗΛΕΥΤΗ – Ορισμός επιθετικότητας (Μέρος Πρώτο)

ΕΠΙΘΕΤΙΚΟΣ ΑΣΘΕΝΗΣ ΚΑΙ Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΝΟΣΗΛΕΥΤΗ – Κλητικοί παράγοντες επιθετικότητας (Μέρος Δεύτερο)

ΕΠΙΘΕΤΙΚΟΣ ΑΣΘΕΝΗΣ ΚΑΙ Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΝΟΣΗΛΕΥΤΗ – Διαταραχές που έχουν σχέση με την επιθετικότητα (Μέρος Τρίτο)

ΕΠΙΘΕΤΙΚΟΣ ΑΣΘΕΝΗΣ ΚΑΙ Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΝΟΣΗΛΕΥΤΗ – Αυτοκαταστροφικός Ασθενής (Μέρος Τέταρτο)

ΕΠΙΘΕΤΙΚΟΣ ΑΣΘΕΝΗΣ ΚΑΙ Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΝΟΣΗΛΕΥΤΗ – Η επιβολή σωματικού περιορισμού και απομόνωσης σε ψυχικά ασθενείς (Μέρος Πέμπτο)

ΕΠΙΘΕΤΙΚΟΣ ΑΣΘΕΝΗΣ ΚΑΙ Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΝΟΣΗΛΕΥΤΗ – Η χρήση του χιούμορ στην φροντίδα ψυχικά ασθενών (Μέρος Έκτο)

ΕΠΙΘΕΤΙΚΟΣ ΑΣΘΕΝΗΣ ΚΑΙ Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΝΟΣΗΛΕΥΤΗ – Ακούσια Νοσηλεία, Δικαιώματα των ασθενών, Δικαίωμα άρνησης της θεραπείας (Μέρος Έβδομο)

ΕΠΙΘΕΤΙΚΟΣ ΑΣΘΕΝΗΣ ΚΑΙ Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΝΟΣΗΛΕΥΤΗ – Ψυχοθεραπεία και πρόληψη στους ψυχικά πάσχοντες και στην οικογένεια (Μέρος Όγδοο)

ΕΠΙΘΕΤΙΚΟΣ ΑΣΘΕΝΗΣ ΚΑΙ Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΝΟΣΗΛΕΥΤΗ – Ο ρόλος του νοσηλευτή (Μέρος Ένατο)

 

ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

ΘΕΜΑ: ΕΠΙΘΕΤΙΚΟΣ ΑΣΘΕΝΗΣ ΚΑΙ Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΝΟΣΗΛΕΥΤΗ

ΣΠΟΥΔΑΣΤΡΙΑ

ΤΣΙΡΩΝΗ ΜΑΡΙΑ

ΔΙΑΣΩΣΤΕΣ ΡΟΔΟΥ