Το θωρακικό τραύμα είναι ένα συγκεκριμένο είδος τραύματος, αρκετά κοινό καθώς απαντά περίπου στο 50% των περιπτώσεων πολλαπλών τραυμάτων και είναι η άμεση αιτία θανάτου στο 25% τέτοιων περιπτώσεων.
Οι θωρακικές κακώσεις είναι σημαντικές καθώς αντιπροσωπεύουν το 10% των εισαγωγών για νοσηλεία εξαιτίας τραύματος. Διαφορετικοί τύποι και βαρύτητα των θωρακικών κακώσεων σε διαφορετικές υποομάδες ασθενών με διάφορους τραυματισμούς μπορεί να οδηγήσουν σε διαφορετικά αποτελέσματα.
Διάφορες κλίμακες έχουν δημιουργηθεί προκειμένου να αξιολογηθεί η σοβαρότητα των τραυματισμών. Το 1970 η Αμερικανική Ιατρική Εταιρία, εισήγαγε τη δεκαβάθµια – κατά αύξουσα βαρύτητα- Συνοπτική Κλίμακα Τραυματικής Βαρύτητας (Abbreviated Injury Scale, AΙS) ως μέτρο ποσοτικής αξιολόγησης της σοβαρότητας των τραυματισμών που οφείλονται σε τροχαία ατυχήματα.
Η κλίμακα AΙS περιπλέκει τη βαρύτητα µε το αποτέλεσμα του τραυματισμού.
Ο Βαθμός Τραυματικής Βαρύτητας (Injury Severity Score, ISS) περιγράφηκε το 1974 από τους Baker et al και στοχεύει στην ανάπτυξη μιας κλίμακας ποσοτικής εκτίμησης της βαρύτητας του τραύματος, ακόμα και στην περίπτωση ενός πολυτραυµατία του οποίου τα τραύματα, αν αξιολογηθούν μεμονωμένα, δε θεωρούνται θανατηφόρα.
Η κλίμακα ISS βασίστηκε στη μελέτη περιπτώσεων που είχαν βαθμολογηθεί µε την κλίμακα AIS. Η κλίμακα βαρύτητας τραύματος ISS αξιολογεί τη βαρύτητα της κάκωσης από την κεφαλή, το πρόσωπο, το θώρακα, την κοιλιά, την πύελο και τα άκρα.
Η συνολική βαθμολογία προκύπτει από το άθροισμα των τετραγώνων των κωδικών που αντιστοιχούν στη σοβαρότερη κάκωση από κάθε περιοχή (εάν είναι πάνω από τρεις τότε υπολογίζονται οι τρεις βαρύτερες).
Η Κλίμακα της Γλασκώβης (GCS) περιγράφηκε από τους Teasdale Jennett το 1974 και πήρε τη σημερινή της μορφή το 1976.
Αξιολογεί τρεις παραμέτρους: το άνοιγμα των ματιών (1-4), την ομιλία (1-5) και την κινητική αντίδραση του τραυματία (1-6) και η τελική βαθμολογία προκύπτει από το άθροισμά τους (3 το ελάχιστο και 15 το μέγιστο).
Οι περιορισμοί όμως του ISS έστρεψαν τους ερευνητές στην αναζήτηση ενός ‘ανατομικού’ κριτηρίου που θα παρέκαμπτε τα προβλήματα αυτά.
Έτσι, το 1990 προτάθηκε από τον Copes et al η Κλίμακα Ανατομικής Αποτύπωσης (Anatomic Profile, AP).
H Κλίμακα Ανατομικής Αποτύπωσης προκύπτει από την εκτίμηση τεσσάρων παραμέτρων (A,B,C,D).
Η παράμετρος A αντιστοιχεί σε βαθμό που συνυπολογίζει όλα τα σοβαρά τραύματα της κεφαλής, του τραχήλου καθώς και του νωτιαίου μυελού, η παράμετρος B βαθμολογεί σοβαρά τραύματα του θώρακα, η παράμετρος C αντίστοιχα τραύματα της κοιλιακής και πυελικής χώρας καθώς και άλλων ενδεχομένως περιοχών, ενώ η παράμετρος D συνεκτιμά όλα τα ‘µη σοβαρά’ τραύματα τα οποία φαίνεται ότι δεν επηρεάζουν την πιθανότητα επιβίωσης και στα οποία συμπεριλαμβάνονται τα τραύματα του προσώπου.
