Μεταπηδήστε στο περιεχόμενο
Αρχική » Αρθρογραφία και Δράσεις » Προνοσοκομειακή Φροντίδα » Καρδιοπνευμονική Αναζωογόνηση » Πειραματική μελέτη ελέγχου της αποτελεσματικότητας εκτέλεσης καρδιοπνευμονικής αναζωογόνησης επί της οδοντιατρικής έδρας (Μέρος 2ο)

Πειραματική μελέτη ελέγχου της αποτελεσματικότητας εκτέλεσης καρδιοπνευμονικής αναζωογόνησης επί της οδοντιατρικής έδρας (Μέρος 2ο)

Α3. Αίτια

Η καρδιακή ανακοπή συμβαίνει σε έδαφος αρρυθμίας, όταν δηλαδή η καρδιά σταματά απότομα να χτυπά φυσιολογικά. (Walls και συν. 2017)

Χωρίς οργανωμένη ηλεκτρική δραστηριότητα στον καρδιακό μυ, δεν μπορεί να υπάρξει σταθερή συστολή των κοιλιών, με αποτέλεσμα την ανεπαρκή παροχή αίματος από την καρδιά στο υπόλοιπο σώμα. (Podrid, 2016)

Υπάρχουν διαφορετικοί τύποι αρρυθμιών, αλλά οι πιο συχνές αρρυθμίες στην καρδιακή ανακοπή είναι η
κοιλιακή ταχυκαρδία και η κοιλιακή μαρμαρυγή. (Zipes και συν. 2006)

Λιγότερο κοινές αιτίες ακανόνιστου καρδιακού ρυθμού είναι η άσφυγμη ηλεκτρική δραστηριότητα (pulseless electrical activity, PEA), η βραδυκαρδία ή η ασυστολία. Τέτοιοι ρυθμοί παρατηρούνται σε παρατεταμένη
καρδιακή ανακοπή, σε εξέλιξη κοιλιακής μαρμαρυγής ή σε προσπάθειες απινίδωσης για
ανάνηψη ενός θύματος. (Walls και συν. 2017)

Τα αίτια της καρδιακής ανακοπής διακρίνονται σε καρδιακά και μη καρδιακά αίτια.

ΚΑΡΔΙΑΚΑ ΑΙΤΙΑ

i. Στεφανιαία νόσος

Η στεφανιαία νόσος είναι υπεύθυνη για το 62-70% όλων των αιφνιδίων καρδιακών ανακοπών, αλλά αποτελεί πολύ λιγότερο συχνή αιτία ανακοπής σε άτομα κάτω από την ηλικία των 40 ετών. (Centers for Disease Control
Prevention, 2002 και Zheng και συν. 2001)

Παθολογοανατομικές εξετάσεις έχουν αναδείξει την υψηλού βαθμού χρόνια στένωση ενός τουλάχιστον
τμήματος μιας μείζονος στεφανιαίας αρτηρίας ως το κύριο εύρημα σε περιπτώσεις θανάτου από καρδιακή ανακοπή. Η στένωση αυτή είναι αποτέλεσμα της συσσώρευσης αθηρωματικών πλακών στις στεφανιαίες
αρτηρίες, που χαρακτηρίζει την αθηροσκληρωτική καρδιαγγειακή νόσο.

Μετά από ρήξη μιας τέτοιας πλάκας, εμποδίζεται η ροή αίματος και άρα οξυγόνου προς τον καρδιακό μυ, με αποτέλεσμα την καταστροφή του από ισχαιμία. Αυτή η βλάβη του ιστού μπορεί να προκαλέσει δομικές και λειτουργικές αλλαγές στην καρδιά και κατ’ επέκταση αλλοίωση του καρδιακού ρυθμού. (Falk & Shah, 2005
και Pahwa & Jialal, 2021)

ii. Μη αθηροσκληρωτικές ανωμαλίες στεφανιαίων αρτηριών (Mann και συν. 2015)

Οι καταστάσεις αυτές ευθύνονται για το 10-15% των καρδιακών ανακοπών και περιλαμβάνουν:

 Συγγενείς ανωμαλίες στεφανιαίων αρτηριών, με πιο συχνή την ανώμαλη έκφυση της αριστερής στεφανιαίας αρτηρίας από την πνευμονική αρτηρία.