Η Τραυματική Κλίμακα (Trauma Score, TS) είναι ένα σύστημα αξιολόγησης της σοβαρότητας της κατάστασης ενός τραυματία και για το σκοπό αυτό χρησιμοποιούνται τέσσερεις ‘φυσιολογικές’ παράμετροι: ρυθμός αναπνοής, εύρος αναπνοής, συστολική αρτηριακή πίεση και τριχοειδική επαναφορά, σε συνδυασμό µε την κλίμακα της Γλασκώβης η οποία εξετάζει τη νευρολογική κατάσταση του πολυτραυματία.
Ο Συνδυαστικός Δείκτης Τραυματικής Βαρύτητας (Trauma and injury severity score, TRISS) συνδυάζει τις κλίμακες AIS/ISS και Trauma Score µε την ηλικία του τραυματία μέσα από ένα μαθηματικό τύπο ο οποίος και προσδιορίζει την πιθανότητα επιβίωσης.
Η Αναθεωρημένη Τραυματική Κλίμακα διαμορφώθηκε μετά την ανάλυση δεδομένων για τραυματίες στους οποίους δε μπόρεσε να προβλεφθεί σωστά η έκβαση της κατάστασης µε βάση την κλίμακα TRISS.
Περισσότερο ειδική για το θωρακικό τραύμα όμως είναι η Τραυματική Κλίμακα Θωρακικού Τραύματος που διαμορφώθηκε το 1992.73 (Πίνακας 1)
Ωστόσο οι παραπάνω κλίμακες δημιουργήθηκαν για να αξιολογήσουν τη βαρύτητα της κάκωσης των πολυτραυματιών που στη συντριπτική πλειοψηφία προέρχονται από τροχαία ατυχήματα.
Οι θωρακικές κακώσεις που προκαλούνται από την εφαρμογή της ΚΑΡΠΑ έχουν συγκεκριμένη εντόπιση και συχνότητα εμφάνισης ως απόρροια της ιδιαίτερης φύσης αυτής της ιατρικής πράξης.
Σύμφωνα με τους Krischer et al, ορισμένες από τις κακώσεις που προκαλούνται από την ΚΑΡΠΑ λόγω της υψηλής τους συχνότητας, δεν μπορεί να θεωρηθούν ως “μη αναμενόμενες” καθώς είναι προφανές ότι δεν μπορούν πάντα να αποφευχθούν επιπλοκές της εξωτερικής θωρακικής συμπίεσης.
Σύμφωνα με την ίδια μελέτη κατάγματα που μπορούν να αποφευχθούν είναι:
(1) οποιαδήποτε κάταγμα στα περιφερικά τμήματα των πλευρών, (2) κατάγματα της 1ης και 2ης πλευράς (πολύ ψηλά),
(3) κατάγματα της 6ης έως 12ης πλευράς (πολύ χαμηλά).
Οι υπόλοιπες κακώσεις των οστών και των μαλακών μορίων του θώρακα θεωρούνται ασήμαντες ή επακόλουθες επιπλοκές της.
Η συχνότητα απειλητικών επιπλοκών είναι εξαιρετικά μικρή.
Δεδομένου ότι η εναλλακτική λύση είναι πιθανώς ο θάνατος, ως ορθότερη προσέγγιση δεν κρίνεται η άρνηση των προσπαθειών ανάνηψης, αλλά μάλλον η εκτέλεση της ΚΑΡΠΑ όσο το δυνατόν περισσότερο σωστά ώστε να αποφευχθούν οι επιπλοκές.
ΣΥΧΝΕΣ ΕΠΙΠΛΟΚΕΣ ΤΗΣ ΚΑΡΔΙΟΠΝΕΥΜΟΝΙΚΗΣ ΑΝΑΖΩΟΓΟΝΝΗΣΗΣ – ΤΡΑΧΗΛΟΣ (Μέρος Πρώτο)
ΣΥΧΝΕΣ ΕΠΙΠΛΟΚΕΣ ΤΗΣ ΚΑΡΔΙΟΠΝΕΥΜΟΝΙΚΗΣ ΑΝΑΖΩΟΓΟΝΝΗΣΗΣ – ΘΩΡΑΚΑΣ (Μέρος Δεύτερο)
ΙΑΤΡΙΚΟ ΣΦΑΛΜΑ – ΠΟΙΝΙΚΕΣ, ΑΣΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΕΣ ΕΥΘΥΝΕΣ (Μέρος Έκτο)
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ
Επιπλοκές καρδιοπνευμονικής αναζωογόνησης νομικές συνέπειες και ηθικά διλήμματα
ΑΣΠΑΣΙΑ ΔΕΛΗΛΙΓΚΑ ΑΓΜ: 429613
Επιμέλεια Κειμένου
Παναγιώτης Σπανός
Διασώστης ΕΚΑΒ Ρόδου
ΔΙΑΣΩΣΤΕΣ ΡΟΔΟΥ