 Στεφανιαία αρτηριίτιδα, συχνά ως αποτέλεσμα της νόσου Kawasaki.
Άλλες αγγειίτιδες μπορούν επίσης να συμβάλουν σε αυξημένο κίνδυνο αιφνίδιου καρδιακού θανάτου.

 Εμβολή των στεφανιαίων αρτηριών, ως αποτέλεσμα δευτερογενών σηπτικών εμβόλων από ενδοκαρδίτιδα με εμπλοκή της αορτικής βαλβίδας, της τριγλώχινος βαλβίδας ή προσθετικής βαλβίδας.

 Αγγειόσπασμος στεφανιαίας αρτηρίας, που μπορεί να οδηγήσει σε καρδιακή αρρυθμία, αλλοιώνοντας το σύστημα ηλεκτρικής αγωγιμότητας της καρδιάς με κίνδυνο την καρδιακή ανακοπή.

 Μηχανικές ανωμαλίες, που μπορεί να προκύψουν από διαχωρισμό στεφανιαίας αρτηρίας, ως αποτέλεσμα του συνδρόμου Marfan ή τραυματισμού.

iii. Δομικές παθήσεις της καρδιάς

Οι δομικές παθήσεις της καρδιάς που δεν σχετίζονται με στεφανιαία νόσο ευθύνονται για το 10% όλων των καρδιακών ανακοπών και περιλαμβάνουν τις μυοκαρδιοπάθειες (υπερτροφική, διατατική ή αρρυθμιογόνος), διαταραχές καρδιακού ρυθμού, μυοκαρδίτιδα, υπερτασική καρδιοπάθεια και συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια. (Podrid, 2016, Zheng και συν. 2001 και Kannel και συν. 1998)

iv. Κληρονομικά αρρυθμικά σύνδρομα

Οι αρρυθμίες που δεν σχετίζονται με δομική πάθηση της καρδιάς ευθύνονται για το 5-10% των αιφνιδίων καρδιακών ανακοπών. Συνήθως προκαλούνται από γενετικές διαταραχές, κατά τις οποίες συνήθως επηρεάζονται ειδικές πρωτεΐνες, οι δίαυλοι (κανάλια) ιόντων. Για το λόγο αυτό οι παθήσεις αυτές ονομάζονται και καναλοπάθειες. Παραδείγματα καναλοπαθειών αποτελούν το σύνδρομο μακρού QT, το σύνδρομο Brugada, η κατεχολαμινεργική πολύμορφη κοιλιακή ταχυκαρδία και το σύνδρομο βραχέος QT. (Chugh και συν. 2000, Drory και συν. 1991 και Walls και συν. 2017)

 

o ΜΗ ΚΑΡΔΙΑΚΑ ΑΙΤΙΑ

Τα μη καρδιακά αίτια ευθύνονται για το 15-25% των καρδιακών ανακοπών. (Drory και συν. 1991 και Kuisma & Alaspää, 1997) Τα πιο συχνά είναι το τραύμα, η μείζων αιμορραγία (γαστρεντερική αιμορραγία, ρήξη αορτής, ενδοκρανιακή αιμορραγία), η υποογκαιμική καταπληξία, η υπερβολική δόση ναρκωτικών ουσιών, ο πνιγμός και η πνευμονική εμβολή. (Kuisma & Alaspää, 1997, Raab και συν. 2008 και Voelckel και συν. 2000)

Καρδιακή ανακοπή μπορεί, επίσης, να προκληθεί από δηλητηρίαση, όπως από τσίμπημα ορισμένων μεδουσών, ή από ηλεκτροπληξία μέσω κεραυνού. (Walls και συν. 2017)

Άλλα μη καρδιακά αίτια καρδιακής ανακοπής μπορεί να προκύπτουν από προσωρινές διαταραχές της ομοιόστασης του σώματος. Αυτά καλούνται αντιστρεπτά αίτια καρδιακής ανακοπής και είναι αποτέλεσμα αλλαγών στην αναλογία ηλεκτρολυτών, στον κορεσμό του οξυγόνου ή σε αλλοιώσεις άλλων ιόντων που επηρεάζουν το pH του
σώματος. (Wang και συν. 2017)

Για τη διευκόλυνση της απομνημόνευσής τους, τα αίτια αυτά χωρίζονται σε δύο ομάδες των τεσσάρων, βασισμένες στο αρχικό τους γράμμα, που στα αγγλικά είναι H ή T, και γι’ αυτό ονομάζονται τα «4Hs» και τα «4Ts».

Τα «4Hs» είναι η υποξία (Hypoxia), η υποογκαιμία (Hypovolaemia), η υπο-/υπερκαλιαιμία (Hypo-
/Hyperkalaemia) και άλλες διαταραχές των ηλεκτρολυτών και η υπο-/υπερθερμία (Hypo-/Hyperthermia).

Τα «4Ts» είναι η στεφανιαία και η πνευμονική θρόμβωση (Thrombosis), ο καρδιακός επιπωματισμός (Tamponade), ο πνευμοθώρακας υπό τάση (Tension pneumothorax) και οι τοξικοί παράγοντες (Toxic agents), δηλαδή η δηλητηρίαση. (ECC Committee, Subcommittees and Task Forces of the American Heart Association, 2005 και Resuscitation Council UK, 2005)

Α4. Η καρδιακή ανακοπή στην οδοντιατρική

Η καρδιακή ανακοπή στην καθημερινή οδοντιατρική κλινική πράξη είναι σπάνια με επίπτωση 0,002-0,011 περιστατικά ανά οδοντίατρο ανά έτος. Οι αιτίες της καρδιακής ανακοπής στο οδοντιατρείο συνήθως σχετίζονται με προϋπάρχουσες συννοσηρότητες ή με επιπλοκές της οδοντιατρικής διαδικασίας.

Οι απειλητικές για τη ζωή επείγουσες καταστάσεις συνήθως προκύπτουν από έμφραγμα του μυοκαρδίου, τονικοκλονική επιληψία (grand mal) ή κρίση
άσθματος. Οι οδοντιατρικές εργασίες μπορεί να οδηγήσουν σε απώλεια της βατότητας του αεραγωγού που σχετίζεται με πρωτογενή παθολογία ή με επιπλοκές της διαδικασίας (π.χ. αιμορραγία, εκκρίσεις, οίδημα ιστών).

Ο πνιγμός είναι σπάνιος, με αναφερόμενη επίπτωση 0,07- 0,09 περιπτώσεις ανά οδοντίατρο ανά έτος. (Arsati και συν. 2010 και Girdler & Smith, 1999) Η χορήγηση ενσυνείδητης καταστολής (sedation), αν και θεωρείται ότι αυξάνει την πιθανότητα πνιγμού, όταν συνδυάζεται με τοπική αναισθησία στην οδοντιατρική φαίνεται να αποτελεί ασφαλή μέθοδο. (Meechan & Skelly, 1997 και Jowett & Cabot, 2000)

Όσον αφορά την απειλητική για τη ζωή αναφυλακτική αντίδραση, αν και αποτελεί καταγεγραμμένη αιτία θανάτου κατά την οδοντιατρική κλινική πράξη, αυτή είναι σπάνια. Κοινές αιτίες αναφυλακτικού επεισοδίου στο οδοντιατρείο είναι η χλωρεξιδίνη, η πενικιλλίνη και το λάτεξ. Η αναφυλακτική αντίδραση σε τοπικά αναισθητικά είναι πάρα πολύ σπάνια και η αντίδραση σε αυτή την κατηγορία φαρμάκων συνήθως οφείλεται σε ενδοαγγειακή έγχυση αναισθητικών που περιέχουν αγγειοσυσπαστικό.

Αληθής αναφυλακτική αντίδραση όλων των αιτιών συμβαίνει μόνο σε 0,004-0,013 περιπτώσεις ανά οδοντίατρο ανά έτος, ενώ στεφανιαία συμπτώματα (στηθάγχη ή έμφραγμα του μυοκαρδίου) παρατηρούνται σε 0,15-0,18 περιπτώσεις ανά οδοντίατρο ανά έτος. (Arsati και συν. 2010 και Girdler & Smith, 1999)

Συνεχίζεται…

Πειραματική μελέτη ελέγχου της αποτελεσματικότητας εκτέλεσης καρδιοπνευμονικής αναζωογόνησης επί της οδοντιατρικής έδρας (Μέρος 1ο)

Πειραματική μελέτη ελέγχου της αποτελεσματικότητας εκτέλεσης καρδιοπνευμονικής αναζωογόνησης επί της οδοντιατρικής έδρας (Μέρος 2ο)

Γαλανοπούλου Βασιλική
Μεταπτυχιακή Διπλωματική Εργασία
Θεσσαλονίκη, Φεβρουάριος 2023

ΔΙΑΣΩΣΤΕΣ ΡΟΔΟΥ